Η ομοφυλοφιλία, μιλώντας με εξελικτικούς όρους, παρουσιάζει ένα παράδοξο. Σύμφωνα με το Δαρβίνο, οποιοδήποτε χαρακτηριστικό που κάνει ένα ζώο λιγότερο πιθανό να δημιουργήσει απογόνους θα «πεθάνει» μετά από μερικές γενιές. Ωστόσο, το ποσοστό των ανθρώπων που γεννιούνται ομοφυλόφιλοι παραμένει λίγο ή πολύ σταθερό, γράφει ο Gordon Rayner σε ένα άρθρο του για τη βρετανική εφημερίδα The Telegraph.
Μια ομάδα ερευνητών από το πανεπιστήμιο του Πόρτσμουθ πιστεύουν, ότι ίσως έχουν βρει τον εξελικτικό λόγο για την ομοφυλοφιλική συμπεριφορά: μας βοηθά να «δενόμαστε» με ανθρώπους του ίδιου φύλου.
Σύμφωνα με μια έρευνα σε ετεροφυλόφιλους άντρες και γυναίκες, εκείνοι που εμφάνιζαν τα υψηλότερα επίπεδα προγεστερόνης στον οργανισμό τους, ήταν πιο πιθανό να είχαν ομοφυλοφιλικές σκέψεις.
Επειδή η προγεστερόνη –μια ορμόνη που παράγει τόσο ο ανδρικός, όσο και ο γυναικείος οργανισμός- σχετίζεται με τις σχέσεις/τους δεσμούς, οι ερευνητές συμπέραναν ότι οι ομοφυλοφιλικές σκέψεις μπορεί να «πηγαίνουν χέρι-χέρι» με την ανάγκη σφυρηλάτησης συμμαχιών με το ίδιο φύλο, οι οποίες μπορούν να αναχθούν στην ανάγκη ομαδικής εργασίας των πρώτων κυνηγών-τροφοσυλλεκτών.
«Στη μελέτη μας μιλάμε για το γιατί επιμένει η ομοφυλοφιλία και εξηγούμε και το γιατί συμβαίνει αυτό» σχολίασε η συγγραφέας της έρευνας Dr Diana Fleischman και συνέχισε: «Από εξελικτική σκοπιά, τείνουμε να βλέπουμε τη σεξουαλική συμπεριφορά ως ένα τρόπο που βάζει ένα τέλος στην αναπαραγωγή. Ωστόσο, ακριβώς επειδή η σεξουαλική συμπεριφορά είναι οικεία και ευχάριστη, πολλά είδη –συμπεριλαμβανομένων των πρωτευόντων- τη χρησιμοποιούν για να δημιουργούν και να διατηρούν κοινωνικούς δεσμούς».
«Το να υπάρχει ένας βαθμός έλξης για το αντίθετο φύλο, είναι ένα είδος προσαρμοστικής συμπεριφοράς, μέσω της οποίας παρατηρούνται και τα άκρα του φάσματος, δηλαδή ορισμένοι άνθρωποι θα έλκονται μόνο από μέλη του ίδιου φύλου. Η έρευνά μας υποδηλώνει ότι οι αποκλειστικές ετεροφυλοφιλικές σκέψεις είναι ένα μειονέκτημα και πως είναι καλύτερο το να ελκύεται κανείς μόνο λίγο από το αντίθετο φύλο» πρόσθεσε η ίδια.
Τα συμπεράσματα της έρευνας δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό έντυπο Archives of Sexual Behaviour.