Τι κάνει κανείς όταν οι παραισθήσεις μοιάζουν υπερβολικά πολύ με… τον πραγματικό κόσμο;
Αυτό είναι ένα από τα ερωτήματα που θέτει με πρόσφατο άρθρο του το New Yorker, αναφερόμενο στο «σύνδρομο Truman», από το οποίο όσοι πάσχουν είναι πεπεισμένοι ότι έχουν με κάποιο τρόπο ξυπνήσει σε έναν κόσμο όπου είναι διάσημοι, πρωταγωνιστές σε ένα παγκόσμιο ριάλιτι.
Η ονομασία του συνδρόμου προήλθε από τη διάσημη ταινία του 1998, στην οποία συμβαίνει αυτό ακριβώς στον πρωταγωνιστή της Jim Carrey.
Ο συγγραφέας Andrew Marantz διηγείται την ιστορία του Nick Lotz ο οποίος πάσχει από την εξής παραίσθηση: Από τότε που γράφτηκε στο κολλέγιο πρωταγωνιστούσε σε ένα ριάλιτι σόου. Το δίκτυο είχε τοποθετήσει κρυφές κάμερες και εκείνο το βράδυ υποτίθεται ότι ήταν το μεγάλο φινάλε.
Το μόνο που τού έμενε να κάνει ήταν να φωνάξει τον πατέρα του, ο οποίος θα τον έβρισκε ανάμεσα στο πλήθος, θα τον οδηγούσε επάνω στη σκηνή και θα τού παρέδιδε την επιταγή του ενός εκατομμυρίου δολαρίων.
Ο Lotz έβγαλε το κινητό του τηλέφωνο, όμως δε μπόρεσε να κάνει την κλήση. Ήταν πολύ αργά… είχε χάσει την ευκαιρία του να κάνει τις κάμερες να σταματήσουν να γράφουν.
Το «σύνδρομο Truman» είναι ένα νέο φαινόμενο, όμως οι ψευδαισθήσεις όχι. Οι άνθρωποι φαντάζονταν πάντοτε πράγματα που δεν είναι πραγματικά, απλά η κουλτούρα του καθενός αλλάζει το περιεχόμενό τους.
Σύμφωνα με τον Marantz οι αλλαγές που συντελέστηκαν στον τομέα της τεχνολογίας άλλαξαν το περιεχόμενο των παραισθήσεων. Τη δεκαετία του 1940 οι Ιάπωνες είχαν «εισβάλλει» στα μυαλά των Αμερικανών με ραδιοκύματα. Στη δεκαετία του 1950 οι Σοβιετικοί «κατάφεραν» το ίδιο μέσω δορυφόρων. Είκοσι χρόνια μετά η CIA «εμφύτευσε» τσιπ υπολογιστών στους εγκεφάλους ανθρώπων.
Σύμφωνα με το Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών κάποτε οι παραισθήσεις κατηγοριοποιούνταν σε δύο κατηγορίες: οι παράλογες και οι μη παράλογες, οι οποίες περιγράφονταν αντίστοιχα ως αδύνατες και δυνατές αλλά ψευδείς.
Το «είμαι νεκρός» είναι παράλογη εξηγεί ο Marantz. «Εκατομμύρια ξένοι έχουν εμμονή με μένα» δεν είναι παράλογη παραίσθηση.
Ωστόσο, συνεχίζει το δημοσίευμα, το επικαιροποιημένο εγχειρίδιο DSM-5 προχώρησε πέρα από αυτόν τον διαχωρισμό.
Σε έναν κόσμο όπου οι κυβερνήσεις έχουν όντως τη δυνατότητα να κατασκοπεύουν τους πολίτες τους, καταλήγει το δημοσίευμα, είναι τελικά πλάνη να θεωρεί κανείς ότι… ο «Μεγάλος Αδερφός» δεν τον παρακολουθεί.
Σε έναν κόσμο όπου μια ανάρτηση στο twitter μπορεί μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα να διαβαστεί από εκατομμύρια ανθρώπους, το να πιστεύει κανείς ότι είναι διάσημος ακούγεται όλο και πιο εύλογο.