Τα γενόσημα καλύπτουν μόλις το 15% της αγοράς φαρμάκων στην Ελλάδα, όταν το αντίστοιχο ποσοστό σε άλλες προηγμένες ευρωπαϊκές χώρες είναι αρκετά μεγαλύτερο.
Στο Generics Conference, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ), Κωνσταντίνος Φρουζής εξέφρασε την εκτίμηση ότι «τα ελληνικά επώνυμα γενόσημα φάρμακα μπορούν να καθιερωθούν ως ένα ισχυρό όπλο στην αντιμετώπιση ασθενειών, συγκρατώντας παράλληλα το κόστος θεραπείας σε χαμηλά ελεγχόμενα επίπεδα».
Ο κ. Φρουζής επεσήμανε ότι η ανάπτυξη των γενοσήμων αποτελεί για τα κράτη βασικό στοιχείο στη χάραξη στρατηγικής υγείας. Με την εξοικονόμηση που προάγουν συμβάλλουν καίρια στην απελευθέρωση πόρων για επενδύσεις σε νέες καινοτόμες θεραπείες προς όφελος της μακροζωίας. «Τα γενόσημα φάρμακα σε συνδυασμό με τα πρωτότυπα», είπε, «αποτελούν δύο απόλυτα συμπληρωματικές κατηγορίες. Τα μεν γενόσημα μειώνουν σε βραχυπρόθεσμό επίπεδο τις δαπάνες για φάρμακα, ενώ τα πρωτότυπα και νέα σκευάσματα μειώνουν δραστικά τις συνολικότερες δαπάνες υγείας όπως τις νοσοκομειακές, που έχουν και πολλαπλή επιβάρυνση στα συστήματα υγείας».
Ο κ. Φρουζής επισήμανε ότι, ενώ η Πολιτεία ευαγγελίζεται στις δηλώσεις της την αξία που θα έχουν τα γενόσημα για τον περιορισμό της δαπάνης, εδώ και 28 μήνες δεν έχει τιμολογήσει ούτε ένα νέο γενόσημο και καινοτόμο φάρμακο.
«Την ίδια στιγμή οι μόνες αποφάσεις της κυβέρνησης στοχεύουν στη λογιστική του φαρμάκου, τη δαπάνη που απλώς, σε συνδυασμό με τη διακριτική μεταχείριση της μη πληρωμής, το κούρεμα, τα συνεχόμενα rebate, το clawback, έχουν κυριολεκτικά στραγγίξει τις επιχειρήσεις, οι οποίες πλέον αμφιβάλλουν για την ύπαρξή τους αύριο», κατέληξε, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο.
Από την πλευρά του ο Θεόδωρος Κωλέτης, αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ) μίλησε για τους παράγοντες που λειτουργούν ως τροχοπέδη στην ανάπτυξη της αγοράς. Ειδικότερα, επισήμανε πως «η ταυτόχρονη εφαρμογή όλων των μέτρων φαρμακευτικής πολιτικής που κατά καιρούς έχουν εφαρμοστεί σε άλλες χώρες με άλλες ιδιαιτερότητες χωρίς συγκεκριμένη χρονική αλληλουχία, δεν αρκεί για να συνθέσει ένα βιώσιμο πλαίσιο φαρμακευτικής πολιτικής και πολύ περισσότερο πολιτικής γενοσήμων. Δεύτερον, δεν μπορούμε να περιμένουμε άμεσα αποτελέσματα όταν σε ανάλογες περιπτώσεις άλλων χωρών η εφαρμογή των μέτρων χρειάστηκε προετοιμασία ετών και μάλιστα σε συνθήκες καθολικής αποδοχής. Τρίτον, δεν μπορούμε να συνδέσουμε φαρμακευτική πολιτική με μόνο πυλώνα την περιστολή της δαπάνης επιβαρύνοντας τους ασθενείς μέσω υψηλής συνασφάλισης και προκαλώντας επικίνδυνες ελλείψεις θέτοντας σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία». Στο πλαίσιο αυτό, είπε πως δεν νοείται φαρμακευτική πολιτική που να καταστρέφει την εγχώρια επιχειρηματικότητα, πολιτική με λανθασμένες τιμές φαρμάκων που δημιουργούν συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού, πολιτική γενοσήμων σε πλαίσιο άνισης μεταχείρισης των εισαγομένων έναντι των εγχωρίως παραγόμενων γενοσήμων. Τέλος, προσέθεσε ότι «η επιβίωση της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας εξαρτάται από τη χρήση των επώνυμων γενόσημων φαρμάκων που αποτελούν και τον κύριο κορμό παραγωγής τους».
Η Σάρα Ρίκγουντ, διευθύντρια στην IMS Europe Thought Leadership Team, ανέφερε ότι η αγορά των γενοσήμων εμφανίζει μεγάλη ανάπτυξη και, όπως εκτιμάται, έως το 2016 ο ρυθμός μπορεί να φτάσει το 11%, γεγονός που σημαίνει ότι τα γενόσημα θα πάρουν τη θέση πολλών άλλων φαρμάκων, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη τη μείωση στη δημιουργία πρωτοτύπων. Ειδικότερα, η IMS εκτιμά ότι προϊόντα αξίας 100 δισ. δολαρίων θα διοχετευτούν είτε στην πρωτοβάθμια περίθαλψη είτε σε εξειδικευμένες μορφές περίθαλψης.
