Αντί να λέμε ότι «φορτίσαμε τις μπαταρίες μας» στις διακοπές, ίσως θα έπρεπε να προτιμούμε τη φράση «φορτίσαμε τα γονίδιά μας». Μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα, η πρώτη του είδους της, διαπίστωσε ότι οι διακοπές κάνουν καλό όχι μόνο στην ψυχική αλλά και στη σωματική υγεία μας, ενεργοποιώντας τα ίδια τα γονίδιά μας, έτσι ώστε να μειώνεται το στρες και να βελτιώνεται το ανοσοποιητικό μας σύστημα.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή γενετικής Έρικ Σαντ της Ιατρικής Σχολής Icahn του Όρους Σινά της Νέας Υόρκης, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό ψυχιατρικής «Translational Psychiatry», μελέτησαν 94 υγιείς γυναίκες ηλικίας 30 έως 60 ετών που αποσύρθηκαν για μια εβδομάδα σε κατάλυμα της Καλιφόρνια, όπου απλώς χαλάρωναν ή έκαναν διαλογισμό και γιόγκα.
Οι επιστήμονες συνέλλεξαν δείγματα αίματος και έκαναν γενετικές αναλύσεις για τη δραστηριότητα 20.000 γονιδίων πριν και μετά τις διακοπές.
Αν και προηγούμενες μελέτες έχουν επιβεβαιώσει τη θετική επίπτωση των διακοπών στην ψυχολογία των ανθρώπων (παρόλο που η κατάθλιψη μετά το τέλος τους δύσκολα αποφεύγεται…), η νέα έρευνα δείχνει ότι οι διακοπές μεταβάλλουν προς το καλύτερο τη λειτουργία των γονιδίων. Η θετική αυτή επίδραση των διακοπών μπορεί να διαρκέσει επί ένα μήνα ή και πολύ περισσότερο, ακόμη και έως δέκα μήνες, αν κανείς στη διάρκεια των διακοπών του έκανε επίσης διαλογισμό ή γιόγκα (ή και τα δύο).
Η μελέτη διαπίστωσε ότι αρκεί μια εβδομάδα χαλάρωσης για να «πυροδοτηθούν» αλλαγές στο DNA, οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα να μειώνεται το στρες, να τονώνεται το ανοσοποιητικό σύστημα και να μειώνεται το επίπεδο των τοξικών πρωτεϊνών που σχετίζονται με την κατάθλιψη και την άγνοια.
«Είναι εντυπωσιακό να βλέπουμε τις μεγάλες αλλαγές που συμβαίνουν στην έκφραση των γονιδίων χάρη στις διακοπές, όταν κανείς φεύγει μακριά από τον πολυάσχολο ρυθμό της ζωής, ζώντας σε ένα χαλαρωτικό περιβάλλον και μάλιστα για τόσο μικρό χρονικό διάστημα. Τα ευρήματά μας δείχνουν μια σημαντική θετική επίδραση των διακοπών και μια καταστολή των αντιδράσεων του στρες», δήλωσε η βασική ερευνήτρια, καθηγήτρια ψυχιατρικής Ελίσα Έπελ του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια-Σαν Φρανσίσκο, σύμφωνα με τη βρετανική Telegraph.