Ζήσης Ψάλλας
Μια μελέτη από το Rutgers University σε πολύ παχύσαρκους ενήλικες που έπασχαν όλοι από μη αλκοολική λιπώδη ηπατική νόσο (NAFLD), έδειξε ότι όσοι υποβλήθηκαν σε βαριατρική επέμβαση υπέστησαν πολύ λιγότερα ακραία καρδιαγγειακά επεισόδια στη συνέχεια.
«Τα ευρήματα παρέχουν στοιχεία που υποστηρίζουν τη βαριατρική χειρουργική ως αποτελεσματικό θεραπευτικό εργαλείο για τη μείωση του αυξημένου κινδύνου καρδιαγγειακής νόσου για επιλεγμένα άτομα με παχυσαρκία και NAFLD», δήλωσε ο Vinod Rustgi, διακεκριμένος καθηγητής Ιατρικής, ηπατολόγος. «Αυτά τα ευρήματα έχουν τρομερή επίδραση για πολλούς λόγους».
Οι καρδιακές παθήσεις είναι η κύρια αιτία θανάτου για άνδρες και γυναίκες σε όλες τις φυλετικές και εθνοτικές ομάδες στις Ηνωμένες Πολιτείες. Περίπου 697.000 άνθρωποι στη χώρα πέθαναν από καρδιακές παθήσεις το 2020, σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ.
Η NAFLD, και μια πιο προηγμένη μορφή γνωστή ως NASH, είναι ραγδαία αυξανόμενες αιτίες ηπατικής νόσου και μπορούν να επηρεάσουν άτομα που πίνουν λίγο έως καθόλου αλκοόλ. Η πάθηση εμφανίζεται επειδή αποθηκεύεται πολύ λίπος μέσα στα ηπατικά κύτταρα, κάτι που προκαλεί μια φλεγμονώδη κατάσταση. Είναι πιο συχνή σε άτομα με παχυσαρκία και διαβήτη τύπου 2.
Στη μελέτη, οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα αποτελεσμάτων, χρησιμοποιώντας τη βάση δεδομένων ιατρικής ασφάλισης MarketScan Commercial Claims and Encounters, από το 2007 έως το 2017. Από τα 230 εκατομμύρια καλυπτόμενα άτομα, εντοπίστηκαν 86.964 μεταξύ 18 και 64 ετών που είχαν παχυσαρκία και συγχρόνως NAFLD. Από αυτούς, το 68% της ομάδας μελέτης ήταν γυναίκες. Το 35% υποβλήθηκε σε βαριατρική επέμβαση και το 65% έλαβε μη χειρουργική φροντίδα.
Οι ασθενείς με βαριατρική χειρουργική παρουσίασαν μείωση κατά 49% στον κίνδυνο εμφάνισης σοβαρών καρδιαγγειακών συμβαμάτων όπως καρδιακή προσβολή, καρδιακή ανεπάρκεια ή ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο. Ήταν επίσης πολύ λιγότερο πιθανό να εμφανίσουν στηθάγχη, αθηροσκληρωτικά επεισόδια ή θρόμβους αρτηριακού αίματος.
Η συσχέτιση μεταξύ της βαριατρικής χειρουργικής και της μείωσης του κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου δεν έχει μελετηθεί σε αυτό το επίπεδο λεπτομέρειας στο παρελθόν, είπαν οι ερευνητές.