Όσον αφορά την αγορά γενοσήμων στην Ευρώπη, τόνισε πως υπάρχει μεγάλη πολυμορφία ακόμα στις ευρωπαϊκές αγορές ως προς τη σύνθεση, τη διείσδυση και τα είδη των γενοσήμων.
Σχετικά με το κόστος της ημερήσιας δόσης, είπε πως «το κόστος για το σύστημα υγείας ποικίλλει από χώρα σε χώρα. Στην Ελλάδα, παρατηρείται μεν πτωτική τάση, ωστόσο αποτελεί μία χώρα που εμφανίζει υψηλό μέσο όρο δαπάνης για ημερήσια δόση». Χαρακτήρισε ως θετικό βήμα την υποχρεωτική συνταγογράφηση με όνομα γενοσήμου και τη μεγάλη διαφορά που προκύπτει από την τιμή πρωτοτύπων και γενοσήμων, «ωστόσο λειτουργεί ως ανασταλτικός παράγοντας η στάση των γιατρών που δεν επιτρέπουν τη γρήγορη επίτευξη των αλλαγών στο υπάρχον σύστημα».
Ο Κωνσταντίνος Κοφινάς, Γενικός Διευθυντής, IMS Hellas, είπε κατά τη διάρκεια της ομιλίας του ότι η μέση ετήσια πτώση της αγοράς φαρμάκου στην Ελλάδα, από το 2009 έως σήμερα, υπολογίζεται στο 10% σε αξία και στο 6% σε όγκο. Το μερίδιο των γενοσήμων στο σύνολο της αγοράς σε αξία βρίσκεται στο 15% και σε όγκο στο 13%. Αν στο σύνολο των γενοσήμων προστεθεί και αυτό των εκτός πατέντας φαρμάκων, τότε, όπως είπε, το ποσοστό τους διαμορφώνεται σε 60% σε αξία και σε πάνω από 70% σε όγκο. Επίσης, παρατηρείται πτώση στα φάρμακα που ανήκουν στην αρνητική λίστα. Το σύνολο της αξίας της ελληνικής αγοράς φαρμάκου υπολογίζεται στα 4,23 δισ. ευρώ με το 70% αυτής να αφορά τη χονδρική.
Το ποσοστό των εκτός πατέντας φαρμάκων στο σύνολο της αγοράς έπεσε περισσότερο από αυτό των γενοσήμων.
Ο Ιωάννης Τούντας, πρόεδρος του ΕΟΦ, ξεκίνησε την ομιλία του λέγοντας ότι πρέπει να εξεταστεί το φαινόμενο αντικατάστασης φθηνών και δοκιμασμένων φαρμάκων με νέα που είναι ακριβότερα. Συνέχισε λέγοντας: «Έχουμε μεν ρίξει το βάρος στη μείωση τιμών αλλά έχουμε πολλές παρενέργειες γιατί η μείωση αυτή έχει επιτευχθεί με προβληματικό σύστημα τιμολόγησης το οποίο έχει στρεβλώσεις και στο οποίο βγαίνει νέο δελτίο τιμών κάθε τρεις μήνες. Το σύστημα από τη συγκεκριμένη διαδικασία παράγει λάθη, ελλείψεις και αποσύρσεις, προκαλώντας προβλήματα βιωσιμότητας σε φάρμακα και επιχειρήσεις». Προσέθεσε επίσης ότι «τον επόμενο μήνα θα ξεκινήσει εκστρατεία ενημέρωσης για τα φάρμακα από τον ΕΟΦ. Επίσης τον Απρίλιο θα ενσωματωθούν τα θεραπευτικά πρωτόκολλα στο σύστημα συνταγογράφησης».
Επίσης, ο κ. Τούντας στάθηκε στο γεγονός ότι, ενώ στα νοσοκομεία χρησιμοποιούνται ευρέως τα γενόσημα, δεν συμβαίνει το ίδιο στα φαρμακεία, με αποτέλεσμα να μη διευρύνεται το μερίδιο τους στην αγορά.
Ο Κυριάκος Σουλιώτης, επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, αναφέρθηκε στις πολλές ιατρικές ειδικότητες που ακόμα δεν έχουν συμβληθεί με την ηλεκτρονική συνταγογράφηση. Ο ίδιος προσέθεσε ότι η πολιτική για τα γενόσημα στην Ελλάδα γίνεται με τέτοιο τρόπο που «λέει» στο γιατρό να κάνει συμβιβασμό, ενώ θα έπρεπε να του «λέει» να κάνει επιλογή.
Οι γιατροί σύμφωνα με τον κ. Σουλιώτη θα έπρεπε να έχουν περιορισμένο προϋπολογισμό στη συνταγογράφηση, ανάλογα με τα νοσήματα που διαχειρίζονται. «Τη στιγμή που θέλουμε να εκσυγχρονίσουμε το κράτος, ταυτόχρονα τραβάμε το χαλί κάτω από τα πόδια μας», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Σουλιώτης.