Τον σημαντικότατο ρόλο του θυρεοειδούς και των θυρεοειδικών ορμονών στην εκδήλωση της κολπικής μαρμαρυγής, του συνηθέστερου τύπου αρρυθμίας, αναδεικνύει μια νέα επιστημονική μελέτη που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Circulation της Αμερικανικής Ένωσης Καρδιολογίας.
Σύμφωνα με τα νέα ευρήματα, τα άτομα που παρουσιάζουν υψηλότερα επίπεδα ελεύθερης θυροξίνης (FT4) στο αίμα τους, ακόμη κι αν οι ποσότητες της ορμόνης δεν ξεπερνούν τα φυσιολογικά όρια, είναι πιο επιρρεπή στην κολπική μαρμαρυγή.
«Τα ευρήματά μας υποδεικνύουν ότι τα επίπεδα της ελεύθερης θυροξίνης που κυκλοφορούν στο αίμα αποτελούν ενδεχομένως επιπρόσθετο παράγοντα κινδύνου για την κολπική μαρμαρυγή» αναφέρει η Κριστίν Μπαουμγκάρτνερ από το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Βέρνης στην Ελβετία και επικεφαλής συντάκτρια της μελέτης. Έτσι, «η μέτρηση των επιπέδων της ελεύθερης θυροξίνης θα βοηθήσουν ενδεχομένως να εντοπίζουμε ποια άτομα διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για κολπική μαρμαρυγή» προσθέτει η ερευνήτρια.
Η κολπική μαρμαρυγή εκδηλώνεται όταν οι δύο ανώτεροι θάλαμοι της καρδιάς, οι κόλποι, συσπώνται ακανόνιστα και ταχύτερα από το φυσιολογικό. Τυπικά συμπτώματα της πάθησης είναι οι ταχυπαλμίες, η ζαλάδα, η έντονη εφίδρωση, ο πόνος στο στήθος, οι κρίσεις άγχους, η κόπωση και η τάση λιποθυμίας λόγω σωματικής καταπόνησης, ωστόσο αρκετοί ασθενείς δεν παρουσιάζουν κανένα σύμπτωμα και καμία ενόχληση. Η κολπική μαρμαρυγή αποτελεί παράγοντα κινδύνου για το έμφραγμα και την καρδιακή ανεπάρκεια και επίσης συνδέεται με τη μακρόχρονη αναπηρία αλλά και τον πρόωρο θάνατο. Με τη βοήθεια της κατάλληλης φαρμακευτικής αγωγής και άλλων θεραπειών είναι δυνατή η διαχείριση της πάθησης και η μείωση του κινδύνου επιπλοκών.
Παλαιότερες μελέτες έχουν υποδείξει ότι η κολπική μαρμαρυγή είναι πιο πιθανό να εκδηλωθεί σε άτομα που ο θυρεοειδής τους παράγει μεγάλες ποσότητες θυροξίνης, παρέμενε ωστόσο ασαφές κατά πόσο η θυροξίνη είναι επικίνδυνη όταν βρίσκεται μεν σε υψηλά επίπεδα χωρίς όμως να ξεπερνά τα ανώτατα φυσιολογικά όρια.
Το τοπίο φαίνεται να ξεκαθαρίζει η νέα μελέτη, η οποία βασίστηκε σε στοιχεία για 30.085 ανθρώπους από 11 χώρες σε Ευρώπη, ΗΠΑ και Αυστραλία. Τα επίπεδα της ελεύθερης θυροξίνης βρίσκονταν εντός των φυσιολογικών ορίων στο σύνολο του δείγματος.
Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε τέσσερις ομάδες, ανάλογα με τα επίπεδα της ελεύθερης θυροξίνης στο αίμα τους. Η πρώτη ομάδα, αυτή με τα υψηλότερα επίπεδα FT4, φάνηκε να διατρέχει κατά 45% μεγαλύτερο κίνδυνο κολπικής μαρμαρυγής, συγκριτικά με την τέταρτη, δηλαδή όσους βρίσκονταν κοντά στο κατώτατο φυσιολογικό όριο. Για τη δεύτερη κατά σειρά ομάδα ο κίνδυνος κολπικής μαρμαρυγής υπολογίστηκε να είναι αυξημένος κατά 17%, ενώ για την τρίτη κατά 25% συγκριτικά με την τέταρτη.
Να σημειωθεί ότι τα υψηλά επίπεδα της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης (TSH) –που βρίσκονται όμως εντός των φυσιολογικών ορίων– δεν φάνηκε να επηρεάζουν τις πιθανότητες εκδήλωσης κολπικής μαρμαρυγής.