Υπάρχουν κάποιες καθημερινές συνήθειες που αν τις περιορίσουμε θα μπορέσουμε να καθυστερήσουμε την πρόωρη γήρανση.
Νέα επιστημονική έρευνα του Εθνικοί Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου της Νότιας Δανίας στην Κοπεγχάγη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι άνθρωποι που καταναλώνουν πολύ αλκοόλ και καπνίζουν αρειμανίως εμφανίζουν στην όψη τους πρόωρα σημάδια γήρανσης. Η ελαφριά έως μέτρια κατανάλωση αλκοόλ και το αραιό κάπνισμα δεν έχουν το ίδιο αποτέλεσμα.
Ερευνητές, με επικεφαλής τη δρα Τζέιν Τόλστρουπ ανέλυσαν στοιχεία για πάνω από 11.500 ανθρώπους 21 έως 93 ετών, των οποίων η υγεία και η εξωτερική εμφάνιση παρακολουθήθηκαν επί 11,5 χρόνια κατά μέσο όρο.
Η μέση κατανάλωση αλκοόλ των συμμετεχόντων ήταν περίπου δυόμισι ποτά την εβδομάδα για τις γυναίκες και 11 για τους άνδρες, ενώ το 57% των γυναικών και το 67% των ανδρών ήταν καπνιστές.
Ως σημάδια πρόωρης γήρανσης θεωρήθηκαν οι ρυτίδες στους λοβούς των αυτιών, οι σκούροι κύκλοι γύρω από τα μάτια, οι κιτρινωπές πλάκες στα βλέφαρα (ξανθελάσματα), η απώλεια των μαλλιών (κυρίως στους άνδρες) κ.α.
Διαπιστώθηκε, λοιπόν, ότι όσο περισσότερο πίνει και καπνίζει κανείς, τόσο αυξάνεται η πιθανότητα να δείχνει πιο μεγάλος από την ηλικία του, δηλαδή να υπάρχει απόκλιση ανάμεσα στη βιολογική και στη χρονολογική ηλικία του.
Για παράδειγμα, μια γυναίκα που καπνίζει ένα πακέτο τσιγάρα τη μέρα επί 15 έως 30 χρόνια, έχει κατά μέσο όρο 41% μεγαλύτερη πιθανότητα να δείχνει μεγαλύτερη από τα χρόνια της, ενώ για τους άνδρες η πιθανότητα αυξάνει κατά 12% αντίστοιχα.
Μια γυναίκα που πίνει 28 ποτά την εβδομάδα (τέσσερα τη μέρα κατά μέσο όρο), έχει 33% μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσει μαύρους κύκλους γύρω από τα μάτια της, ενώ ο κίνδυνος είναι κατά 35% μεγαλύτερος για έναν άνδρα που πίνει πάνω από 35 μερίδες αλκοόλ την εβδομάδα.
Η ανάλυση έδειξε ότι ανάμεσα σε αυτούς που δεν πίνουν καθόλου αλκοόλ και σε αυτούς που πίνουν λίγο έως μέτρια, δεν υπάρχουν διαφορές όσον αφορά στα σημάδια της πρόωρης γήρανσης.
Η φαλάκρα είναι το σημάδι εκείνο που εξαρτάται λιγότερο από το ποτό και το αλκοόλ, επειδή επηρεάζεται σε μεγαλύτερο βαθμό από τα γονίδια και τα επίπεδα των ανδρικών ορμονών.