Διαβάζουμε πάρα πολλά γύρω από το θέμα του Καρκίνου του Μαστού και συχνά μπορεί να μπερδευόμαστε όταν έρχεται η στιγμή να ξεχωρίσουμε ποιες πληροφορίες από αυτές είναι αληθείς και ποιες όχι. Η παραπληροφόρηση μπορεί να είναι ανησυχητική, διότι μπορεί να σταθεί εμπόδιο στην αναγνώριση του κινδύνου εμφάνισης της ασθένειας και έγκαιρης φροντίδας.
O Στέργιος Δουβετζέμης, Χειρουργός μαστού – Μαστολόγος, αποκαθιστά παρακάτω την αλήθεια γύρω από τους πιο κοινούς μύθους σχετικά με τον καρκίνο του μαστού.
- Ο καρκίνος του μαστού είναι κυρίως κληρονομικός, συνεπώς γυναίκες χωρίς οικογενειακό ιστορικό δε χρειάζεται να κάνουν τακτικό έλεγχο
Αν και το οικογενειακό ιστορικό παίζει σπουδαίο ρόλο, η κληρονομικότητα ευθύνεται μόνο για ένα πολύ μικρό ποσοστό καρκίνων μαστού. Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, ο καρκίνος του μαστού είναι σποραδικός. Στην πραγματικότητα οι μεγαλύτεροι παράγοντες κινδύνου είναι το γυναικείο φύλο και η ηλικία. Έτσι, όσο περνούν τα χρόνια για μια γυναίκα, τόσο περισσότερο αυξάνονται οι πιθανότητές της να αναπτύξει καρκίνο μαστού.
- Ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου μαστού μειώνεται στις γυναίκες μεγάλης ηλικίας
Είναι μια λανθασμένη αντίληψη, καθώς όσο μια γυναίκα μεγαλώνει δεν ελαττώνεται ο κίνδυνός της να αναπτύξει καρκίνο μαστού. Αντίθετα, τόσο περισσότερο αυξάνονται οι πιθανότητες ανάπτυξης της ασθένειας.
- Η βιοψία μιας βλάβης προεγχειρητικά μπορεί να προκαλέσει διασπορά του καρκίνου στο μαστό
Η συγκεκριμένη πληροφορία δεν ισχύει. Αντίθετα, αυτό που ισχύει είναι ότι η λήψη βιοψίας είναι η μέθοδος εκλογής για την ασφαλή ταυτοποίηση μιας βλάβης στο μαστό. Επίσης, πριν από οποιαδήποτε χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση μιας βλάβης από το μαστό, η λήψη βιοψίας είναι απολύτως απαραίτητη.
- Είναι καλύτερο να αφαιρείται απευθείας μια βλάβη από το μαστό, χωρίς να είναι απαραίτητη η λήψη βιοψίας πρώτα
Είναι απαράδεκτο να αφαιρείται οποιαδήποτε βλάβη από το μαστό χωρίς να έχει προηγηθεί βιοψία. Αυτό ισχύει για πολλούς λόγους. Αφενός, οι γυναίκες οι οποίες υποβάλλονται σε απευθείας αφαίρεση μιας βλάβης, κατά κανόνα καταλήγουν να υπόκεινται σε μεγαλύτερο αριθμό χειρουργικών επεμβάσεων. Αυτό συμβαίνει διότι είναι άλλο το είδος της χειρουργικής επέμβασης, το οποίο γίνεται για διαγνωστικούς σκοπούς και άλλο το είδος που γίνεται για θεραπευτικούς λόγους.
