Γράφει ο Δημήτριος Κούβελας, Καθηγητής Κλινικής Φαρμακολογίας, Τμήμα Ιατρικής, ΑΠΘ
Η έρευνα είναι μια πολύ σημαντική υπόθεση για κάθε χώρα.
Η έρευνα σε κάθε πεδίο (επιστήμες, τεχνολογία, υγεία, αρχαιολογία, βιολογία, κλπ), είναι αυτή που προάγει την εκπαίδευση και την παιδεία, προάγει την παραγωγή και την ανάπτυξη, προάγει το επίπεδο του λαού και όχι μόνο οικονομικά.
Η έρευνα βέβαια δεν είναι ενιαία και ομοειδής. Υπάρχει έρευνα που προάγει τη γνώση και έμμεσα την ανάπτυξη, υπάρχει και έρευνα για την ανάπτυξη χρηστικών, άυλων ή υλικών αγαθών και προϊόντων.
Έτσι η έρευνα αποτελεί αιχμή του δόρατος σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες, το ύφος όμως και ο τρόπος αποτελεί σημαντική προτεραιότητα της πολιτείας, είναι πολιτική και όχι ακαδημαϊκή απόφαση και χρειάζεται μεγάλου βαθμού κοινωνική και πολιτική συναίνεση.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, δικαίως και καινοφανώς, για τη χώρα, δημιούργησε επιτροπή με έγκριτους ερευνητές, ακαδημαϊκούς και μη, της ημεδαπής και της αλλοδαπής και τοποθέτησε, στο εξαιρετικά τιμητικό αξίωμα του Προέδρου τον Καθηγητή Γενετικής Πανεπιστημίου της Ελβετίας κ. Δερμιτζάκη.
Η τοποθέτηση του Μανώλη Δερμιτζάκη ήταν, από ότι μάθαμε, επιλογή του ίδιου του Πρωθυπουργού. Δεν είναι δουλειά μου να αποφασίσω για την καταλληλότητα του κ. Δερμιτζάκη, διότι όπως είπα δεν είναι ακαδημαϊκή, αλλά πολιτική επιλογή.
Αυτό όμως που θα χρειαζόταν είναι η δημιουργία μια τακτικής Διακομματικής Επιτροπής της Βουλής με θέμα την έρευνα στη χώρα, η οποία θα εξασφάλιζε τους διαχρονικούς στόχους, της πολιτείας σε σχέση με την έρευνα.
Στη συνέχεια η κυβέρνηση θα έπρεπε να επιλέξει (με διεθνή προκήρυξη), τις θέσεις της επιτροπής έρευνας με ακριβή γνωστικά αντικείμενα, με κριτήρια επιλεξιμότητας, και φυσικά θα έπρεπε να ορίσει και ανεξάρτητη επιτροπή επιλογής των μελών.
Ο πρόεδρος θα έπρεπε να εκλέγεται από τα μέλη της επιτροπής και φυσικά να διορίζεται και να δίνει αναφορά στον Πρωθυπουργό και στην Διακομματική Επιτροπή της Βουλής.
Ο Πρόεδρος θα έπρεπε να εκφράζει την πολιτική βούληση, για την έρευνα της χώρας και να κανονίζει φυσικά τη στρατηγική και τις τακτικές που θα επιλέξει η Χώρα για να πετύχει σε συγκεκριμένους ερευνητικούς στόχους.
Η παραίτηση Δερμιτζάκη δεν με εξέπληξε. Είχαν παραιτηθεί νωρίτερα άλλα εξαιρετικά ικανά μέλη της Επιτροπής. Αυτό που με παραξένεψε ήταν ο λόγος της παραίτησης. Ο λόγος, όπως αυτός ανακοινώθηκε, από τον κ. Δερμιτζάκη, ήταν η διαφωνία του με την κυβέρνηση στον τρόπο που θα έπρεπε να γίνεται η έρευνα στην Ελλάδα.
Αν δεν είχε συζητήσει, πριν την δημιουργία της Επιτροπής, ο κ. Δερμιτζάκης με τον Πρωθυπουργό, τους Ερευνητικούς Στόχους για τη χώρα, τότε ο κ. Δερμιτζάκης κακώς ανέλαβε το ρόλο. Αν ο κ. Μητσοτάκης είχε κάτι άλλο στο μυαλό του, τότε κακώς επέλεξε τον κ. Δερμιτζάκη. Αν τώρα, ο εκλεγμένος Πρωθυπουργός και ένας εκλεκτός επιστήμονας, δεν είχαν καταφέρει να συνεννοηθούν για τους ερευνητικούς στόχους της χώρας, τότε μένω απλώς άφωνος. Αυτό σημαίνει ότι οι καθαρά παρεΐστικες και προφανώς ανώριμες πρακτικές συνεχίζουν στη διακυβέρνηση της χώρας, χωρίς να ενοχλείται κανένας, επί της ουσίας.
Αν δε, ένα τέτοιου επιπέδου, σημαντικότατο πρόβλημα δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό από τον πολύ κόσμο, τότε δε νομίζω ότι μπορεί να σωθούμε. Κυρίως από τον εαυτό μας.