Οταν η σχολική αποτυχία δεν οφείλεται στην τεμπελιά

Το παιδί με μαθησιακές δυσκολίες έχει, συνήθως, χαμηλή αυτοεκτίμηση, αποθαρρύνεται εύκολα, είναι συναισθηματικά ευάλωτο και αγχώνεται ιδιαίτερα για τις σχολικές του επιδόσεις


Παλαιότερα, όταν τα παιδιά δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του σχολείου χαρακτηρίζονταν τεμπέλικα, αδιάφορα αρνητικά, ή κακομαθημένα. Λόγω αυτών των αντιλήψεων και ερμηνειών, παρουσίαζαν σχολική αποτυχία, η οποία τους καλλιεργούσε αισθήματα ανικανότητας, άγχους, απογοήτευσης και θυμού. Αυτή η πληθώρα των αρνητικών συναισθημάτων τούς ακολουθούσε στην επαγγελματική και στην προσωπική τους ζωή.

http://medicalnews.gr/wp-content/uploads/2012/09/fetcher_19.jpeg

Επιστήμονες βεβαιώνουν ότι υπάρχουν κάποια παιδιά, τα οποία δυσκολεύονται να ανταπο­κριθούν σε ικανοποιητικό βαθμό στις σχολικές απαιτήσεις, όχι γιατί δεν προσπαθούν ή υπολείπονται νοητικά σε σχέση με τους συνομηλίκους τους, άλλα επειδή παρου­σιάζουν μαθησιακές δυσκολίες.

Με την πρόοδο της επιστήμης, έχουμε βεβαιωθεί ότι υπάρχουν κάποια παιδιά, τα οποία δυσκολεύονται να ανταποκριθούν σε ικανοποιητικό βαθμό στις σχολικές απαιτήσεις, όχι γιατί δεν προσπαθούν ή υπολείπονται νοητικά σε σχέση με τους συνομηλίκους τους, άλλα διότι παρουσιάζουν μαθησιακές δυσκολίες.

Οι μαθησιακές δυσκολίες αποδίδονται πρωτογενώς σε εγκεφαλικές δυσλειτουργίες, στον προμετωπιαίο ή τον κροταφικό λοβό, οι οποίες επιδρούν στις διαδικασίες όπου εδράζεται η μάθηση. Συγκεκριμένα, οι δυσλειτουργίες στον προμετωπιαίο λοβό δημιουργούν τις εξής δυσκολίες: Στη συγκέντρωση, στην επεξεργασία των πληροφοριών, στον σχεδιασμό και στην οργάνωση ενεργειών για λύση προβλημάτων με αφαιρετικό συλλογισμό.

Οι δυσλειτουργίες στον κροταφικό φλοιό έχουν ως αποτέλεσμα διαταραχές στην πρόσληψη, την κατανόηση και την παραγωγή του λόγου. Δευτερογενώς, η εκδήλωση και εξέλιξη των συμπτωμάτων των μαθησιακών δυσκολιών εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το οικογενειακό, σχολικό και ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον.

Οι μαθησιακές δυσκολίες έχουν επιπτώσεις και στην ψυχοσύνθεση του παιδιού. Το παιδί με μαθησιακές δυσκολίες έχει, συνήθως, χαμηλή αυτοεκτίμηση, αποθαρρύνεται εύκολα, είναι συναισθηματικά ευάλωτο και αγχώνεται ιδιαίτερα για τις σχολικές του επιδόσεις. Η αντιμετώπιση των μαθησιακών δυσκολιών χρήζει μακρόχρονης παρέμβασης από ειδικούς (ψυχολόγους, λογοθεραπευτές, εκπαιδευτικούς), οι οποίοι έχουν εκπαιδευτεί να χρησιμοποιούν ειδικές ψυχοεκπαιδευτικές μεθόδους.

