Ο αριθμός των διαβητικών ανέρχεται σε 371 εκατομμύρια, από 366 που ήταν πριν από ένα χρόνο, κι αναμένεται μέχρι το 2030 να φθάσει τα 552 εκατομμύρια, ανακοίνωσε η Διεθνής Ομοσπονδία Διαβήτη (IDF).
Ο διαβήτης θεωρείται συχνά πρόβλημα των δυτικών κοινωνιών καθώς η μεγάλη πλειοψηφία των διαβητικών πάσχουν από διαβήτη τύπου 2, ο οποίος συνδέεται με την παχυσαρκία και την έλλειψη σωματικής άσκησης.
Αλλά η νόσος εξαπλώνεται ραγδαία στις φτωχότερες χώρες ταυτόχρονα με την αστυφιλία, και τέσσερις στους πέντε διαβητικούς ζουν σήμερα σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, γεγονός που δίνει νέες ευκαιρίες και προκλήσεις στις φαρμακοβιομηχανίες.
Μόνο στις Κίνα ο αριθμός των διαβητικών ανέρχεται σε 92,3 εκατομμύρια, αριθμός μεγαλύτερος από οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο, και ο αριθμός των διαβητικών είναι επίσης μεγάλος στις χώρες της υποσαχάρειας Αφρικής όπου εξαιτίας των πενιχρών ιατρικών μέσων το ένα πέμπτο και πλέον των κρουσμάτων διαβήτη δεν διαγιγνώσκεται.
Η Ομοσπονδία εκτιμά ότι σε παγκόσμιο επίπεδο 187 εκατομμύρια άνθρωποι δεν γνωρίζουν ότι πάσχουν από τη νόσο.
Οι διαβητικοί κινδυνεύουν να υποστούν σοβαρές επιπλοκές εξαιτίας των αυξημένων επιπέδων σακχάρου στο αίμα τους, μεταξύ των οποίων τύφλωση, νεφρική ανεπάρκεια και νευροπάθεια. Παγκοσμίως, ο αριθμός των θανάτων από τη νόσο ανέρχεται σε 4,8 εκατομμύρια τον χρόνο.
Η νόσος συγκαταλέγεται στις χρόνιες παθήσεις, μαζί με τον καρκίνο, τις ασθένειες του αναπνευστικού και τις καρδιαγγειακές νόσους, τις οποίες οι ακτιβιστές του τομέα υγείας, θέλουν να συμπεριλάβουν στους επόμενους αναπτυξιακούς στόχους οι οποίοι θα αντικαταστήσουν του Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας το 2015.
Για τις διεθνείς φαρμακοβιομηχανίες, σύμφωνα με το ΑΜΠΕ, ο διαβήτης είναι πηγή πλουτισμού καθώς οι παγκόσμιες πωλήσεις των φαρμάκων για τη θεραπεία της νόσου αναμένεται να φθάσουν τα 48 με 53 δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2016 από 39,2 δις δολάρια που ήταν το 2011, σύμφωνα με την εταιρεία ερευνών IMS Health.
Η Κίνα, μετά τις ΗΠΑ, είναι η δεύτερη μεγαλύτερη αγορά για την μεγαλύτερη παρασκευάστρια εταιρεία ινσουλίνης την δανέζικη Novo Nordisk. Είναι επίσης στόχος και αντιπάλων της εταιρειών όπως οι Eli Lilly, Merck & Co και Sanofi.
Οι φτωχότερες χώρες είναι πιο δύσκολες αγορές, ειδικά αναφορικά με την ινσουλίνη, που για να μην καταστραφεί η δράση της θα πρέπει να φυλάσσεται σε δροσερό μέρος.
Ενώ οι περισσότεροι ασθενείς ξεκινούν τη θεραπεία με τη λήψη φθηνών χαπιών, όπως η μετφορμίνη, πολλοί από αυτούς τελικά χρειάζονται ινσουλίνη όσο εξελλίσσεται η νόσος.