Οι ηλικιωμένοι άνδρες με υπερβολικά πολλή τεστοστερόνη, αλλά και αυτοί με πολύ λίγη, ζουν λιγότερα χρόνια. Αντίθετα, όσοι έχουν στον οργανισμό τους ένα μέσο επίπεδο της κατ’ εξοχήν ανδρικής ορμόνης, έχουν και μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής, σύμφωνα με μια νέα αυστραλιανή επιστημονική έρευνα.
Όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, η νέα μελέτη επιβεβαιώνει ότι η χαμηλή τεστοστερόνη μπορεί να σηματοδοτεί αυξημένα προβλήματα υγείας, όμως επίσης δείχνει ότι κάτι ανάλογο συμβαίνει και με την υψηλή τεστοστερόνη.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Μπου Μπενγκ Γιπ της Ιατρικής και Φαρμακευτικής Σχολής του πανεπιστημίου της Δυτικής Αυστραλίας, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό για θέματα κλινικής ενδοκρινολογίας και μεταβολισμού Journal of Endocrinology and Metabolism, συσχέτισαν το επίπεδο των δύο κυριότερων ανδρογόνων ορμονών, της τεστοστερόνης και της διυδροτεστοστερόνης (DHT) που παράγεται στον οργανισμό από την μετατροπή της πρώτης, με τη διάρκεια ζωής περίπου 3.700 ανδρών ηλικίας 70 έως 89 ετών.
Οι ερευνητές χώρισαν τους ηλικιωμένους σε ομάδες ανάλογα με το επίπεδο (χαμηλό – μεσαίο – υψηλό) των ανδρικών ορμονών στο σώμα τους. Οι ορμόνες μετρήθηκαν κατ’ επανάληψη μεταξύ των ετών 2001 – 2004, ενώ η παρακολούθηση της επιβίωσης των συμμετεχόντων έγινε μέχρι το 2010.
Η ανάλυση έδειξε πως η ομάδα των ανδρών με τις λιγότερες ορμόνες (τεστοστερόνη και DHT) ήταν αυτή που εμφάνισε την υψηλότερη μέση θνησιμότητα. Ακολούθησε η ομάδα των ανδρών με τα υψηλά επίπεδα ορμονών, ενώ τη χαμηλότερη θνησιμότητα (δηλαδή την μεγαλύτερη διάρκεια ζωής) είχαν οι άνδρες της ομάδας με τα μεσαία επίπεδα ορμονών (9,8 έως 15,8 nmol/L).
«Οι ηλικιωμένοι με μέσα επίπεδα τεστοστερόνης ζουν περισσότερο από όσους έχουν είτε χαμηλά, είτε υψηλά επίπεδα της ορμόνης. Η ύπαρξη των σωστών (μέσων) επιπέδων τεστοστερόνης, σε συνδυασμό με υψηλά επίπεδα της DHT, μειώνει τον κίνδυνο θανάτου από ισχαιμικό καρδιακό επεισόδιο και γενικότερα αποτελεί δείκτη καλύτερης υγείας», δήλωσε ο υπεύθυνος της έρευνας.
Η τεστοστερόνη παίζει κεντρικό ρόλο στην ανάπτυξη των ανδρικών σεξουαλικών οργάνων, των μυών και των τριχών και επίσης είναι η ορμόνη – κλειδί για την ανδρική σεξουαλική επιθυμία, την παραγωγή σπέρματος και την υγεία των οστών. Σύμφωνα με τους ενδοκρινολόγους, το επίπεδο της τεστοστερόνης μπορεί να διαφέρει σημαντικά στο ίδιο άτομο, ακόμα και μέσα στην ίδια μέρα, για διάφορους λόγους (διατροφή, ποιότητα ύπνου, ψυχολογική διάθεση κ.α.).