Το πρόγραμμα αντιμετώπισης που θα χρησιμοποιήσει ο κάθε ειδικός είναι εξατομικευμένο και προσαρμοσμένο στις εκπαιδευτικές ανάγκες κάθε παιδιού. Το διδακτικό υλικό, που συνήθως χρησιμοποιούν οι ειδικοί, βασίζεται στην πολυαισθητηριακή μέθοδο. Η συμμετοχή όλων των αισθήσεων (όρασης – ακοής – αφής) είναι απαραίτητη για την εμπέδωση πληροφοριών που διδάσκονται και εξασφαλίζει περισσότερες πιθανότητες για επιτυχία στην επεξεργασία τους λόγω της παρουσίασής τους με πολλούς κώδικες.

Το διδακτικό υλικό είναι αυστηρά δομημένο και χαρακτηρίζεται από σταδιακή διαβάθμιση. Κάθε διδακτική ενότητα ξεκινά από ένα επίπεδο πιο κάτω από εκείνο που βρίσκεται το παιδί, προκειμένου να του προσφέρει ενθάρρυνση, για να συνεχίσει στην επομένη.

Η διδασκαλία πρέπει να αποτελέσει για το παιδί μια ευχάριστη διαδικασία, από την οποία θα αντλεί ευχαρίστηση και ικανοποίηση. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό όχι μόνο για την αποκατάσταση των μαθησιακών δυσκολιών αλλά και για τη διατήρηση της αυτοεκτίμησης και αυτοπεποίθησής του σε υψηλά επίπεδα.

Στενή συνεργασία
Πρέπει να τονιστεί πως αν οι μαθησιακές δυσκολίες δεν διαγνωστούν και δεν θεραπευτούν έγκαιρα, οδηγούν σε απώλεια ηθικού, χαμηλή αυτοεκτίμηση, διαταραχές στις κοινωνικές δεξιότητες, ακόμη και σε εγκατάλειψη του σχολείου. Είναι, δε, ιδιαίτερα σημαντικό ο ειδικός να βρίσκεται σε στενή συνεργασία τόσο με τους γονείς όσο και με το σχολείο, προκειμένου το παιδί να ωφεληθεί σε μεγαλύτερο βαθμό από το θεραπευτικό πρόγραμμα. Οι συμβουλές που μπορούμε να δώσουμε στους γονείς για το πώς θα βοηθήσουν το παιδί τους με τις μαθησιακές δυσκολίες είναι οι εξής:

Δημιουργήστε σχεδιάγραμμα του μαθήματος. Τοποθετήστε επικεφαλίδα, λέξεις-κλειδιά σε κάθε παράγραφο. Υπογραμμίστε τα σημαντικά στοιχεία στο κείμενο. Δημιουργήστε πολλαπλές ερωτήσεις ή ερωτήσεις οι οποίες θα οξύνουν την κριτική ικανότητα του παιδιού. Μετά τη συγγραφή κάποιας εργασίας ή έκθεσης, ζητήστε από το παιδί να την ξαναδιαβάσει προσεκτικά και να διορθώσει τυχόν λάθη (συντακτικά ή γραμματικά). Διασπάστε τις εργασίες σε άλλες, με μικρότερη έκταση ή απλούστερη μορφή.

Ενθαρρύνετε το παιδί να διαβάζει εξωσχολικά βιβλία, περιοδικά ή εφημερίδες (κόμικς, παραμύθια, αθλητικές εφημερίδες), σύμφωνα με τα ενδιαφέροντά του. Πείτε του να κάνει συχνά διαλείμματα κατά τη διάρκεια της μελέτης, με εναλλαγή δραστηριοτήτων (κινητικές με στατικές δραστηριότητες), για εκτόνωση πιθανής κούρασης ή έντασης.

Χρησιμοποιήστε «ενισχυτές», όπως αυτοκόλλητα, βόλτες ή παιχνίδι, ανάλογα με την ηλικία του παιδιού, προκειμένου να δημιουργήσει εξωτερικά κίνητρα για μάθηση. Απομακρύνετε παράγοντες που μπορούν να του αποσπάσουν την προσοχή (τηλέφωνο, τηλεόραση, παράθυρο).

Αποφύγετε, τέλος, αρνητικές παρατηρήσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να κλονίσουν την αυτοεκτίμησή του.

Παρέμβαση της Αποστολίας Ντέκοβα κλινικής ψυχολόγου

Διαβάστε ακόμη...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *