Για οριακή υποχώρηση της λιτότητας στο δημόσιο σύστημα υγείας, έκανε λόγο στο συνέδριο του Economist ο υπουργός Υγείας Ανδρέας Ξανθός, ο οποίος στην εισήγηση του, υποστήριξε τις προοδευτικές μεταρρυθμίσεις στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, την ψυχική υγεία, την δημόσια υγεία, τη φαρμακευτική πολιτική, τις προμήθειες και τη διοίκηση του ΕΣΥ.
Η πιο σημαντική ανακουφιστική παρέμβαση στο χώρο της Υγείας είναι, όπως είπε ο κος Ξανθός, η καθολική ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των ανασφάλιστων πολιτών.
«Η κοινωνική βαρβαρότητα μιας χώρας με ανασφάλιστους που δεν μπορούσαν να χειρουργηθούν, με καρκινοπαθείς χωρίς θεραπεία, με εγκύους χωρίς παρακολούθηση, με ανεμβολίαστα παιδιά, ξεπερνιέται με την πρόσφατη ρύθμιση, που αποτελεί ένα κρίσιμο βήμα στην κατεύθυνση της άρσης των υγειονομικών ανισοτήτων. Για πρώτη φορά εισάγεται η αντίληψη της Υγείας ως κοινωνικού δικαιώματος που η Πολιτεία οφείλει να διασφαλίζει σε όλους με ισότιμο τρόπο, ανεξάρτητα από την εργασία, την ασφάλιση ή το εισόδημα καθενός», τόνισε χαρακτηριστικά.
Ο υπουργός Υγείας παραδέχθηκε στην ομιλία του ότι το σύστημα Υγείας έχει σήμερα πολλαπλά προβλήματα και συσσωρευμένες ελλείψεις υποδομών, εξοπλισμού, υλικών αλλά κυρίως ανθρώπινου δυναμικού. Όμως , όπως είπε οι προσπάθειες που γίνονται, αρχίζουν αργά αλλά σταθερά, να αποδίδουν. Μάλιστα απαριθμώντας τις, είπε οτι από το τελευταίο τρίμηνο του 2015, αντιστράφηκε η συνεχής περικοπή των λειτουργικών δαπανών των νοσοκομείων και των ΥΠΕ , ενώ σημαντική βελτίωση παρουσιάζει και η ροή των πληρωμών στο ΕΣΥ, η οποία αναμένεται να ενισχυθεί μετά την εκταμίευση της «υποδόσης» που αφορά ληξιπρόθεσμες οφειλές .
«Είναι η πρώτη, οριακή έστω, υποχώρηση της λιτότητας στο δημόσιο σύστημα υγείας, σε μια περίοδο δημοσιονομικής στενότητας και πειθαρχίας» τόνισε ο Α.Ξανθός, ο οποίος αναφέρθηκε για μια ακόμη φορά στις προσλήψεις λέγοντας ότι μετά από 6 χρόνια «συνιστούν την πρώτη ολοκληρωμένη παρέμβαση στήριξης και αναβάθμισης του ΕΣΥ από την αρχή της κρίσης».
Αναφερόμενος στη φαρμακευτική πολιτική, τόνισε ότι πρέπει να είναι εστιασμένη στον ασθενή, αλλά και στη βιωσιμότητα του δημόσιου συστήματος υγείας. Όπως εξήγησε, η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη στη χώρα, μετά από μια περίοδο ανεξέλεγκτης αύξησης την προηγούμενη δεκαετία, έφτασε στο αντίθετο άκρο . «Είναι πλέον οριακή για να καλύψει τις ανάγκες εξωνοσοκομειακής και νοσοκομειακής περίθαλψης (συνολικά περίπου 2,5 δισ. ευρώ) και απαιτείται ένα ολοκληρωμένο σχέδιο ορθολογικής διαχείρισής της για να διασφαλιστεί η πρόσβαση των ασθενών, τόσο σε φθηνά και αξιόπιστα φάρμακα (αρκετά από τα οποία παράγονται στη χώρα), όσο και στη φαρμακευτική καινοτομία που τεκμηριωμένα έχει θεραπευτικό όφελος».
Τέλος, ο κ. Ξανθός επισήμανε ότι η φαρμακευτική πολιτική, οφείλει να στοχεύει στον επιστημονικά ορθό, με βάση θεραπευτικά πρωτόκολλα και κατευθυντήριες οδηγίες, έλεγχο της ζήτησης φαρμάκων, αλλά και στη διαπραγμάτευση της τιμής των φαρμάκων υψηλού κόστους , των «ορφανών» και των ακριβών πρωτοτύπων φαρμάκων που συνεχώς εισάγονται στην κυκλοφορία.