Το επίπεδό της μειώνεται φυσιολογικά, όσο γερνάει ένας άνδρας, με ρυθμό περίπου 1% ετησίως μετά την ηλικία των 30 ετών. Υπάρχει πάντως έλλειψη ιατρικής ομοφωνίας για το κατά πόσο η έλλειψη τεστοστερόνης αποτελεί σημαντικό πρόβλημα υγείας. Η κλασική πάθηση για την οποία οι ενδοκρινολόγοι συνταγογραφούν την τεστοστερόνη, είναι ο υπογοναδισμός, που οδηγεί σε σοβαρή έλλειψη της συγκεκριμένης ορμόνης, χαμηλή λίμπιντο, μυική ατροφία και έλλειψη τριχών.
Οι αυστραλοί ερευνητές ανέφεραν ότι ακόμα δεν έχουν καταλήξει σε συμπέρασμα κατά πόσο μια θεραπεία για την τεχνητή μεταβολή των εν λόγω ορμονών μπορεί να επηρεάσει θετικά το προσδόκιμο ζωής των ηλικιωμένων. Γι’ αυτό, όπως είπαν, χρειάζονται νέες κλινικές δοκιμές πάνω στο ζήτημα, με στόχο τη βελτίωση της υγείας στην τρίτη ηλικία.
Η μόδα της υψηλής τεστοστερόνης
Η νέα έρευνα έρχεται σε μια περίοδο που διεθνώς (ιδίως στις ΗΠΑ), όπως αναφέρουν σε εκτενές δημοσίευμά τους οι «Τάιμς της Νέας Υόρκης», βρίσκεται σε έξαρση η μόδα της υψηλής τεστοστερόνης και το μάρκετινγκ των σχετικών φαρμακευτικών προϊόντων. Η χαμηλή τεστοστερόνη αντιμετωπίζεται ως αιτία πλείστων όσων προβλημάτων για ένα άνδρα, ενώ η υψηλή τεστοστερόνη στον οργανισμό του (με τη βοήθεια και του κατάλληλου σκευάσματος σε μορφή χαπιού, ένεσης, γέλης ή επιθέματος) κάτι σαν πανάκεια και «πηγή νεότητας».
Από μόλις 324 εκατ. δολάρια το 2002, οι πωλήσεις των κάθε είδους προϊόντων τεστοστερόνης στις ΗΠΑ έχουν πλέον εκτοξευτεί στα 2 δισεκατομμύρια δολάρια περίπου. Η «χαμηλή τεστοστερόνη» είναι πια συνώνυμη της «ανδρόπαυσης» (του αντίστοιχου της εμμηνόπαυσης). Πρόσφατη μελέτη στο αυστραλιανό ιατρικό περιοδικό Medical Journal of Australia αναφέρει ότι το «κυνήγι» της υψηλής τεστοστερόνης από τους μεσήλικες είναι πια μια διεθνής τάση, που καταγράφεται σε τουλάχιστον 37 χώρες, παρά τις ενστάσεις που προβάλλουν διακεκριμένοι επιστήμονες.
Η φαρμακοβιομηχανία έχει βρει μια νέα ομάδα πελατών – στόχο, διευρύνοντας -με την κατάλληλη διαφήμιση- την αγορά των φαρμάκων τεστοστερόνης, στοχεύοντας σε άνδρες που δεν χρειάζονται κατ’ ανάγκη την ορμόνη και, επιπλέον, μπορεί εξαιτίας της να εκτεθούν σε πρόσθετους κινδύνους. Αρκετοί ειδικοί προειδοποιούν πως η δημοφιλία των φαρμάκων τεστοστερόνης δεν αντιστοιχεί στα έως τώρα ερευνητικά ευρήματα για τα πιθανά οφέλη και τους πιθανούς κινδύνους από την τεχνητή αύξηση της ορμόνης.
Ένα βασικό πρόβλημα είναι ότι οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν ακόμα τον μακροπρόθεσμο κίνδυνο από την θεραπεία τεστοστερόνης. Κατά καιρούς, έχουν αναφερθεί διάφορες πιθανές παρενέργειες, από καρκίνο του προστάτη και καρδιολογικά προβλήματα έως άπνοια στον ύπνο και αραίωση του σπέρματος.