Ακόμα, όμως και όσον αφορά στις θεραπευτικές επεμβάσεις, το είδος της επέμβασης διαφέρει ανάλογα με τη φύση της βλάβης. Ένας δεύτερος λόγος, που απαγορεύεται να αφαιρείται οποιαδήποτε βλάβη από το μαστό χωρίς να έχει προηγηθεί βιοψία, είναι ότι για κάποια είδη καρκίνου μαστού επιβάλλεται η χορήγηση νέο-επικουρικής, προεγχειρητικής δηλαδή, χημειοθεραπείας πριν την αφαίρεσή τους. Με αυτό τον τρόπο ελέγχεται η ανταπόκριση στη θεραπεία και δίνονται επιπλέον θεραπευτικές επιλογές για συγκεκριμένες κατηγορίες ασθενών, οι οποίοι δεν ανταποκρίθηκαν πλήρως. Η απευθείας αφαίρεση μιας βλάβης, χωρίς να έχει προηγηθεί ιστολογική ταυτοποίηση, μπορεί να περιορίσει τις θεραπευτικές επιλογές κάποιων ασθενών και να επηρεάσει αρνητικά την πρόγνωση τους. Δηλαδή, μπορεί ουσιαστικά εξαιτίας της απευθείας αφαίρεσης ενός όγκου κάποιοι ασθενείς να ζήσουν λιγότερο. Τέλος, μια πολύ καλή ανταπόκριση στην νέο-επικουρική θεραπεία μπορεί να οδηγήσει σε μικρότερης έκτασης χειρουργική επέμβαση.
- Μετά από μια ευρεία εκτομή ενός όγκου, εάν τα χειρουργικά όρια βγουν διηθημένα, δεν είναι απαραίτητο να γίνει ξανά επέμβαση για ευρύτερη εκτομή των χειρουργικών ορίων, εφόσον έτσι κι αλλιώς θα ακτινοβοληθεί ο μαστός
Δεν ισχύει! Σε όλες τις περιπτώσεις που γίνεται ευρεία εκτομή ενός κακοήθους όγκου και διατηρείται ο μαστός, είναι επιβεβλημένο η εκτομή να γίνεται σε υγιή όρια. Η ακτινοβολία θα ακολουθήσει μεν, αλλά δεν μπορεί να υποκαταστήσει την επανεκτομή των ορίων, εάν αυτά είναι διηθημένα. Ο ρόλος της είναι πολύτιμος, αλλά είναι διαφορετικός. Ξέρουμε ότι μια ασθενής με διηθημένα όρια, η οποία θα ακτινοβοληθεί έχει διπλάσιες πιθανότητες να παρουσιάσει τοπική υποτροπή σε σχέση με μια ασθενή με υγιή όρια, η οποία θα έχει επίσης ακτινοβοληθεί. Η επανεκτομή των ορίων συνήθως είναι πολύ απλή και ασφαλής διαδικασία.
- Ένα εύρημα στη μαστογραφία ή στο υπερηχογράφημα μαστών έχει ένδειξη για βιοψία. Μπορούμε να κάνουμε μαγνητική τομογραφία μαστών για να αποφύγουμε τη βιοψία
Ο ρόλος της μαγνητικής τομογραφίας είναι πολύ συγκεκριμένος και σίγουρα δεν είναι να μας πει να μην πραγματοποιήσουμε βιοψία σε μια βλάβη. Δεν μπορούμε και δεν πρέπει να βασιστούμε στη μαγνητική για να το αποφασίσουμε αυτό. Εάν μια βλάβη έχει ένδειξη για βιοψία από τη μαστογραφία ή το υπερηχογράφημα, αυτό δε θα το αλλάξει η μαγνητική, καθώς υπάρχουν περιπτώσεις που μπορεί ένα εύρημα να μη φαίνεται στη μαγνητική ή να φαίνεται αθώο, αλλά να μην είναι. Συνεπώς, όταν υπάρχει ένδειξη για βιοψία πρέπει να γίνεται, χωρίς να αντικαθίσταται από άλλη εξέταση, όπως η μαγνητική.
- Η μαγνητική τομογραφία μαστών είναι καλύτερη και πιο σύγχρονη εξέταση. Μπορούμε να κάνουμε αυτήν αντί για την ψηφιακή μαστογραφία, η οποία είναι παλιά και «ξεπερασμένη» μέθοδος και έχει ακτινοβολία
Όπως προαναφέρθηκε, ο ρόλος της μαγνητικής τομογραφίας είναι πολύτιμος, αλλά και πολύ συγκεκριμένος. Δηλαδή να συμπληρώνει τη μαστογραφία και το υπερηχογράφημα των μαστών, με ορισμένες ενδείξεις και όταν είναι απαραίτητο. Η μαστογραφία, μέχρι στιγμής, είναι αναντικατάστατη. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι δεν υπάρχει καμία άλλη μέθοδος, η οποία να απεικονίζει τις αποτιτανώσεις τόσο καλά, όσο η μαστογραφία. Είναι πολύ ασφαλής μέθοδος και έχει ελάχιστη ακτινοβολία. Σε κάθε περίπτωση τα οφέλη της είναι σημαντικά και ευεργετικά για τη ζωή των γυναικών, σε αντίθεση με τις βλαβερές επιδράσεις της, οι οποίες είναι αμελητέες.
