Μία σημαντική μείωση στις νέες διαγνώσεις κακοηθειών είχε παρατηρηθεί από τις αρχές τις πανδημίας στις ΗΠΑ, από την 1η Μαρτίου 2020 έως τις 18 Απριλίου 2020, σε ποσοστό 46,4% για 6 συχνές κακοήθειες.
Αυτό είναι αναμενόμενο αν σκεφτεί κανείς ότι αρχικά οι οδηγίες ήταν να διατηρηθούν οι εφεδρείες του συστήματος υγείας, για να αντιμετωπιστούν τα πρώτα κρούσματα COVID-19. Έτσι διενεργήθηκε μία μελέτη που ανέλυσε αυτά τα δεδομένα έως το Μάρτιο του 2021.
Η μελέτη αυτή συμπεριέλαβε ασθενείς από τον Ιανουάριο του 2018 έως τον Μάρτιο 2021, που διαγνώσθηκαν με 8 διαφορετικές κακοήθειες: μαστό, παχέος εντέρου, πνεύμονα, τραχήλου της μήτρας, παγκρέατος, στομάχου, οισοφάγου ή προστάτη.
Η αξιολόγηση έγινε σε 4 χρονικές περιόδους: μία πριν την πανδημία (από τον Ιανουάριο του 2019 έως τον Φεβρουάριο του 2020), και μετά σε τρεις διαδοχικές εποχές της πανδημίας 1 (Μάρτιος έως Μάιος 2020), 2 (Ιούνιος έως Οκτώβριος του 2020), και 3 (Νοέμβριος 2020 έως και Μάρτιος του 2021). Η μελέτη συμπεριέλαβε 799496 ασθενείς (45% γυναίκες), με μέση ηλικία τα 67,9 έτη.
Συνολικά το 56,7% (453712 ασθενείς) διεγνώσθη στην περίοδο πριν την πανδημία, 8,5% στην πρώτη περίοδο (68246), 18,3% στην δεύτερη περίοδο (146518) και 16,4% (131020) στην τρίτη. Πριν την πανδημία, ο μέσος αριθμός των ασθενών ανά μήνα για νεοδιαγνωσθείσες κακοήθειες ήταν υψηλότερος για τον καρκίνο προστάτη (13214 ασθενείς), μαστού (9583), παχέος εντέρου (4101), πνεύμονα (3015), παγκρέατος (1177), τραχήλου της μήτρας (493), στομάχου (415) και οισοφάγου (409). Κατά την πρώτη περίοδο της πανδημίας ο μέσος μηνιαίος αριθμός των νέων διαγνώσεων έπεσε κατά 29,8% (από 32407 σε 22748) για τις 8 αυτές κακοήθειες. Οι πτώσεις αυτές ήταν στατιστικά σημαντικές για όλες αυτές τις κακοήθειες, από 21,2% για το πάγκρεας (P=0.03), σε 36,1% για το μαστό (p=0.01).
Κατά τη δεύτερη περίοδο της πανδημίας η πτώση των νέων διαγνώσεων ήταν στο 9,6%, στα ίδια όμως στατιστικά επίπεδα εκτός από τον καρκίνο του προστάτη όπου η μείωση ήταν στατιστικά σημαντική. Κατά την τρίτη περίοδο η πτώση στις νέες διαγνώσεις ήταν στο 19,1% ήταν σημαντικά λιγότερες σε σχέση με την περίοδο πριν την πανδημία.
Η μελέτη αυτή επισημαίνει μία στατιστικά σημαντική μείωση στις νέες διαγνώσεις κακοηθειών κατά την πρώτη και την τρίτη περίοδο της πανδημίας, χωρίς όμως να μπορούν να εκτιμηθούν οι συγχυτικοί παράγοντες της φυλής ή της δυνατότητας πρόσβασης σε σύστημα υγείας. Ο αντίκτυπος της καθυστερημένης διάγνωσης μπορεί να είναι η εμφάνιση της νόσου σε πιο προχωρημένα στάδια, και πιθανά η χειρότερη κλινική πρόγνωση.