Σήμερα είναι πιο δύσκολο να κόψει κανείς το τσιγάρο

A7CAC68F9FFB48F12355CF8C5FAD4DDD.jpg

  Κάθε μέρα 1.000 έφηβοι στις ΗΠΑ εθίζονται στο τσιγάρο, ενώ την ίδια στιγμή οι καπνοβιομηχανίες αυξάνουν την περιεκτικότητα σε νικοτίνη στα προϊόντα τους, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι να δυσκολεύονται ακόμη περισσότερο να κόψουν το τσιγάρο.

Τι αναφέρουν σχετικές μελέτες για το ζήτημα αυτό και γιατί η νικοτίνη είναι τόσο εθιστική για τον ανθρώπινο οργανισμό;

Τα επίπεδα της νικοτίνης στα τσιγάρα ανέβηκαν κατά 15% ανάμεσα στο 1999 και το 2011, όπως αποκάλυψε μια έρευνα που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο επιστημονικό έντυπο Nicotine and Tobacco Research.

Τα στοιχεία που αναφέρονται στην έρευνα περιέχονται στην ετήσια έκθεση του Τμήματος Δημόσιας Υγείας της Μασαχουσέτης, σύμφωνα με δεδομένα που παρείχαν οι τέσσερις μεγαλύτερες καπνοβιομηχανίες από το 1997 έως το 2012.

«Πλέον είναι πολύ πιο εύκολο να εθιστεί κανείς στα τσιγάρα από τις πρώτες φορές που δοκιμάζει να καπνίσει» αναφέρει ο επικεφαλής της μελέτης, διευθυντής του Office of Health Information Policy and Informatics στο Υπουργείο Υγείας των ΗΠΑ, Thomas Land, ο οποίος μίλησε στην Deborah Kotz για την εφημερίδα The Boston Globe.

Σύμφωνα με στοιχεία από το ίδιο δημοσίευμα, που επικαλείται ο Michael Kelley σε άρθρο του στο Business Insider, κάθε μέρα 3.800 αμερικανοί έφηβοι δοκιμάζουν για πρώτη φορά τσιγάρο και 1.000 από αυτούς εθίζονται. Όσοι δεν καταφέρνουν να το κόψουν αφότου ενηλικιωθούν θα πεθάνουν κατά μέσο όρο 13 χρόνια νωρίτερα από όσους δεν καπνίζουν.

Κι όμως αυτή δεν είναι η πρώτη έρευνα που κάνει λόγο για αυξημένα επίπεδα νικοτίνης στα τσιγάρα.

Το 2007 μια μελέτη του πανεπιστημίου του Χάρβαρντ ανέφερε ότι τα επίπεδα νικοτίνης στα τσιγάρα είχαν αυξηθεί κατά περίπου 11% από το 1997 μέχρι το 2005. Τα στελέχη των καπνοβιομηχανιών αμφισβήτησαν τα αποτελέσματα της μελέτης, υποστηρίζοντας ότι η αύξηση αυτή οφείλεται στις διαφορετικές καλλιέργειες και την αύξηση των βροχοπτώσεων, κάτι που οδήγησε σε υψηλότερα επίπεδα συγκέντρωσης νικοτίνης στις καλλιέργειες καπνού.

Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του αμερικανικού υπουργείου Υγείας, Thomas Land, αν ίσχυε κάτι τέτοιο «θα είχαμε δει μια παρόμοια τάση αύξησης της περιεκτικότητας της νικοτίνης σε όλες τις καπνοβιομηχανίες, καθώς τείνουν να αγοράζουν τον καπνό τους από τις ίδιες περιοχές. Όμως κάτι τέτοιο δε συνέβη».

Η ίδια μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τα επίπεδα νικοτίνης στα τσιγάρα μπορούν να ελεγχθούν και θα πρέπει να παρακολουθούνται και να ρυθμίζονται από τις αρμόδιες κυβερνητικές υπηρεσίες.

Κι ενώ σύμφωνα με την ομοσπονδιακή νομοθεσία ο Οργανισμός Ελέγχου Φαρμάκων και Τροφίμων στις ΗΠΑ επιτρέπει τη θέσπιση νέων κανονισμών για τη μείωση της περιεκτικότητας των τσιγάρων σε νικοτίνη, σύμφωνα με την Kotz ο οργανισμός δεν έχει θέσει νέα όρια για το ποσό της νικοτίνης που επιτρέπεται να περιέχει κάθε τσιγάρο.

Γιατί η νικοτίνη είναι τόσο εθιστική

Όταν λέμε ότι μια ουσία είναι εθιστική, εννοούμε δύο διαφορετικά πράγματα.

Ο σωματικός εθισμός, ή ακριβέστερα η σωματική εξάρτηση, είναι όταν ο οργανισμός του ανθρώπου αρχίζει να εξαρτάται από την παρουσία μιας συγκεκριμένης ουσίας για τη σωματική του ευεξία.

Η ξαφνική απουσία αυτής της ουσίας δεν επιτρέπει στο σώμα να λειτουργήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα, χωρίς την ύπαρξη αυτής, με αποτέλεσμα την εμφάνιση συμπτωμάτων στέρησης όπως: ναυτία, εμετός, πόνοι στο στήθος, το κεφάλι και στο σώμα, επιληπτικές κρίσεις, ανεξέλεγκτη εφίδρωση και δυσκολία στην αναπνοή.

