Περίπου 17,5 εκατομμύρια νέα περιστατικά καρκίνου υπήρξαν το 2015, αυξημένα κατά 33% σε σχέση με το 2005, ενώ οι θάνατοι από καρκίνο ήταν 8,7 εκατομμύρια, σύμφωνα με μια νέα διεθνή επιστημονική μελέτη.
Η αύξηση των περιστατικών μέσα σε μια δεκαετία αποδίδεται σε διάφορους παράγοντες, όπως η αύξηση και η γήρανση του παγκόσμιου πληθυσμού.
Παγκοσμίως η πιθανότητα να πάθει καρκίνο ένα άνδρας, είναι μία στις τρεις, ενώ μια γυναίκα έχει μικρότερη πιθανότητα μία στις τέσσερις. Ο καρκίνος συνεχίζει να είναι η δεύτερη κυριότερη αιτία θανάτου στον κόσμο, μετά τα καρδιαγγειακά αίτια.
Ο καρκίνος του προστάτη είναι ο συχνότερος καρκίνος των ανδρών (1,6 εκατ. περιστατικά το 2015), ενώ ο καρκίνος της τραχείας, των βρόγχων και των πνευμόνων είναι αυτός που σκοτώνει τους περισσότερους άνδρες.
Στις γυναίκες ο καρκίνος του μαστού είναι τόσο ο συχνότερος καρκίνος (2,4 εκατ. περιστατικά πέρυσι), όσο και ο πιο θανατηφόρος.
Οι πιο συχνοί παιδικοί καρκίνοι είναι κατά σειρά η λευχαιμία, άλλα νεοπλάσματα, το μη-Χότζκιν λέμφωμα και οι καρκίνοι του εγκεφάλου και του νευρικού συστήματος.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την Κρίστίνα Φιτζμόρις του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον στο Σιάτλ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό περιοδικό ογκολογίας «JAMA Oncology», ανέλυσαν στοιχεία για 32 είδη καρκίνου σε 195 χώρες. Από αυτές, σε 174 χώρες σημειώθηκε μεταξύ 2005-2015 αύξηση των συνολικών περιστατικών καρκίνου, αλλά σε 140 χώρες μειώθηκαν τα ποσοστά θανάτου από καρκίνο.
Μεταξύ των διαφορετικών ειδών καρκίνου, κατά την προηγούμενη δεκαετία μείωση εμφάνισαν οι θάνατοι από λέμφωμα Χότζκιν και από τους καρκίνους του οισοφάγου, του στομάχου και τη χρόνια μυελογενή λευχαιμία.
Οι ερευνητές προβλέπουν ότι σε απόλυτους αριθμούς τα περιστατικά καρκίνου θα συνεχίσουν να αυξάνονται στο μέλλον, ασκώντας έτσι ακόμη μεγαλύτερη πίεση στα συστήματα υγείας πολλών χωρών.
Όμως εκφράζουν την αισιοδοξία τους ότι «είναι δυνατή η πρόοδος στον πόλεμο κατά του καρκίνου», εφόσον υπάρξουν περαιτέρω βήματα στο πεδίο της πρόληψης, στον έλεγχο του καπνίσματος, στον εμβολιασμό, καθώς και στην αλλαγή του τρόπου ζωής, με περισσότερη σωματική άσκηση και πιο υγιεινή διατροφή.