Δεν είναι λίγοι οι άνθρωποι που κατά τη διάρκεια μιας κουβέντας ή μιας δήλωσης κομπιάζουν αρκετά, με αποτέλεσμα να «εεε…», «κοίτα», «ας πούμε» να κάνουν την εμφάνισή τους. Μάλιστα, ίσως να έχουμε πιάσει τον εαυτό μας σε αυτήν τη θέση και μας κάνει να αναρωτιόμαστε γιατί συμβαίνει κάτι τέτοιο.
Η επιστήμη δίνει την απάντηση και σε αυτό: μάλλον χρησιμοποιούμε πολλά ουσιαστικά στην ομιλία μας. Μια νέα ελβετο-ολλανδική επιστημονική έρευνα βρήκε ότι αυτή η παύση και το κόμπιασμα συμβαίνουν κυρίως πριν από τα ουσιαστικά, τα οποία τείνουν να επιβραδύνουν την ομιλία περισσότερο από τα ρήματα και αυτό είναι κάτι που συμβαίνει σε πολλές γλώσσες σε όλον τον κόσμο.
Οι ερευνητές των πανεπιστημίων της Ζυρίχης και του Άμστερνταμ, με επικεφαλής τον καθηγητή Μπαλτάζαρ Μπίκελ, που έκαναν τη δημοσίευση στο περιοδικό της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (PNAS) και την οποία αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, ανέλυσαν χιλιάδες ηχογραφήσεις αυθόρμητης ομιλίας από διάφορες γλώσσες όλο τον κόσμο, από τα δάση του Αμαζονίου, τη Σιβηρία, τα Ιμαλάια και την αφρικανική έρημο Καλαχάρι έως τις μεγαλουπόλεις της Ευρώπης.
Οι επιστήμονες μέτρησαν την ταχύτητα εκφοράς του λόγου, πόσο κομπιάζουν οι άνθρωποι και πριν από ποιές λέξεις. Έτσι, διαπιστώθηκε ότι είναι παγκόσμιο φαινόμενο η ομιλία των ανθρώπων να επιβραδύνεται περισσότερο (κατά μέσο όρο περίπου 3,5%) πριν από τα ουσιαστικά από ό,τι πριν από τα ρήματα.
Επίσης, σχεδόν σε όλες τις γλώσσες ο ομιλητής έχει περίπου διπλάσια πιθανότητα να κομπιάσει πριν από ένα ουσιαστικό από ό,τι πριν από ένα ρήμα, είτε κάνοντας μεγαλύτερη παύση, είτε βγάζοντας ένα «εεε…».
Οι άνθρωποι υποσυνείδητα προφέρουν κάποιες λέξεις πιο αργά από άλλες και κατά προτίμηση κάνουν παύσεις ή βγάζουν ήχους κομπιάσματος πριν από τα ουσιαστικά. Αυτό, κατά τους ερευνητές, σχετίζεται με τον διαφορετικό τρόπο που ο εγκέφαλος επεξεργάζεται τη γλώσσα, όταν έχει να κάνει με ουσιαστικά και με ρήματα. Για τα ουσιαστικά απαιτείται περισσότερη σκέψη για να «παραχθούν» από ό,τι για τα ρήματα.
«Ο λόγος που συμβαίνει αυτό, είναι ότι τα ουσιαστικά είναι πιο δύσκολο να τα ”σχεδιάσουμε” στο λόγο μας, επειδή συνήθως χρησιμοποιούνται για να μεταφέρουν νέες πληροφορίες. Αλλιώς, αντικαθίστανται από τις αντωνυμίες όπως ”αυτός” ή ”αυτή” ή παραλείπονται τελείως. Δεν ισχύει όμως το ίδιο με τα ρήματα, που χρησιμοποιούνται γενικότερα, ανεξάρτητα από το αν αντιπροσωπεύουν νέες πληροφορίες ή όχι», δήλωσε ο Μπίκελ.
Παρόλο που τα ρήματα είναι πιο πολύπλοκα από ό,τι τα ουσιαστικά, όσον αφορά τη γραμματική τους, μεταφέρουν λιγότερες νέες πληροφορίες, με αποτέλεσμα να μην καθυστερούν τον εγκέφαλο όσο τα ουσιαστικά.
Περιέργως, τα αγγλικά αποτελούν μια εξαίρεση διεθνώς. Μολονότι οι ομιλητές όντως επιβραδύνουν την ομιλία τους περισσότερο αμέσως πριν τα ουσιαστικά, χρησιμοποιούν λιγότερες -και όχι περισσότερες όπως οι άλλες γλώσσες- κανονικές παύσεις σε σχέση με τα ρήματα. Από αυτήν την άποψη, σύμφωνα με τους ερευνητές, τα αγγλικά δεν είναι μια αντιπροσωπευτική ανθρώπινη γλώσσα, αλλά εμφανίζει μια ιδιαιτερότητα.
Τέλος, οι ερευνητές εκτίμησαν ότι στο μέλλον, καθώς η ανθρώπινη κοινωνία θα γίνεται ολοένα πιο περίπλοκη, τεχνολογικά και όχι μόνο, θα αυξηθεί σημαντικά ο αριθμός των χρησιμοποιούμενων ουσιαστικών. Κατά συνέπεια, λοιπόν, θα αυξηθούν και τα κομπιάσματα…