- Δεν είναι απαραίτητο το screening για τον καρκίνο του μαστού, καθώς εάν προκύψει κάτι μπορεί μια γυναίκα να το ψηλαφήσει μόνη της
Το screening είναι ο προληπτικός έλεγχος των ασυμπτωματικών γυναικών με ψηφιακή μαστογραφία, με στόχο την έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του μαστού, συμβάλλοντας στη μείωση της θνητότητας από την ασθένεια κατά 25%. Μέσω του screening ένας καρκίνος στο μαστό μπορεί να διαγνωστεί έως και 2 χρόνια πριν γίνει κλινικά εμφανής.
- Δεν είναι αναγκαίο μια γυναίκα η οποία δεν έχει καρκίνο του μαστού να εξετάζεται από μαστολόγο
Κάθε γυναίκα πρέπει να αυτοεξετάζεται μια φορά το μήνα και να επισκέπτεται έναν χειρουργό μαστού (μαστολόγο) μια φορά το χρόνο για κλινική εξέταση, όπως ακριβώς κάνει και με το γυναικολόγο της. Η κλινική εξέταση, ακόμη κι εάν είναι φυσιολογική, πρέπει να ακολουθείται από μαστογραφία όταν η γυναίκα είναι άνω των 40 ετών. Σε περίπτωση που υπάρξουν ευρήματα κατά την ψηλάφηση ή στη μαστογραφία, τότε απαιτείται και στοχευμένο υπερηχογράφημα μαστών. Είναι αυτονόητο πως οι γυναίκες που έχουν συμπτώματα πρέπει να επισκεφθούν το μαστολόγο τους το συντομότερο δυνατόν.
Παρά την ανάπτυξη σύγχρονων και εξαιρετικά ευαίσθητων απεικονιστικών μεθόδων, ο ρόλος της κλινικής εξέτασης παραμένει πρωταρχικής σημασίας για την εκτίμηση των ασθενών, την αξιολόγηση των κλινικών ευρημάτων και την επιλογή των κατάλληλων διαγνωστικών μεθόδων. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις, υπάρχουν ψηλαφητές βλάβες στο μαστό, οι οποίες δεν είναι ορατές με καμία απεικονιστική μέθοδο και γίνονται αντιληπτές μόνο με την κλινική εξέταση.
- Δεν είναι απαραίτητη η πιστοποίηση της εξειδίκευσης του μαστολόγου
Δεν είναι τυχαίο ότι στα μεγάλα κέντρα του εξωτερικού κάθε ασθενής με καρκίνο ή με συμπτώματα αντιμετωπίζεται μόνο από αυστηρά εξειδικευμένους για τη νόσο του ιατρούς. Αυτό έχει αποδειχθεί ότι προσφέρει στους ασθενείς καλύτερα ογκολογικά αποτελέσματα και κατά συνέπεια καλύτερη πρόγνωση. Το γεγονός αυτό ισχύει σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό για τις ασθενείς με καρκίνο μαστού. Κάθε εξειδικευμένος χειρουργός μαστού, οφείλει να παρέχει στις ασθενείς του την καλύτερη δυνατή θεραπεία, ακολουθώντας τα διεθνή πρωτόκολλα. Στις μέρες μας, δεν αρκεί να δηλώνει κανείς εξειδικευμένος. Η εξειδίκευση κάθε ιατρού σε ένα συγκεκριμένο αντικείμενο πρέπει να πιστοποιείται επίσημα από διεθνώς αναγνωρισμένους οργανισμούς και προϋποθέτει πολύ αυστηρά κριτήρια εκπαίδευσης και επιτυχή συμμετοχή σε απαιτητικές ευρωπαϊκές εξετάσεις.