Ο καρκίνος του παγκρέατος είναι μια από τις πιο δύσκολα αντιμετωπίσιμες μορφές καρκίνου.
Συγκαταλέγεται δε στις πιο απειλητικές, κυρίως λόγω της καθυστερημένης διάγνωσης που δυσχεραίνει τη θεραπευτική αντιμετώπιση.
Την ίδια στιγμή, βάσει διεθνών δεδομένων, ο ρυθμός εμφάνισής του αυξάνεται, με περισσότερους από 1.000 ασθενείς να διαγιγνώσκονται κάθε μέρα παγκοσμίως.
Σύμφωνα με νέα επιστημονικά ευρήματα, οι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι έφηβοι έχουν υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνο στο πάγκρεας ως ενήλικες.
Οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία για πάνω από ένα εκατομμύριο άντρες και πάνω από 700.000 γυναίκες, που υποβλήθηκαν σε εξετάσεις από το 1967 έως το 2002, όταν ήταν μεταξύ 16 και 19 ετών.
Κατά τη διάρκεια 23 ετών παρακολούθησης, 551 συμμετέχοντες -423 άντρες και 128 γυναίκες- διαγνώστηκαν με καρκίνο στο πάγκρεας.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι ενήλικες των οποίων το βάρος ήταν πάνω από το 95ο εκατοστημόριο στην εφηβεία, είχαν υψηλότερο κίνδυνο για καρκίνο στο πάγκρεας. Συγκεκριμένα, ο κίνδυνος ήταν 3,67 φορές μεγαλύτερος για τους άντρες και 4,07 για τις γυναίκες.
Για τα παιδιά και τους εφήβους, ο Δείκτης Μάζας Σώματος υπολογίζεται με τον ίδιο τρόπο όπως και για τους ενήλικες αλλά ερμηνεύεται λαμβάνοντας υπόψιν την ηλικία και το φύλο χρησιμοποιώντας πίνακες με εκατοστημόρια. Τα εκατοστημόρια βοηθούν στον έλεγχο της ανάπτυξης του παιδιού συγκριτικά με άλλα παιδιά της ίδιας ηλικίας και φύλου.
Οι φυσιολογικές τιμές για τον ΔΜΣ είναι αυτές που βρίσκονται από το 5ο–85ο εκατοστημόριο. Κάτω από το 5ο εκατοστημόριο το παιδί θεωρείται λιποβαρές. Από το 85ο εκατοστημόριο και πάνω είναι υπέρβαρο.
Όσοι άντρες είχαν το ανώτερο φυσιολογικό βάρος ή ήταν υπέρβαροι επίσης διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου στο πάγκρεας κατά 49% έως 97%.
Το συμπέρασμα των ερευνητών του Ιατρικού Κέντρου Rabin και του Πανεπιστημίου του Τελ Αβίβ, στο Ισραήλ, είναι ότι ο καρκίνος στο πάγκρεας είναι 4 φορές υψηλότερος σε ενήλικες που ήταν υπέρβαροι ή παχύσαρκοι στην εφηβεία.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό έντυπο Cancer.
Η έγκαιρη ανίχνευση και αντιμετώπιση, σε συνδυασμό με την επιστημονική πρόοδο που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια, μπορούν να ανατρέψουν τα αρνητικά προγνωστικά και να συμβάλουν στη θετική έκβαση της νόσου.