Συγκεκριμένα λαχανικά και φρούτα έχουν συσχετιστεί με την πρόληψη του καρκίνου, όπως το αχλάδι, το πράσο και η πιπεριά, όπως έχουν αναδείξει διαφορετικές μελέτες. Δε μετράει, όμως, μόνο το τι τρώμε αλλά και το πώς και πότε το τρώμε, σύμφωνα με νέα ερευνητικά στοιχεία από εργαστηριακά πειράματα.
Ήδη η διαλειμματική νηστεία και άλλα διατροφικά πλάνα διερευνώνται όλο και περισσότερο ως τρόποι που μπορεί να οδηγούν τα καρκινικά κύτταρα σε… αδυναμία, δηλαδή χωρίς να έχουν τα θρεπτικά συστατικά που χρειάζονται για να αναπτυχθούν, και η οποία δρα επικουρικά στη θεραπεία του καρκίνου. Υπό αυτό το πρίσμα, νεότερη μελέτη σε ποντίκια από ερευνητές του Αντικαρκινικού Κέντρου Memorial Sloan Kettering (MSK) συμπέρανε για πρώτη φορά ότι η διαλειμματική νηστεία και ειδικότερα οι διαφορετικοί περίοδοι νηστείας επαναπρογραμματίζουν τα κύτταρα – φυσικούς δολοφόνους του ανοσοποιητικού συστήματος προκειμένου να καταπολεμούν καλύτερα τον καρκίνο. Πρόκειται για έναν τύπο λευκών κυττάρων αιμοσφαιρίων που μπορούν να σκοτώσουν μη φυσιολογικά ή κατεστραμμένα κύτταρα, όπως καρκινικά κύτταρα ή κύτταρα που έχουν μολυνθεί από ιό. Όσο μεγαλύτερη είναι η συγκέντρωσή τους σε έναν όγκο, τόσο καλύτερη είναι η πρόγνωση για τον ασθενή.
Τα ευρήματα θα μπορούσαν να εξηγήσουν έναν από τους μηχανισμούς με τους οποίους η νηστεία μπορεί να βοηθήσει τον οργανισμό να αμυνθεί κατά του καρκίνου -μαζί με τη γενικότερη μείωση του λίπους και τη βελτίωση του μεταβολισμού. Παρότι θα χρειαστούν περαιτέρω μελέτες, τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι η νηστεία θα μπορούσε να αποτελέσει μια στρατηγική για τη βελτίωση των ανοσολογικών αποκρίσεων, έτσι ώστε να γίνει πιο αποτελεσματική η ανοσοθεραπεία, σημειώνουν οι συγγραφείς της μελέτης.
«Οι όγκοι είναι αρκετά “πεινασμένοι”. Καταλαμβάνουν βασικά θρεπτικά συστατικά, δημιουργώντας ένα εχθρικό περιβάλλον συχνά πλούσιο σε λιπίδια που είναι καταστροφικά για τα περισσότερα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος. Αυτό που αποδείξαμε με την παρούσα μελέτη είναι ότι η νηστεία επαναπρογραμματίζει αυτά τα κύτταρα – φυσικούς δολοφόνους, ώστε να επιβιώνουν καλύτερα σε αυτό το κατασταλτικό περιβάλλον», διευκρινίζει ο ανοσολόγος Δρ Joseph Sun, Ph.D., κύριος συγγραφέας της μελέτης.
Σημαντικά ευρήματα για τις αντικαρκινικές θεραπείες
Για τις ανάγκες της μελέτης, τα πειραματόζωα με καρκίνο έμειναν νηστικά για 24 ώρες δύο φορές την εβδομάδα και επανέρχονταν σε κανονική σίτιση μεταξύ των περιόδων νηστείας. Αυτή η προσέγγιση απέτρεψε τα ποντίκια από το να χάσουν βάρος συνολικά, σημειώνουν οι συγγραφείς. Ωστόσο, αυτές οι περίοδοι νηστείας άφησαν θετικό αποτύπωμα στη λειτουργία των κυττάρων δολοφόνων, μειώνοντας τα επίπεδα γλυκόζης και αυξάνοντας τη συγκέντρωση των λιπαρών οξέων: «Κατά τη διάρκεια καθενός από αυτούς τους κύκλους νηστείας, τα κύτταρα ΝΚ έμαθαν να χρησιμοποιούν αυτά τα λιπαρά οξέα ως εναλλακτική πηγή καυσίμου έναντι της γλυκόζης. Αυτό βελτιστοποιεί πραγματικά την αντικαρκινική τους απόκριση, επειδή το μικροπεριβάλλον του όγκου περιέχει υψηλή συγκέντρωση λιπιδίων, και τώρα είναι σε θέση να εισέλθουν στον όγκο και να επιβιώσουν καλύτερα λόγω αυτής της μεταβολικής εκπαίδευσης» εξηγεί η Δρ Rebecca Delconte, μεταδιδακτορική συνεργάτιδα.
Επιπλέον, η νηστεία οδήγησε σε ανακατανομή των συγκεκριμένων κυττάρων, φτάνοντας μέχρι τον μυελό των οστών, όπου, χάρη στη νηστεία, εκτέθηκαν σε υψηλά επίπεδα μιας βασικής σηματοδοτικής πρωτεΐνης που ονομάζεται ιντερλευκίνη-12. Αυτό τα προετοιμάζει να παράγουν περισσότερη ιντερφερόνη-γάμμα – μια κυτταροκίνη που παίζει σημαντικό ρόλο στις αντι-καρκινικές αντιδράσεις. Παρόλα αυτά, δεν κατέστη σαφές εάν υπάρχουν δύο ξεχωριστοί πληθυσμοί των φυσικών κυττάρων δολοφόνων που εκπαιδεύονται διαφορετικά σε διαφορετικά μέρη του σώματος ή αν τα κύτταρα καταλήγουν να περνούν και από τις δύο περιοχές κατά τη διάρκεια του εβδομαδιαίου κύκλου ζωής τους.
Τα αποτελέσματα θεωρούνται ελπιδοφόρα, σύμφωνα με τους επιστήμονες, οδηγώντας τη μελέτη στο επόμενη βήμα της κλινικής έρευνας για τρεις λόγους: αρχικά, έχουν ήδη αρχίσει οι κλινικές δοκιμές για τη μελέτη της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας της νηστείας σε συνδυασμό με τις συνήθεις υπάρχουσες θεραπείες. Δεύτερον, ανοίγει ο δρόμος για τον εντοπισμό φαρμάκων που θα μπορούσαν να στοχεύσουν στους υποκείμενους μηχανισμούς χωρίς να απαιτείται η νηστεία των ασθενών. Τρίτον, τα κύτταρα- φυσικοί δολοφόνοι θα μπορούσαν να τεθούν σε κατάσταση νηστείας εκτός του σώματος και στη συνέχεια να χορηγηθούν για να βελτιώσουν τα αποτελέσματα της θεραπείας.