Η επίμονη έλλειψη ύπνου μπορεί να σας στείλει πιο νωρίς για… μόνιμο ύπνο.
Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε μια 40ετής έρευνα, η οποία είχε ως αντικείμενο μελέτης τις μακροχρόνιες επιπτώσεις των άγρυπνων νυχτών.
Η επίμονη αϋπνία –για έξι ή και παραπάνω χρόνια- συνδέθηκε ακόμη με αύξηση κατά 58% του κινδύνου πρόωρου θανάτου, αναφέρουν ερευνητές από το πανεπιστήμιο της Αριζόνα.
Ακόμη, σύμφωνα με όσα υποστηρίζει η ίδια έρευνα, σχετίζεται με αυξημένα επίπεδα φλεγμονών στο αίμα, κάτι που με τη σειρά του συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιακών ασθενειών, διαβήτη, παχυσαρκίας, καρκίνου, άνοιας και κατάθλιψης.
Η αϋπνία, δηλαδή η δυσκολία να κοιμηθεί κανείς, η αγρυπνία ή όταν ξυπνά κανείς πολύ νωρίς το πρωί, είναι ένα πολύ κοινό παράπονο από ασθενείς.
Ως χρόνια αϋπνία ορίζεται ο διαταραγμένος ύπνος, που συμβαίνει τουλάχιστον τρία βράδια της εβδομάδα και διαρκεί τουλάχιστον για τρεις μήνες.
Οι αμερικανοί ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από μια μακροχρόνια αναπνευστική μελέτη (Tucson Epidemiological Study of Airway Obstructive Disease), η οποία ξεκίνησε το 1972 και παρακολουθούσε την πορεία της υγείας των εθελοντών για πολλές δεκαετίες.
Κατέληξαν στο συμπέρασμα, ότι σε αντίθεση με τη διαλείπουσα αϋπνία, η χρόνια αϋπνία που διαρκεί για τουλάχιστον έξι χρόνια, σχετίζεται με τη θνησιμότητα. Βρήκαν ακόμη, ότι η επίμονη αϋπνία σχετίζεται με αυξημένα επίπεδα φλεγμονών στο αίμα.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας Daily Mail, προηγούμενες έρευνες είχαν συνδέσει την αϋπνία με το θάνατο, χωρίς όμως να έχει αποδειχθεί ο υποκείμενος μηχανισμός.
Τα συμπεράσματα της μελέτης δημοσιεύτηκαν στο διαδίκτυο στο American Journal of Medicine.