Επιστήμονες στις ΗΠΑ ανακοίνωσαν ότι ένα νέο πειραματικό εμβόλιο για τον δάγκειο πυρετό, το οποίο δοκίμασαν σε 21 ανθρώπους, αποδείχθηκε 100% αποτελεσματικό. Όλοι οι εθελοντές προστατεύτηκαν από τη μόλυνση με τον ιό του δάγκειου.
Οι ερευνητές των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας, με επικεφαλής τον ιολόγο Στέφεν Γουάιχεντ του Εθνικού Ινστιτούτου Αλλεργίας και Λοιμωδών Νόσων των ΗΠΑ και την αναπληρώτρια καθηγήτρια Άννα Ντέρμπιν της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Τζον Χόπκινς, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό «Science Translational Medicine», εκτιμούν ότι το εμβόλιο μίας δόσης TV003 -που αναπτύσσεται εδώ και 15 χρόνια- θα είναι ευρέως διαθέσιμο από το 2018.
Ο δάγκειος είναι η πιο κοινή λοιμώδης νόσος που μεταδίδεται από τα κουνούπια. Προκαλείται από ιό και πλήττει κυρίως τροπικές και υποτροπικές περιοχές. Κάθε χρόνο μολύνει σχεδόν 400 εκατομμύρια ανθρώπους σε περίπου 120 χώρες. Οι περισσότεροι ασθενείς έχουν ελάχιστα ή καθόλου συμπτώματα και επιβιώνουν χωρίς πρόβλημα, όμως πάνω από δύο εκατομμύρια ετησίως εμφανίζουν αιμορραγικό πυρετό, που σκοτώνει περισσότερους από 25.000 ασθενείς.
Ο έλεγχος της νόσου αποτελεί προτεραιότητα για τις υγεινονομικές υπηρεσίες εδώ και χρόνια, αλλά έχει αποδειχθεί δύσκολος. Το εμβόλιο έχει δημιουργηθεί από ένα μίγμα τεσσάρων ζώντων αλλά εξασθενημένων στελεχών του ιού. Ήδη βρίσκονται σε εξέλιξη ή σχεδιάζονται μεγαλύτερες κλινικές δοκιμές του εμβολίου σε Βραζιλία και Μπαγκλαντές.
Οι επιστήμονες δήλωσαν αισιόδοξοι ότι η ίδια προσέγγιση που χρησιμοποίησαν για τον δάγκειο, μπορεί να ακολουθηθεί και για τη δημιουργία ενός εμβολίου κατά του ιού Ζίκα, ο οποίος ανήκει στην ίδια οικογένεια ιών και εξαπλώνεται από το ίδιο είδος κουνουπιών.
Μέχρι στιγμής υπάρχει ένα εμβόλιο τριών δόσεων κατά του δάγκειου, το Dengvaxia της Sanofi, όμως έχει εγκριθεί μόνο στο Μεξικό και αφορά άτομα ηλικίας εννέα έως 45 ετών, πράγμα που σημαίνει ότι δεν είναι κατάλληλο για μκρότερα παιδιά, ούτε για τουρίστες (αφού δεν είναι μιας δόσης).
Για το υπό δοκιμή νέο εμβόλιο, τα αποκλειστικά δικαιώματα (εκτός Βραζιλίας) έχει η εταιρεία Merck.