Κινητοποιήσεις προαναγγέλλει η ΠΟΕΔΗΝ, κάνοντας λόγο για τραγική κατάσταση στο δημόσιο σύστημα Υγείας, «κατάσταση εκτός ελέγχου» και για «νοσοκομεία που λειτουργούν σε συνθήκες black out», με τα ταμεία τους άδεια και τις οφειλές προς τους προμηθευτές να ξεπερνούν το 1,3 δισ. ευρώ.
Οι επιπτώσεις στις παρεχόμενες υπηρεσίες, σύμφωνα με την ΠΟΕΔΗΝ, είναι εμφανείς.
«Κινδυνεύουν ανθρώπινες ζωές. Τα νοσοκομεία δεν διαθέτουν υγειονομικό υλικό, φάρμακα, υλικά διατροφής και άλλα είδη απαραίτητα για την ασφαλή λειτουργία τους. Αναστέλλονται χειρουργεία ελλείψει χειρουργικών υλικών. Δεν διαθέτουν γάντια, γάζες, σύριγγες, βαμβάκι κ.λπ.. Εφημερεύουν και βγαίνουν στη γύρα σε κοντινά νοσοκομεία για δανεικά υλικά. Δεν είναι σε θέση να προμηθευτούν πετρέλαιο θέρμανσης ενόψει του χειμώνα. Υποβαθμίζεται η ποιότητα του φαγητού των ασθενών». Τα παραπάνω, σύμφωνα με την ΠΟΕΔΗΝ, συνθέτουν μια «εφιαλτική εικόνα» για τα νοσοκομεία, τα οποία τους οκτώ πρώτους μήνες του έτους έλαβαν το 31,2% της προβλεπόμενης κρατικής χρηματοδότησης, δηλαδή 400 εκ ευρώ, από το 1,350 δις ευρώ που προβλέπει ο Προϋπολογισμός του 2015.
Η ΠΟΕΔΗΝ εκτιμά ότι «με τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί στο 3ο Μνημόνιο αναθεωρούνται οι στόχοι του τρέχοντος Προϋπολογισμού και δεν αναμένεται εφέτος η κρατική χρηματοδότηση να υπερβεί το 50% της προβλεπόμενης ετήσιας».
Σύμφωνα με τους εκπροσώπους της ΠΟΕΔΗΝ, η δημόσια δαπάνη Υγείας στη χώρας μας είναι 5,5% του ΑΕΠ (χαμηλότερη από την πρόβλεψη 6% του ΑΕΠ του 2ου Μνημονίου), όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι 7,5% του ΑΕΠ. «Πάνω από 5 δισ. ευρώ επιπλέον πληρώνουν από τη τσέπη τους οι Έλληνες πολίτες για να βρουν την υγειά τους, σε σχέση με τους άλλους Ευρωπαίους πολίτες, αφού η ιδιωτική δαπάνη υγείας στη χώρα μας είναι 3,1% του ΑΕΠ, όταν στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι 1% του ΑΕΠ» σημειώνεται.
Η ΠΟΕΔΗΝ, συνεχίζοντας την καταγραφή των προβλημάτων, επισημαίνει ότι ο «ΕΟΠΥΥ υποχρηματοδοτείται και προβλέπεται περαιτέρω μείωση των καλύψεων του». Το πρόβλημα έλλειψης προσωπικού εντείνεται με το σύνολο του προσωπικού, που εργάζεται σήμερα στα δημόσια νοσοκομεία, να είναι κάτω των 50.000 ατόμων, όταν πριν το Μνημόνια ήταν 67.000 άνθρωποι, ενώ 3.000 αποχώρησαν φέτος. Οπως εκτιμάται, το κύμα φυγής θα αυξηθεί εξαιτίας των δυσμενών αλλαγών στο ασφαλιστικό σύστημα.
«Η συνήθης κάλυψη είναι μια νοσηλεύτρια για 40 ασθενείς σε κάθε κλινική. Τελείωσε το καλοκαίρι χωρίς να χορηγηθούν κανονικές άδειες και οφείλονται δεκάδες ρεπό. Συνθήκες εργασιακής εξουθένωσης. Προσλήψεις ακούμε και προσλήψεις δεν βλέπουμε. Απολογισμός πρώτου εννιαμήνου του έτους 2015. Μηδέν προκηρύξεις και μηδέν προσλήψεις».
Σύμφωνα με την ΠΟΕΔΗΝ, οι κενές οργανικές θέσεις ανέρχονται σε 26.347, ενώ στην Ελλάδα το νοσηλευτικό προσωπικό είναι μόλις 3,6 ανά 1000 κατοίκους, όταν ο μέσος όρος στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι υπερδιπλάσιος (8 Νοσηλευτές ανά 1.000 κατοίκους).
Σε «μη διαχειρίσιμα επίπεδα» είναι η κατάσταση στα δημόσια ψυχιατρικά νοσοκομεία, εξαιτίας της υποστελέχωσης, της υποχρηματοδότησης και της αυξανόμενης ζήτησης, χωρίς τη λειτουργία κατάλληλων και επαρκών Μονάδων, για τη διαλογή των περιστατικών και την κάλυψη των αναγκών, αναφέρει η ΠΟΔΗΝ. Και συμπληρώνει ότι «το ΕΚΑΒ στενάζει από την έλλειψη ασθενοφόρων και πληρωμάτων, η προνοσοκομειακή φροντίδα παραδίδεται στον ιδιωτικό τομέα, οι Προνοιακές Μονάδες έχουν εγκαταλειφθεί στην τύχη τους με σημαντικές ελλείψεις προσωπικού».
«Τα τρία μνημόνια προβλέπουν τη διάλυση του ΕΣΥ και όχι την αντιμετώπιση των μειζόνων προβλημάτων της χρηματοδότησης και της στελέχωσης. Επιβάλλουν μετακύλιση του κόστους στους πολίτες, καταργήσεις νοσοκομειακών μονάδων, κλινών, κλινικών και οργανικών θέσεων μέσω της έκδοσης νέων Οργανισμών, περαιτέρω ιδιωτικοποίηση υπηρεσιών, ελαστικοποίηση εργασιακών σχέσεων» καταλήγει η ΠΟΕΔΗΝ.