Το , με τη συνεργασία του , παρουσίασε σήμερα σε ειδική συνέντευξη τύπου την έκδοση “Η φαρμακευτική αγορά στην Ελλάδα: Γεγονότα και Στοιχεία 2019” καθώς και τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης “Η συμβολή του κλάδου φαρμάκου στην ελληνική οικονομία”.
Στην ετήσια έκθεση «Η Φαρμακευτική Αγορά στην Ελλάδα: Γεγονότα και Στοιχεία 2019» παρουσιάζονται τα κυριότερα στοιχεία, οι εξελίξεις και οι τάσεις σε Ελλάδα και Ευρώπη, στο χώρο του φαρμάκου και της υγείας γενικότερα. Έμφαση δίνεται στις τρέχουσες προκλήσεις που ο κλάδος αντιμετωπίζει και στις προοπτικές που διαμορφώνονται στον ευρύτερο τομέα της υγείας.
Η φετινή έκθεση, συμπίπτει με την εμφάνιση της πανδημίας του κορωνοϊου που έχει δημιουργήσει σημαντικές προκλήσεις σε πολλές χώρες του κόσμου. Εκτός από τις απώλειες ανθρώπινων ζωών, τον αριθμό νοσούντων και την ασφυκτική πίεση, των συστημάτων υγείας, η παύση / ο περιορισμός της οικονομικής δραστηριότητας σε πολλούς κλάδους προκαλεί οικονομική ύφεση και αύξηση της ανεργίας. Το μερικό ή γενικό lockdown αναμένεται να βυθίσει τις περισσότερες οικονομίες για το 2020, ανάμεσα σε αυτές και την ελληνική με τις εκτιμήσεις για την ύφεση, να ποικίλουν. Προηγουμένως και με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα, το ΙΟΒΕ έχει εκτιμήσει σενάρια για συρρίκνωση του ΑΕΠ για φέτος από -5% έως -9% με μερική ανάκαμψη το 2021.. Σε κάθε περίπτωση, η τρέχουσα κρίση αναμένεται να έχει έντονη επίπτωση στην ελληνική οικονομία, αλλά και στις περισσότερες χώρες του κόσμου. Συγχρόνως, τα ευρωπαϊκά συστήματα υγείας καλούνται να επαναξιολογήσουν την δημόσια χρηματοδότηση για δαπάνες υγείας, καθώς οι ανάγκες πολλαπλασιάζονται και η πίεση στο συνολικό σύστημα υγείας θα παραμείνει έντονη μεσοπρόθεσμα.
Οι εξελίξεις αυτές αντανακλώνται και στις συνήθεις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο τομέας της υγείας στο εγχώριο περιβάλλον. Τα επιδεινούμενα δημογραφικά δεδομένα, με τη διαχρονική μείωση των γεννήσεων (κατά 34 χιλ. άτομα το 2018) και την αύξηση του γηραιότερου πληθυσμού (άνω των 65 ετών), από 21,9% του συνολικού πληθυσμού το 2019 στο 33,0% το 2060, οδηγούν σε αυξανόμενη ανάγκη για φαρμακευτική και υγειονομική περίθαλψη, κάτι που συνεπάγεται και αυξημένη ανάγκη για δημόσια χρηματοδότηση σε δαπάνες υγείας και φαρμακευτική κάλυψη. Η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα έχει ενισχυθεί σημαντικά, αλλά δεν είναι βέβαιο ότι αυτή μπορεί να διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα σε ένα περιβάλλον μακροχρόνιας ανεργίας και μείωσης του εισοδήματος.
Στον τομέα των δαπανών για φαρμακευτική κάλυψη, στην Ελλάδα η συνολική εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη εκτιμάται ότι θα φτάσει στα €3,9 δισεκ. το 2019 (εκ των οποίων μόλις το €1,945 εκατ. αποτελεί δημόσια χρηματοδότηση). Παράλληλα, το βάρος μετατοπίστηκε στους ασθενείς και στον ιδιωτικό τομέα με το μεγαλύτερο μέρος να το επωμίζεται ο φαρμακευτικός κλάδος, μέσω των υποχρεωτικών επιστροφών και εκπτώσεων (clawback & rebates) που καταβάλει. Οι εκτιμήσεις για το συνολικό ποσό της υπερφορολόγησης των φαρμακευτικών επιχειρήσεων αγγίζουν τα €2 δις για το 2020!
