Σύμφωνα με τους ειδικούς, κάποιοι άνθρωποι είναι γενετικά προγραμματισμένοι να προτιμούν τα λιπαρά και παχυντικά φαγητά.
Επιστήμονες από το πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ προσέφεραν σε 54 εθελοντές, που πήραν μέρος στην εν λόγω έρευνα, όση ποσότητα κοτόπουλο κόρμα ήθελαν (πρόκειται για μία ινδική συνταγή) και στη συνέχεια επιδόρπιο στυλ Eton mess, που είναι ένα κλασσικό βρετανικό γλυκό με κρέμα, μαρέγκα και φράουλες).
Για τις ανάγκες της έρευνας οι επιστήμονες προσέφεραν στους συμμετέχοντες τρεις εκδοχές του ίδιου πιάτου κοτόπουλου κόρμα (που έμοιαζαν τόσο στην εμφάνιση όσο και στη γεύση) και των οποίων η περιεκτικότητα σε λίπος ήταν χαμηλή, μεσαία ή υψηλή.
Οι ερευνητές τους έδωσαν να δοκιμάσουν και από τις τρεις εκδοχές και στη συνέχεια τους είπαν να φάνε όσο ήθελαν από οποιοδήποτε από τις τρεις εκδοχές. Οι επιστήμονες έκαναν και τρεις διαφορετικές εκτελέσεις του γλυκού, με διαφορετική περιεκτικότητα σε ζάχαρη κάθε φορά.
Αν και δεν υπήρξε ουσιαστική διαφορά όσον αφορά στο πόσο φαγητό έφαγαν τελικά οι συμμετέχοντες, οι άνθρωποι που έφεραν την ελαττωματική εκδοχή του γονιδίου MC4R επέλεξαν να καταναλώσουν την πιο παχυντική εκδοχή του πιάτου.
Πρόκειται για το γονίδιο MC4R, που έχει ταυτοποιηθεί ως υπεύθυνο για σοβαρές περιπτώσεις οικογενούς παχυσαρκίας.
Πιθανώς το γονίδιο αυτό υπήρχε για να προστατεύει τους ανθρώπους από την πείνα, καθώς η συσσώρευση λίπους βοηθούσε στην επιβίωση στο παρελθόν, όταν υπήρχε έλλειψη τροφής.
Σήμερα όμως η υπερκατανάλωση φαγητού, και κυρίως λιπαρού, κάθε άλλο παρά βοηθά στη επιβίωση του ανθρώπου.