Το τοπίο των παθήσεων που σχετίζονται με τη γνωστική έκπτωση παραμένει σε μεγάλο βαθμό θολό, κυρίως εξαιτίας της πολυπλοκότητας της λειτουργίας του ανθρώπινου εγκεφάλου και των παραγόντων που την επηρεάζουν.
Νέα μελέτη που δημοσιεύεται στο JAMA Neurology επιχείρησε να ρίξει περισσότερο φως στη διερεύνηση της νόσου Αλτσχάιμερ, καταλήγοντας σε μια ενδιαφέρουσα διαπίστωση: Η γενετική μπορεί να επηρεάσει τις πιθανότητες ενός ατόμου να εμφανίσει τη νόσο Αλτσχάιμερ. Ο βαθμός αυτής της επίδρασης εξαρτάται, επιπλέον, από τον γονέα που κληροδοτεί αυτά τα γονίδια.
Η επιστημονική ομάδα από το Mass General Brigham της Βοστώνης διεξήγαγε μια μελέτη σε 4.400 άτομα χωρίς διάγνωση γνωστικής έκπτωσης. Τα άτομα ρωτήθηκαν σχετικά με το αν κάποιος από τους γονείς είχε διαγνωστεί ποτέ με τη νόσο Αλτσχάιμερ και πότε η μνήμη τους άρχισε να εξασθενεί. Στη συνέχεια, οι ερευνητές συνέκριναν τις απαντήσεις με τα επίπεδα αμυλοειδούς -χαρακτηριστικό γνώρισμα της νόσου Αλτσχάιμερ- στους εγκεφάλους των ανθρώπων. Αυτό που παρατήρησαν ήταν ότι οι συμμετέχοντες των οποίων είτε η μητέρα είτε και οι δύο γονείς είχαν διαγνωστεί με τη νόσο παρουσίαζαν μεγαλύτερη συγκέντρωση πλακών αμυλοειδούς στον εγκέφαλο. Από την άλλη, ένας πατέρας που είχε διαγνωστεί με τη νόσο δε φάνηκε να επηρεάζει τις πιθανότητες εμφάνισής της στους συμμετέχοντες.
Ωστόσο, υπήρχε συσχέτιση μεταξύ της συσσώρευσης εγκεφαλικών πλακών και του να έχει κανείς μητέρα της οποίας τα συμπτώματα της νόσου Αλτσχάιμερ άρχισαν σε οποιαδήποτε ηλικία ή να έχει πατέρα του οποίου τα συμπτώματα άρχισαν σχετικά νωρίς, ανέφερε η ομάδα. «Εάν ο πατέρας σας είχε συμπτώματα πρώιμης έναρξης, αυτό σχετίζεται με αυξημένα επίπεδα αμυλοειδούς στους απογόνους», δήλωσε η δρ. Mabel Seto, μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο τμήμα νευρολογίας του νοσοκομείου. «Ωστόσο, δεν έχει σημασία πότε η μητέρα σας άρχισε να αναπτύσσει συμπτώματα – αν εμφάνισε, αυτό σχετίζεται με αυξημένα επίπεδα αμυλοειδούς», πρόσθεσε. Το φύλο του συμμετέχοντος στη μελέτη δεν φάνηκε να παίζει ρόλο, σημείωσαν οι ερευνητές.
«Η μητρική κληρονομικότητα της νόσου Αλτσχάιμερ μπορεί να είναι ένας σημαντικός παράγοντας σε τρέχουσες και μελλοντικές δοκιμές πρόληψης, με στόχο τον εντοπισμό ασυμπτωματικών ατόμων», δήλωσε η δρ. Reisa Sperling, νευρολόγος στο Mass General.