Παρά τη σημαντική επίπτωση από τη δημοσιονομική προσαρμογή στη δημόσια χρηματοδότηση, η φαρμακοβιομηχανία εξακολουθεί να δαπανά σημαντικά ποσά για Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε&Α), καθώς αντιπροσωπεύει το 5% της συνολικής ιδιωτικής δαπάνης για Ε&Α στην Ελλάδα (2017), ενώ μέχρι το 2019 διεξήχθησαν 2.811 κλινικές μελέτες ανεξαρτήτου τύπου και φάσης (1.604 ολοκληρωμένες). Η παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων σε αξία το 2018 προσέγγισε το €1 δισεκ., ενώ η προστιθέμενη αξία στα €559 εκατ. (3,0% μερίδιο στον κλάδο της μεταποίησης). Οι απασχολούμενοι στην παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων άγγιξαν τα 17,1 χιλ. άτομα το 2018, με το 60,6% των απασχολούμενων να είναι πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. Σημαντικός είναι και ο ρόλος του φαρμακευτικού κλάδου στο συνολικό εξωτερικό εμπόριο, καθώς οι εξαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων ανήλθαν το 2019 σε €1,9 δισεκ. και αντιστοιχούν στο 4,4% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών όλων των αγαθών για το 2019.
Το ΙΟΒΕ προχώρησε επίσης σε μια νέα εκτίμηση του οικονομικού αποτυπώματος του κλάδου του φαρμάκου στην ελληνική οικονομία. Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις του, η συνολική συνεισφορά του κλάδου του φαρμάκου σε όρους ΑΕΠ εκτιμάται σε €6,9 δισεκ. (3,7% του ΑΕΠ) το 2018. Έτσι, για κάθε €1 προστιθέμενης αξίας των εταιριών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο του φαρμάκου, δημιουργούνται άλλα €3,1 στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας. Σε όρους απασχόλησης, η συνολική συνεισφορά εκτιμάται σε 136 χιλ. θέσεις εργασίας (ή 3,6% της συνολικής απασχόλησης). Δηλαδή, κάθε θέση εργασίας στον κλάδο του φαρμάκου υποστηρίζει άλλες 3 ισοδύναμες θέσεις πλήρους απασχόλησης συνολικά στην οικονομία. Τέλος, η επίδραση στα φορολογικά έσοδα από τη δραστηριότητα του κλάδου φαρμάκου εκτιμάται περίπου στα €1,9 δισεκ.
Στην ομιλία του ο Πρόεδρος του ΣΦΕΕ, κ. Ολύμπιος Παπαδημητρίου, σημείωσε: «Ο κλάδος του φαρμάκου είναι ένας κλάδος στρατηγικής σημασίας για τη χώρα μας με ισχυρό οικονομικό αποτύπωμα. Τόσο στα χρόνια της μακρόχρονης οικονομικής κρίσης όσο και πρόσφατα με την πανδημία του COVID-19 απέδειξε πως είναι εδώ, εξασφαλίζοντας επάρκεια φαρμάκων και καλύπτοντας όλες τις φαρμακευτικές ανάγκες των Ελλήνων ασφαλισμένων και ασθενών, στηρίζοντας τους επαγγελματίες υγείας, πολλές χιλιάδες θέσεις εργασίας, αλλά και το ίδιο το σύστημα υγείας. Η βιωσιμότητά του κλάδου μας, όμως, απειλείται από την έλλειψη προβλεψιμότητας, την υπερφορολόγηση, την απουσία καινοτομίας, την μερική μόνο υλοποίηση των απαραίτητων και ψηφισμένων μεταρρυθμίσεων. Δεν μπορεί να απειλείται άλλο, γιατί έτσι απειλείται και η ίδια η βιωσιμότητα του συστήματος δημόσιας υγείας. Βρισκόμαστε σε μια χρονική στιγμή κομβικής σημασίας, για τη χώρα, για τη δημόσια υγεία, για την οικονομία, αλλά και για τον κλάδο του φαρμάκου. Τώρα δίνεται στην Ελλάδα η ευκαιρία να αναθεωρήσει και να εκσυγχρονίσει ουσιαστικά τη δομή του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης. Διαχρονικά καταθέτουμε στην κυβέρνηση ρεαλιστικές και τεκμηριωμένες προτάσεις, όπως κάναμε και πρόσφατα. Καταθέσαμε πρόσφατα μια πλήρη σειρά θέσεων και προτάσεων που συμπυκνώνονται σε 7 πυλώνες δράσεων και που μπορούν να συμβάλλουν στη διαμόρφωση και την εφαρμογή ενός εθνικού σχεδιασμού για την δημόσια Υγεία. Ευελπιστούμε ότι αυτή τη φορά θα ληφθούν από τους κυβερνώντες σοβαρά υπόψη και μάλιστα άμεσα, γιατί τώρα είναι η ευκαιρία να εφαρμοστεί μια ασθενοκεντρική βιώσιμη φαρμακευτική πολιτική, να αναγνωριστεί από την Πολιτεία η σημαντική αναπτυξιακή δυναμική του κλάδου μας και να μας επιτραπεί να συμβάλλουμε στην ανάκαμψη της εθνικής οικονομίας!».