Η καναδική ερευνητική ομάδα εξέτασε το DNA περισσότερων από 300 γυναικών και τα ευρήματά τους τους βοήθησαν να επινοήσουν, τελικά, αυτό το απλό αιματολογικό τεστ εξέτασης DNA που μπορεί να δείξει ποιες γυναίκες θα πρέπει να αφυπνιστούν για πιθανή επανεμφάνιση του καρκίνου τους, ακόμη και μετά την κρίσιμη πρώτη 5ετία.
Τι προέκυψε από τις πρώτες δοκιμές του τεστ
Η έρευνα διεξήχθη από τον καθηγητή ιατρικής Sambasivarao Damaraju, ο οποίος, χρησιμοποιώντας ένα απλό τεστ αίματος, σάρωσε ολόκληρο το ανθρώπινο γονιδίωμα 369 γυναικών που είχαν διαγνωστεί με καρκίνο του μαστού. Από αυτές, οι 155 είχαν εμφανίσει υποτροπή του καρκίνου ενώ οι υπόλοιπες 214 παρέμεναν ελεύθερες νόσου.
«Αν μπορούμε με ακρίβεια να προβλέψουμε ποιες γυναίκες διατρέχουν υψηλό κίνδυνο υποτροπής του καρκίνου του μαστού, θα είμαστε σε θέση να σχεδιάσουμε εγκαίρως την κατάλληλη και ίσως πιο επιθετική θεραπεία, ώστε να περιορίσουμε στο ελάχιστο τις πιθανότητες υποτροπής της νόσου», λέει ο Damaraju. «Η στρατηγική της θεραπείας θα μπορούσε να είναι εξατομικευμένη, με βάση το γενετικό προφίλ της κάθε γυναίκας, ώστε να εντοπίζουμε ποιες είναι περισσότερο ευαίσθητες σε παράγοντες που ευνοούν την υποτροπή του καρκίνου του μαστού».
Ο Damaraju και η ομάδα του επικέντρωσαν την έρευνα σε γυναίκες με «καλή πρόγνωση», δηλαδή σε γυναίκες που παρουσιάζαν υψηλό ποσοστό επιτυχίας όσον αφορά στην αρχική αποκατάσταση και θεραπεία. Πρέπει να σημειωθεί ότι περίπου το 70% όλων των καρκίνων του μαστού εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία της «καλής πρόγνωσης». Ωστόσο, παρά το υψηλό ποσοστό επιτυχίας με την αρχική θεραπεία, ο συνολικός αριθμός των γυναικών που τελικά έχασαν τη ζωή τους ή παρουσίασαν μετάσταση, από την ομάδα γυναικών «καλής πρόγνωσης», ήταν σημαντικός. Ο αριθμός ήταν υψηλός ίσως μόνο και μόνο επειδή οι γυναίκες αυτές θεώρησαν ότι δεν κινδύνευαν πλέον και, πιθανόν, είχαν επαναπαυθεί στις λέξεις «καλή πρόγνωση».
Νέος «δείκτης» πρόγνωσης υποτροπών του καρκίνου του μαστού
Επί του παρόντος, οι θεραπευτικές επιλογές για τις ασθενείς με καρκίνο του μαστού, καθορίζονται με βάση αυτό που οι γιατροί γνωρίζουν για τον ίδιο τον όγκο (το μέγεθός του, την ποιότητά του και την απουσία ή παρουσία ορισμένων δεικτών εντός του όγκου).
Ο Damaraju σημειωθεί ότι ίσως έτσι εξηγείται, τελικά, γιατί σε ασθενείς «καλής πρόγνωσης» ο καρκίνος επανεμφανίζεται, αλλά και γιατί άλλες γυναίκες παραμένουν ελεύθερες καρκίνου, ακόμη κι αν οι γιατροί τους έκαναν λόγο για «κακή πρόγνωση» με βάση τις πληροφορίες που είχαν συγκεντρώσει από τον όγκο. Οι Καναδοί ερευνητές πιστεύουν ότι η ακρίβεια της πρόγνωσης θα μπορούσε να βελτιωθεί με την αξιολόγηση ακόμη ενός καρκινικού δείκτη από τον ίδιο τον όγκο, ο οποίος μπορεί να εντοπιστεί με ένα απλό αιματολογικό τεστ DNA.
Τα ευρήματα αυτά πρέπει να επιβεβαιωθούν και από μεγαλύτερη έρευνα, η εκτίμηση, ωστόσο, είναι ότι το συγκεκριμένο τεστ αίματος θα μπορέσει να βρει ευρύτερη κλινική εφαρμογή μέσα στην επόμενη πενταετία και οι ερευνητές δεν κρύβουν τον ενθουσιασμό τους ότι άνοιξαν τον δρόμο για την καλύτερη δυνατή πρόγνωση και έγκαιρη αντιμετώπιση των υποτροπών του καρκίνου του μαστού.
Πηγή: healthpress.gr