Το αυξημένο βάρος ευνοεί την εμφάνιση διαβήτη

38BBE0088BF85B084856B2E94DF1B524.jpg

  Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι ένα χρόνιo νόσημα που χαρακτηρίζεται είτε από την αδυναμία του παγκρέατος να παράγει επαρκή ινσουλίνη (διαβήτης τύπου Ι ή νεανικός διαβήτης) είτε συχνότερα από την αδυναμία του σώματος να χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά την ινσουλίνη που παράγει (διαβήτης τύπου ΙΙ).

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, 347 εκατομμύρια άνθρωποι πάσχουν από διαβήτη σε όλο τον κόσμο και υπολογίζεται πως ο σακχαρώδης διαβήτης θα αποτελεί την 7η πιο συχνή αιτία θανάτου μέχρι το 2030.

Παρόλο που ο διαβήτης τύπου Ι είναι ένα αυτοάνοσο νόσημα χωρίς απόλυτα γνωστή αιτιολογία, αυτό που ο περισσότερος κόσμος αγνοεί είναι πως ο διαβήτης τύπου ΙΙ, η συχνότερη δηλαδή, μορφή διαβήτη, μπορεί να προληφθεί.

Ποια η σχέση όμως του σακχαρώδη διαβήτη και του σωματικού βάρους;

Το σωματικό βάρος αποτελεί έναν από τους ισχυρότερους προδιαθεσιακούς παράγοντες για την εμφάνιση σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ. Έχει μάλιστα βρεθεί, πως όσο αυξάνεται το σωματικό βάρος ενός ανθρώπου, αυξάνεται με δοσοεξαρτώμενο τρόπο και η πιθανότητα να εμφανίσει ΣΔ ΙΙ.

Η νόσος είναι 3 με 7 φορές πιο συχνή σε παχύσαρκα σε σχέση με τα φυσιολογικού βάρους άτομα, ενώ τα άτομα με δείκτη μάζας σώματος πάνω από 35 (ΔΜΣ>35) έχουν 20 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης ΣΔ, σε σχέση με τα άτομα που ο ΔΜΣ τους κυμαίνεται στα φυσιολογικά όρια.

Πέρα από το σωματικό βάρος όμως έχει βρεθεί πως και η αύξηση του σωματικού βάρους στα χρόνια που ακολουθούν την ενηλικίωση είναι ένας παράγοντας που μπορεί, επίσης, να αυξήσει την πιθανότητα εμφάνισης ΣΔ ΙΙ.

Σε υπέρβαρα ή παχύσαρκα άτομα με ΣΔ ΙΙ συστήνεται η μείωση του σωματικού τους βάρους. Ακόμη και μια μέτρια απώλεια βάρους (ίση με 5% του αρχικού βάρους) μπορεί να βελτιώσει τη δράση της ινσουλίνης, να μειώσει τις τιμές σακχάρου νηστείας στο αίμα και να μειώσει ή να καθυστερήσει την ανάγκη για φαρμακευτική παρέμβαση.

Η απώλεια βάρους θα ευνοήσει και με άλλους τρόπους τους ασθενείς, αφού θα επηρεάσει θετικά και άλλους παράγοντες κινδύνου, όπως η αρτηριακή πίεση και το λιπιδαιμικό προφίλ, ενώ θα μειώσει και τους δείκτες φλεγμονής στον ορό. Σε άτομα με νοσογόνο παχυσαρκία και άλλα συνοδά προβλήματα υγείας, η φαρμακευτική ή χειρουργική επέμβαση πιθανώς να αποτελέσει λύση, εφόσον εξαντληθούν ανεπιτυχώς όλα τα περιθώρια απώλειας βάρους μέσω της διατροφής και της φυσικής δραστηριότητας.

Απώλεια βάρους δεν συστήνεται μόνο σε διαβητικούς ασθενείς, αλλά και σε άτομα με υψηλή πιθανότητα να νοσήσουν, όπως τα άτομα με διαταραγμένη ανοχή στη γλυκόζη, η οποία αποτελεί ουσιαστικά μια κατάσταση προδιαβήτη.

Δεδομένα από την DPP (Πρόγραμμα για την Πρόληψη του Διαβήτη) μας δείχνουν πως άτομα με διαταραγμένη ανοχή στη γλυκόζη που απώλεσαν βάρος της τάξεως του 7% του αρχικού τους βάρους και ακολούθησαν προγράμματα συστηματικής φυσικής δραστηριότητας μείωσαν κατά 58% την πιθανότητα να αναπτύξουν σακχαρώδη διαβήτη ΙΙ τα επόμενα 4 χρόνια και μάλιστα οι αλλαγές αυτές αποδείχθηκαν πιο αποτελεσματικές σε σχέση με τη χορήγηση αντιδιαβητικής αγωγής.

Πέρα από το σωματικό βάρος, η φυσική δραστηριότητα παίζει σπουδαίο ρόλο στην πρόληψη και ρύθμιση του ΣΔ. Η φυσική δραστηριότητα ούτως ή άλλως πρέπει, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις, να αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι κάθε προγράμματος που στοχεύει στην απώλεια βάρους.

Η φυσική δραστηριότητα (π.χ. ήπια αερόβια άσκηση), σύμφωνα με μελέτες, βοηθά στην απώλεια βάρους, δυσκολεύει την επαναπρόσληψή του, ενώ σε διαβητικούς ασθενείς ή σε άτομα με διαταραγμένη ανοχή στη γλυκόζη φαίνεται να έχει επιπρόσθετα οφέλη, όπως ο καλύτερος γλυκαιμικός έλεγχος και η αύξηση της ινσουλινοευαισθησίας. Σύμφωνα με πιο εξειδικευμένες μελέτες, η συστηματική άσκηση μειώνει την πιθανότητα νόσησης από διαβήτη, καθώς και την ολική θνητότητα σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη ΙΙ.

Συμπερασματικά, η επίτευξη και διατήρηση φυσιολογικού σωματικού βάρους και η συστηματική άσκηση μπορούν να μειώσουν την πιθανότητα νόσησης από σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ, ακόμη και σε άτομα με ισχυρή (π.χ. γονιδιακή) προδιάθεση. Επιπλέον, τα δύο παραπάνω, σε συνδυασμό με μια καλά σχεδιασμένη διατροφή, μπορούν να συμβάλουν στην καλύτερη ρύθμιση του σακχάρου διαβητικών ασθενών, μειώνοντας την πιθανότητα εμφάνισης επιπλοκών.

Πηγή: mednutrition.gr

Διαβάστε ακόμη...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *