Ένα νέο τεστ, που μετρά τα επίπεδα πέντε χημικών ουσιών στην αναπνοή, μπορεί να ανιχνεύσει τους καρκίνους του οισοφάγου και του στομάχου.
Το τεστ παρουσιάσθηκε στο Ευρωπαϊκό Συνέδριο Καρκίνου στο ‘Αμστερνταμ από Βρετανούς επιστήμονες των πανεπιστημίων Imperial και University College Λονδίνου, καθώς και των νοσοκομείων Royal Marsden και St’ Mary’s.
Η πρώτη δοκιμή του τεστ σε 335 άτομα (οι μισοί με καρκίνο και οι άλλοι μισοί όχι) έδειξε ότι έχει διαγνωστική ακρίβεια της τάξης του 85%, πράγμα που αφήνει πολλές υποσχέσεις για το μέλλον, καθώς θα επιδιωχθεί η περαιτέρω βελτίωσή του.
Περίπου 1,4 εκατομμύρια νέα περιστατικά καρκίνου στομάχου και οισοφάγου διαγιγνώσκονται παγκοσμίως κάθε χρόνο. Και στους δύο αυτούς καρκίνους συνήθως η διάγνωση γίνεται με καθυστέρηση λόγω των ασαφών συμπτωμάτων, με συνέπεια η πενταετής επιβίωση μετά τη διάγνωση να είναι μόνο 15%.
Σήμερα, ο μόνος τρόπος να διαγνωσθούν αυτοί οι δύο καρκίνοι είναι μέσω ενδοσκόπησης, μιας μεθόδου ακριβής, επεμβατικής και με πιθανές επιπλοκές. Το τεστ αναπνοής θα μπορούσε να αποτελέσει μια φθηνή, μη επεμβατική εναλλακτική λύση πρώτης γραμμής, που θα μειώσει τον αριθμό των περιττών ενδοσκοπήσεων. Μακροπρόθεσμα, χάρη στο τεστ, μπορεί να βελτιωθεί και το προσδόκιμο ζωής των ασθενών.
Το τεστ ανιχνεύει την «χημική υπογραφή» του καρκίνου στο πεπτικό σύστημα, την οποία αφήνουν τα καρκινικά κύτταρα. Όμως το τεστ θα πρέπει να δοκιμασθεί σε μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων, προτού εφαρμοσθεί κλινικά, πράγμα που αναμένεται να συμβεί σε τρία περίπου χρόνια. Οι ίδιοι ερευνητές ήδη μελετούν ανάλογα τεστ αναπνοής και για άλλα είδη καρκίνου, όπως του παχέος εντέρου και του παγκρέατος.