Όλο και περισσότερος κόσμος στρέφεται σε μια χορτοφαγική διατροφή. Μια διατροφή μακριά από το κρέας. Οι λόγοι πίσω από αυτή την απόφαση μπορεί να είναι αρκετοί. Άλλοι επιλέγουν αυτό τον τρόπο ζωής για ηθικούς λόγους, άλλοι για οικονομικούς, ενώ άλλοι για λόγους υγείας. Μια νέα έρευνα μάς φέρνει μια πολύ ενδιαφέρουσα πληροφορία σχετικά με την απόφαση κάποιου να κάνει μια χορτοφαγική διατροφή.
Μια ομάδα ερευνητών πιστεύει ότι ανακάλυψε στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η επιλογή μιας φυτικής διατροφής θα μπορούσε στην πραγματικότητα να επηρεάζεται από τα γονίδια μας και να είναι κληρονομική.
Η έρευνα είχε ως επικεφαλή τον Nabeel Yaseen, καθηγητή παθολογίας στο Πανεπιστήμιο Northwestern των ΗΠΑ, και εξέτασε μια μεγάλης κλίμακας βιοϊατρική βάση δεδομένων, την UK Biobank. Οι ερευνητές συνέκριναν τα γονιδιώματα από 5.324 αυστηρά χορτοφάγους με 329.455 μη χορτοφάγους, ηλικίας μεταξύ 40 και 69 ετών, προσπαθώντας να εντοπίσουν τόπους που σχετίζονται με την αυστηρή χορτοφαγία. Στη γενετική, ένας τόπος προσδιορίζει τη θέση ενός γονιδίου στο χρωμόσωμα.
Οι μηχανισμοί με τους οποίους οι γενετικές παραλλαγές επηρεάζουν τις διατροφικές επιλογές περιλαμβάνουν μια αλληλεπίδραση μεταξύ του μεταβολισμού, των φυσιολογικών επιδράσεων και της αντίληψης της γεύσης. Μέσω της έρευνας εντοπίστηκαν τρία γονίδια που σχετίζονται σημαντικά με τη χορτοφαγία, καθώς και άλλα 31 γονίδια που πιθανώς να σχετίζονται με τη χορτοφαγία. Οι μηχανισμοί με τους οποίους οι γενετικές παραλλαγές επηρεάζουν τις διατροφικές επιλογές περιλαμβάνουν μια αλληλεπίδραση μεταξύ του μεταβολισμού, των φυσιολογικών επιδράσεων και της αντίληψης της γεύσης. Τα επίπεδα προτίμησης και κατανάλωσης διατροφικών στοιχείων επηρεάζονται από την αντίληψη της γεύσης.
Ο ρόλος των γονιδίων
Με βάση τις λειτουργίες ορισμένων από αυτά τα γονίδια, υποθέτουμε ότι ο μεταβολισμός των λιπιδίων και οι επιπτώσεις του στη λειτουργία του εγκεφάλου μπορεί να παίζουν κάποιο ρόλο. Προς το παρόν, μπορούμε μόνο να υποθέσουμε ότι το κρέας μπορεί να περιέχει μοναδικά λιπαρά συστατικά που οι χορτοφάγοι είναι σε θέση να συνθέτουν επαρκώς ενδογενώς, ενώ άλλοι πρέπει να τα λαμβάνουν από μια διατροφή που περιέχει κρέας.
Η έρευνα αυτή πρόκειται για μια επιστημονική προσέγγιση που χρησιμοποιείται για τον εντοπισμό γενετικών παραλλαγών που σχετίζονται με χαρακτηριστικά ή μερικές φορές με ασθένειες. Οι ερευνητές εξετάζουν τη συσχέτιση μεταξύ γονιδιωματικών παραλλαγών και ενός συγκεκριμένου χαρακτηριστικού, αν και μπορούν να εντοπίσουν μόνο τη συσχέτιση, και όχι την αιτία. Αυτή η γνώση μπορεί να μας επιτρέψει να παρέχουμε καλύτερες εξατομικευμένες διατροφικές συστάσεις και ίσως να επιτρέψει την παραγωγή καλύτερων υποκατάστατων κρέατος.