Ο κατάλογος με τα πιθανά προβλήματα για την υγεία, λόγω των τεχνητών γλυκαντικών, ο οποίος ήδη περιλαμβάνει τον διαβήτη, την παχυσαρκία, την υπέρταση κ.α., πρέπει μάλλον να διευρυνθεί, καθώς μια νέα μεγάλη γαλλική επιστημονική έρευνα συνδέει μερικά από αυτά τα δημοφιλή υποκατάστατα της ζάχαρης με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου.
Οι ερευνητές του Γαλλικού Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας και Ιατρικής Έρευνας (INSERM) και του Πανεπιστημίου του Παρισιού Sorbonne Paris Nord, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό «British Medical Journal» (BMJ), συμπέραναν ότι οι εν λόγω γλυκαντικές ουσίες, οι οποίες συχνά υπάρχουν στα τρόφιμα και ποτά με χαμηλές θερμίδες, «δεν πρέπει να θεωρηθούν μια πραγματικά υγιής και ασφαλής εναλλακτική λύση σε σχέση με την ζάχαρη». Διαπιστώθηκε ότι όσο αυξάνει η συνολική κατανάλωση τεχνητών γλυκαντικών, τόσο μεγαλώνει ο εν γένει καρδιαγγειακός κίνδυνος.
Η μελέτη, που ανέλυσε τις διατροφικές συνήθειες 103.338 ανθρώπων με μέση ηλικία 42 ετών, εστίασε στις γλυκαντικές ουσίες, όπως η ασπαρτάμη, η σουκραλόζη και η ακεσουλφάμη καλίου, προερχόμενες από κάθε είδους διατροφικές πηγές. Το 37% των συμμετεχόντων κατανάλωνε τέτοιες ουσίες με μέση ποσότητα τα 42 μιλιγκράμ ημερησίως. Τη μεγαλύτερη χρήση γλυκαντικών βρέθηκαν να κάνουν πιο νέοι άνθρωποι, με μεγαλύτερο σωματικό βάρος, καπνιστές και λιγότερο σωματικά δραστήριοι, οι οποίοι γενικά τρώνε λιγότερα φρούτα και λαχανικά, αλλά περισσότερα επεξεργασμένα κρέατα, γαλακτοκομικά και ποτά.
Στη διάρκεια των επόμενων εννέα ετών, καταγράφηκαν 1.502 καρδιαγγειακά περιστατικά, όπως έμφραγμα, στηθάγχη, εγκεφαλικό κ.α. Γενικά η κατανάλωση τεχνητών γλυκαντικών εκτιμήθηκε ότι σχετίζεται με αυξημένο κατά 9% κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου. Ειδικότερα η ασπαρτάμη βρέθηκε να σχετίζεται με αυξημένο κατά 17% κίνδυνο για αγγειοεγκεφαλικά επεισόδια, ενώ η σουκραλόζη και η ακεσουλφάμη καλίου με μεγαλύτερη πιθανότητα στεφανιαίας νόσου.
Η παγκόσμια αγορά τεχνητών γλυκαντικών εκτιμάται ότι έφθασε τα 7,2 δισεκατομμύρια δολάρια το 2021 και αναμένεται να αυξηθεί στα 9,7 δισ. δολ. έως το 2027. Παρά πάντως την εκτεταμένη χρήση τους, οι ουσίες αυτές παραμένουν επίμαχες, σύμφωνα με τους Γάλλους επιστήμονες. Επεσήμαναν ότι επρόκειτο για μια μελέτη παρατήρησης που βρήκε μια συσχέτιση και όχι μια σχέση αιτίας-αποτελέσματος ανάμεσα στα γλυκαντικά και στον καρδιαγγειακό κίνδυνο, συνεπώς δεν μπορεί να αποκλεισθεί ότι και άλλοι παράγοντες μπορεί να παίζουν ρόλο. Γι' αυτό τόνισαν την ανάγκη να γίνουν περαιτέρω μελέτες πάνω στο θέμα αυτό.