Ένα πολύ καλό παράδειγμα είναι αυτό που συμβαίνει στο σώμα μας όταν καταναλώνουμε πολύ αλκοόλ. Αν κάποιος που δεν πίνει πολύ, ξαφνικά αποφασίσει να καταναλώσει μεγάλες ποσότητες αλκοόλ, ο οργανισμός του «μπλοκάρει» από την υπερβολική δόση με αποτέλεσμα να νιώθει ναυτία, να έχει πονοκέφαλο, να κάνει εμετό ακόμη και να πέφτει αναίσθητος, ενώ υπάρχει μέχρι και ο κίνδυνος να σταματήσει να αναπνέει.

Οι ουσίες που θεωρούνται εθιστικές, αλλά δεν προκαλούν τα παραπάνω συμπτώματα, όταν τις κόψει κανείς ξαφνικά, θεωρούνται ψυχολογικά εθιστικές και όχι ότι προκαλούν σωματική εξάρτηση.

Αυτό σημαίνει ότι το άτομο μπορεί να εξακολουθεί να νομίζει ότι θέλει… τη «δόση» του, όμως δεν θα εμφανίσει τα συμπτώματα στέρησης που συνοδεύουν τη χρήση και απότομη διακοπή άλλων ουσιών.

Η νικοτίνη, όπως και άλλες ουσίες όπως η ηρωίνη και το αλκοόλ, έχει αποδειχθεί ότι προκαλούν κάποιο είδος σωματικής εξάρτησης καθώς επίσης και ψυχολογικό εθισμό.

Για να καταλάβουμε γιατί, ας δούμε τι προκαλεί η νικοτίνη στον οργανισμό των καπνιστών.

Η νικοτίνη είναι μια φυσική ουσία που παράγεται από μια οικογένεια φυτών που είναι γνωστά ως Solanaceae or Nightshade.

Τα αποξηραμένα φύλλα καπνού περιέχουν νικοτίνη σε ποσοστό περίπου 0,6-3%.

Η ουσία αυτή δρα στους υποδοχείς νικοτινικής ακετυλοχολίνης και επηρεάζει δύο κύριες περιοχές του σώματος -το μυελό των επινεφριδίων και το κεντρικό νευρικό σύστημα-, προκαλώντας την απελευθέρωση πολλών νευροδιαβιβαστών, όπως η ντοπαμίνη.

Ο καπνός του τσιγάρου περιέχει επίσης αρκετές ουσίες που είναι γνωστές ως αναστολείς της μονοαμινοξειδάσης, ένζυμα τα οποία ευθύνονται για τη διάσπαση των νευροδιαβιβαστών όπως η ντοπαμίνη, η σεροτονίνη και η νορεπινεφρίνη, αναφέρει το Business Insider. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να κυκλοφορούν περισσότεροι τέτοιοι νευροδιαβιβαστές, απ’ ό,τι θα συνέβαινε διαφορετικά.

Όταν κανείς καπνίζει, η νικοτίνη αρχίζει να ενεργεί σε αυτούς τους υποδοχείς μέσα σε 7 δευτερόλεπτα, και έχει χρόνο ημιζωής περίπου δύο ώρες.

Αυτό το ξαφνικό αίσθημα «ανταμοιβής» είναι ένας από τους λόγους που μερικοί άνθρωποι νιώθουν τόσο έντονη επιθυμία για… τη δόση τους με νικοτίνη.

Η νικοτίνη προκαλεί αύξηση της ποσότητας του ασβεστίου που εγχέεται στα κύτταρα, με αποτέλεσμα την απελευθέρωση αδρεναλίνης. Αυτό προκαλεί με τη σειρά του αύξηση της πίεσης του αίματος, του καρδιακού και αναπνευστικού ρυθμού και των επιπέδων σακχάρου στο αίμα.

Αυτό που δε συζητείται πολύ όμως είναι η τοξικότητα της νικοτίνης.

Η μέση ποσότητα νικοτίνης που απορροφάται από τον οργανισμό από ένα τσιγάρο είναι περίπου 1mg. Σε αυτά τα επίπεδα οι καπνιστές νιώθουν ότι όλα «είναι καλά». Αν αυξηθεί όμως η δόση η αντίδραση του οργανισμού θα είναι διαφορετική: ναυτία, εμετός, πόνος στο στομάχι, πονοκέφαλοι, μυϊκοί σπασμοί, κρίσεις, χαμηλή αρτηριακή πίεση, αναπνευστική ανεπάρκεια και… τελικά θάνατος με 40-60 milligrams!

Ανάλογα με το πόσο καιρό καπνίζει κανείς και σε τι ποσότητα νικοτίνης έχει εθιστεί ο οργανισμός του, τα συμπτώματα στέρησης όταν κόψει το τσιγάρο ποικίλουν, τόσο σε ένταση όσο και σε διάρκεια.

Συνήθως ξεκινούν στις 2 με 3 ώρες από την τελευταία «δόση» και κορυφώνονται στις 2 με 3 ημέρες. Σε αυτά περιλαμβάνονται τα εξής: άγχος, κατάθλιψη, δυσκολία στον ύπνο, υπνηλία, πονοκέφαλοι, αυξημένη όρεξη, προβλήματα συγκέντρωσης και αίσθημα ανησυχίας και απογοήτευσης.

Μόλις ο οργανισμός είναι σε θέση να αρχίσει να εκκρίνει τη σωστή ποσότητα των νευροδιαβιβαστών και ορμονών για να αντιμετωπίσει την έλλειψη νικοτίνης, ο υπόλοιπος εθισμός τείνει να είναι ψυχολογικός.

Διαβάστε ακόμη...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *