Η μηνιγγίτιδα Β αποτελεί μια σπάνια, αλλά ιδιαιτέρως σοβαρή νόσο που μπορεί να οδηγήσει μέχρι και στον θάνατο. Τα βρέφη και παιδιά είναι από τις πιο ευάλωτες ομάδες που πλήττονται από την ασθένεια, για αυτό οι γονείς χρειάζεται να ενημερωθούν από τον παιδίατρό τους για την ασθένεια και τους τρόπους πρόληψης ώστε να μην χρειαστεί να ζήσουν μια άσχημη εμπειρία μέσα στο σπίτι τους. Σύμφωνα με τους επιστήμονες η μόνη «ασπίδα» ενάντια στη νόσο είναι ο εμβολιασμός.
Μηνιγγίτιδα Β
Οι περισσότεροι δεν έχουν ολοκληρωμένη και ουσιαστική γνώση για την ασθένεια. Η μηνιγγίτιδα Β προκαλείται από τον μηνιγγιτιδόκοκκο Β. Το βακτήριο μεταδίδεται με τα σταγονίδια και το σάλιο, με πιο συχνούς τρόπους μετάδοσης να είναι το φιλί, ο βήχας και το φτάρνισμα. Ο μηνιγγιτιδόκοκκος μπορεί να μεταδοθεί από άτομο σε άτομο μέσω συγκεκριμένων καθημερινών δραστηριοτήτων. Ακόμα και τα άτομα που δεν εμφανίζουν τη νόσο μπορούν να φέρουν τα υπεύθυνα για την εκδήλωσή της βακτήρια και να τη μεταδώσουν σε άλλους. Το κάπνισμα, ενεργητικό ή παθητικό, επίσης αποτελεί παράγοντα κινδύνου για αποικισμό και νόσηση.
Πρόκειται για μια νόσο σοβαρή και επικίνδυνη λόγω της γρήγορης εξέλιξης της. Ο μηνιγγιτιδόκοκκος Β ευθύνεται για περίπου 9 στις 10 μηνιγγιτιδοκοκκικές λοιμώξεις σε μικρά παιδιά. Στην πραγματικότητα υπάρχουν εκατοντάδες διαφορετικά στελέχη μηνιγγιτιδοκοκκικών βακτηρίων της ομάδας Β σε όλο τον κόσμο.
Η μηνιγγίτιδα Β αποτελεί περίπου το 80% των περιστατικών βακτηριακής μηνιγγίτιδας στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, από το 2004 μέχρι το 2021 καταγράφηκαν 670 επιβεβαιωμένα κρούσματα Μηνιγγίτιδας Β στη χώρα μας. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα επικίνδυνη νόσο η οποία δεν κάνει διακρίσεις καθώς προσβάλλει μωρά, νήπια και νεαρούς ενήλικες, εξελίσσεται ταχύτατα και μέσα σε 24 μόλις ώρες μπορεί να προκαλέσει μόνιμες αναπηρίες ή να οδηγήσει ακόμα και σε θάνατο. Περίπου 1 στα 5 περιστατικά μηνιγγίτιδας μπορεί να έχει σοβαρές επιπλοκές, όπως μόνιμες αναπηρίες ή βλάβες.
Οποιοσδήποτε μπορεί να προσβληθεί από τη Μηνιγγιτιδοκοκκική νόσο. Τα βρέφη και τα νήπια αποτελούν τις πιο ευάλωτες ηλικιακές ομάδες και ακολουθούν οι έφηβοι και οι νεαροί ενήλικες. Ιδιαίτερα τα βρέφη ηλικίας κάτω του 1 έτους διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης Μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου από οποιαδήποτε άλλη ηλικιακή ομάδα και ακολουθούν τα νήπια ηλικίας 1 έως 4 ετών.
Η πρόληψη
Μόνο ο εμβολιασμός αποτελεί ουσιαστική πρόληψη έναντι της μηνιγγίτιδας Β, δεδομένου ότι 1 στους 10 ενήλικες φέρει το βακτήριο ασυμπτωματικά και μπορεί να μεταδώσει τη νόσο σε νεαρά μέλη της οικογένειας του, μέσω καθημερινών συνηθειών.
Η μηνιγγιτιδοκοκκική νόσος στα αρχικά στάδια εμφανίζει συμπτώματα που μοιάζουν με αυτά της απλής ίωσης, δημιουργώντας την εσφαλμένη εντύπωση ότι πρόκειται για ένα απλό κρυολόγημα που «θα περάσει γρήγορα», ωστόσο όμως εξελίσσεται ραγδαία. Τα συμπτώματα που παρατηρούνται είναι: υψηλός πυρετός, πονοκέφαλος, έμετος καθώς και τα πιο ειδικά όπως η αυχενική δυσκαμψία, η φωτοφοβία και το αιμορραγικό εξάνθημα. Ο μοναδικός τρόπος για την αποτελεσματική και ασφαλή πρόληψη της Μηνιγγίτιδας Β, είναι η έγκαιρη έναρξη και ολοκλήρωση του εμβολιασμού των παιδιών, ο οποίος δύναται να ξεκινήσει από την ηλικία των 2 μηνών και άνω.
Σημειώστε ότι ο εμβολιασμός κατά των υπόλοιπων τύπων μηνιγγίτιδας, είναι επίσης απαραίτητος, ωστόσο δεν προστατεύει τα παιδιά από την μηνιγγίτιδα τύπου Β.
Καμπανάκι κινδύνου
Παρότι η μηνιγγίτιδα Β είναι σπάνια και τα κρούσματα μειώθηκαν κατά την πανδημία λόγω των περιοριστικών μέτρων, αλλά και της προστασίας του πληθυσμού από την υψηλή εμβολιαστική κάλυψη που είχε δημιουργηθεί τα προηγούμενα χρόνια, ο κίνδυνος επανεμφάνισης είναι υπαρκτός, ειδικά έπειτα από το εμβολιαστικό κενό που δημιούργησε η πανδημία (όπως έχει ήδη συμβεί ακόμα και με άλλα «ξεχασμένα» λοιμώδη νοσήματα σε παγκόσμιο επίπεδο). Το παραπάνω φαίνεται να επιβεβαιώνεται, με ήδη ένα επιβεβαιωμένο κρούσμα μηνιγγίτιδας Β σε παιδί κάτω των 5 ετών το πρώτο τρίμηνο του 2022.
Αυτό το κρούσμα, καθώς και κάποια άλλα κρούσματα μέσα στο 2021 εμφανίστηκαν ενώ τα περιοριστικά μέτρα ήταν σε ισχύ σε μεγάλο βαθμό (μάσκες στα σχολεία, σε εξωτερικούς/εσωτερικούς χώρους κλπ.). Κατά συνέπεια δημιουργείται ο προβληματισμός για το τι μέλλει γενέσθαι από πλέον που έχουν ανοίξει τα σχολεία χωρίς περιοριστικά μέτρα (μάσκες, self tests, etc). Μήπως ο μέχρι τώρα σπάνιος κίνδυνος εμφανιστεί ξανά μπροστά μας; Παράδειγμα αποτελούν και κάποιες άλλες Ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γερμανία, η Γαλλία και πιο πρόσφατα η Αγγλία, στις οποίες μετά την άρση των μέτρων παρατηρήθηκαν αυξημένα κρούσματα μηνιγγίτιδας Β στον ανεμβολίαστο πληθυσμό.
Τα παραπάνω αποτελούν καμπανάκι κινδύνου, εάν σκεφτούμε ότι 2021 η Ελληνική Παιδιατρική Εταιρεία έχει σημειώσει ότι η πτώση των εμβολιασμών ρουτίνας επηρέασε και τον εμβολιασμό έναντι μηνιγγίτιδας Β, ένα νόσημα για το οποίο υπήρχε μία εμβολιαστική κάλυψη που άγγιζε το 40% πριν την πανδημία. Δυστυχώς όμως, μαζί με όλα αυτά που επηρέασε η πανδημία, επηρέασε και το κομμάτι των εμβολιασμών και οδήγησε στη δημιουργία ενός «εμβολιαστικού κενού», ειδικά για τη μηνιγγίτιδα Β.
Γίνεται λοιπόν προφανές ότι, λόγω του εμβολιαστικού κενού που έχει δημιουργηθεί, τα παιδιά είναι περισσότερο εκτεθειμένα έναντι αρκετών νοσημάτων και ειδικά έναντι της μηνιγγίτιδας Β. Συνεπώς, οι γονείς, αν δεν το έχουν ήδη κάνει, πρέπει να επισκεφθούν τον παιδίατρό τους και να βεβαιωθούν ότι το παιδί τους έχει εμβολιαστεί έναντι της νόσου και σε διαφορετική περίπτωση να προχωρήσουν το συντομότερο στο σχετικό εμβολιασμό.