Η μελέτη, η πλέον μακρόχρονη μέχρι σήμερα, ανατρέπει την αντίληψη ότι το φαινόμενο του «τραμπουκισμού» στο σχολείο έχει προσωρινή μόνο ψυχική επίπτωση στα παιδιά και συνήθως ξεπερνιέται μετά από ένα διάστημα. Αντίθετα, δείχνει ότι ο εκφοβισμός μπορεί συχνά να προκαλέσει μόνιμη ψυχική ζημιά σε ένα άνθρωπο και γι’ αυτό πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη και να αντιμετωπιστεί στο μέτρο του δυνατού απ’ όλους τους εμπλεκόμενους (πολιτεία, εκπαιδευτικούς, γονείς και τους ίδιους τους μαθητές).
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Γουίλιαμ Κόπλαντ, καθηγητή του Τμήματος Ψυχιατρικής του πανεπιστημίου Ντιουκ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ψυχιατρικό περιοδικό του Αμερικανικού Ιατρικού Συλλόγου «JAMA Psychiatry», μελέτησαν στοιχεία σε βάθος χρόνου, για πάνω από μια 20ετία, τα οποία αφορούσαν περίπου 1.400 παιδιά ηλικίας εννέα έως 16 ετών. Από αυτά, περίπου ένα στα τέσσερα είχε πέσει θύμα σχολικού εκφοβισμού (αγόρια και κορίτσια σχεδόν στο ίδιο ποσοστό), ενώ ένα στα δέκα παραδέχτηκε ότι είχε ασκήσει λεκτική ή σωματική βία σε άλλο παιδί. Ορισμένα παιδιά είχαν κατά καιρούς παίξει διπλό ρόλο, τόσο του θύτη, όσο και του θύματος.
Οι αμερικανοί ψυχίατροι παρακολούθησαν αυτά τα παιδιά και μετά την ενηλικίωσή τους για να αξιολογήσουν τις επιπτώσεις του σχολικού εκφοβισμού στη ψυχική υγεία των νέων. «Εκπλαγήκαμε από το πόσο βαθιά ο σχολικός εκφοβισμός επηρεάζει την μακροπρόθεσμη υγεία ενός προσώπου. Η ψυχική ζημιά δεν εξαφανίζεται έτσι απλά, επειδή κάποιος μεγαλώνει και σταματά να πέφτει πια θύμα σχολικού εκφοβισμού. Οι συνέπειες τον συνοδεύουν από την παιδική ή εφηβική ηλικία του, προκαλώντας μια μεγάλη γκάμα προβλημάτων αργότερα», δήλωσε ο Γουίλιαμ Κόπλαντ.
Μια προηγούμενη σχετική έρευνα στη Φιλανδία είχε καταλήξει σε ανάμικτα συμπεράσματα, βρίσκοντας ότι τα μεν αγόρια είχαν λίγα ψυχικά προβλήματα σε βάθος χρόνου, ενώ αντίθετα πολλά κορίτσια υπέφεραν μακροπρόθεσμες ψυχικές διαταραχές.
Η πιο πρόσφατη και μεγαλύτερη αμερικανική έρευνα διαπίστωσε ότι όχι μόνο τα θύματα του σχολικού εκφοβισμού, αλλά ακόμα και οι θύτες, ως ενήλικες πια, έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ψυχιατρικών διαταραχών σε σχέση με όσους έχουν αποφύγει το σχολικό εκφοβισμό. Είναι κυρίως, τα θύματα της καταπίεσης από συμμαθητές και φίλους τους, που αναπτύσσουν προβλήματα άγχους, πανικού, αγοραφοβίας, κατάθλιψης, κατάχρησης ναρκωτικών και άλλων ουσιών κ.α.
Από την άλλη, οι νέοι που κάποτε πρωτοστάτησαν στον εκφοβισμό άλλων παιδιών, όταν μεγαλώσουν, εμφανίζουν αυξημένες πιθανότητες για αντικοινωνικές συμπεριφορές και άλλες παρεμφερείς διαταραχές προσωπικότητας.
«Ο εκφοβισμός αποτελεί δυνητικό πρόβλημα και για τα θύματα και για τους θύτες», δήλωσε η κύρια ερευνήτρια Τζέην Κοστέλο. «Τείνουμε να θεωρούμε τον εκφοβισμό ως κάτι φυσιολογικό και όχι τρομερά σημαντικό μέρος της παιδικής ηλικίας, όμως στην πραγματικότητα μπορεί να έχει πολύ σοβαρές επιπτώσεις για τα παιδιά, τους εφήβους και τους ενήλικες» αναφέρει.