Χάρη στο χοροθεραπεία άτομα με νοητική υστέρηση, που δεν μπορούσαν καν να αρθρώσουν λόγο, κατάφεραν να γίνουν πρωταγωνιστές σε χορευτικές παραστάσεις. Ξεκινώντας από απλές άτακτες κινήσεις έφτασαν σε σημείο, ύστερα από συνεδρίες χοροθεραπείας,να χορέψουν από ζεϊμπέκικο μέχρι … τάνγκο ή μάμπο αλλά και να μάθουν το σενάριο αλλά και τους ρόλους μιας δομημένης παράστασης.
«Η χοροθεραπεία ενισχύει την αυτοπεποίθηση των ατόμων με νοητική υστέρηση, βοηθάει στην κοινωνικοποίησή τους, ενώ ταυτόχρονα συμβάλλει στο να καταστεί πιο εύκολη η καθημερινότητά τους» επεσήμανε η ειδική παιδαγωγός-χοροθεραπεύτρια Αμάντα Κουγιούφα, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, στο περιθώριο διημερίδας, με θέμα «Ειδική αγωγή αποκατάσταση και τέχνες», που διεξάγεται στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.
Η χοροθεραπεία, όπως εξηγεί η κ. Κουγιούφα, στηρίζεται στη σχέση σώματος, νου, ψυχής και πνεύματος έχοντας μια ολοκληρωμένη αντιμετώπιση του ατόμου-σημείο στο οποίο υστερεί η κλασική ψυχοθεραπεία με την έμφασή της μόνο στον λόγο.
«Όταν δουλεύουμε με άτομα με νοητική υστέρηση φροντίζουμε να ενισχύσουμε την αυτοπεποίθησή τους. Τα πιο πολλά είναι ‘τραυματισμένα’ άτομα γιατί έχουν υποστεί οικογενειακή ή κοινωνική απόρριψη. Έχουν ανάγκη να αναδομηθεί η αίσθηση των όσων ικανοτήτων έχουν και όταν αυτό επιτευχθεί, κάνουν πραγματικά θαύματα. Πραγματικά απελευθερώνονται γιατί αισθάνονται ότι γίνονται αποδεκτά», προσθέτει η κ. Κουγιούφα, η οποία εδώ και 22 χρόνια ασχολείται με τη χοροθεραπεία σε άτομα με νοητική υστέρηση.
Η συνεδρία χοροθεραπείας ξεκινά με ένα ζέσταμα σωματικό και ψυχολογικό που προετοιμάζει τα άτομα με νοητική υστέρηση για μια διαφορετική διαδικασία έκφρασης. Η σχέση εμπιστοσύνης είναι η πρώτη που αναπτύσσεται μεταξύ χοροθεραπευτή/τριας και θεραπευόμενων έτσι ώστε να νιώθουν την ασφάλεια να εκδηλώσουν και να βιώσουν, χωρίς αναστολές, κάθε προσωπική έκφραση και εμπειρία, αρκεί αυτή να μην βλάπτει τον εαυτό τους, τους άλλους και τον χώρο. Το επόμενο βήμα είναι η διεύρυνση και ο εμπλουτισμός του κινητικού λεξιλογίου, είτε με την αλληλεπίδραση θεραπευτή/τριας-ατόμου είτε μεταξύ των μελών της ομάδας, με λεκτική παρότρυνση, με βοηθητικά αντικείμενα (π.χ.υφάσματα) και με φωτογραφίες ή βίντεο.
«Παρέχοντας τον χώρο και την ασφάλεια, προσφέρουμε την ευκαιρία για ελεύθερη έκφραση, αποκάλυψη, συνειδητοποίηση, αλλαγή και εξέλιξη. Παιδιά που αρχικά είναι χαμένα στον χώρο, αποπροσανατολισμένα, αμήχανα, παθητικά ή υπερκινητικά, ασυντόνιστα, διασκορπισμένα, με διάσπαση προσοχής, σιγά-σιγά αποκτούν αυτοέκφραση, αυτοέλεγχο και αυτοπεποίθηση. Κινητικές συνήθειες και στερεοτυπίες ξεπερνιούνται δίνοντας τη θέση τους σε κινητική έκφραση και χορό. Ακόμη χρησιμοποιείται και μουσική της επιλογής των θεραπευομένων που μπορεί να είναι από κλαρίνα που ακούγονται σε πανηγύρια μέχρι κλασική μουσική. Έτσι ακούνε και εκτιμούν και τα άλλα είδη μουσικής που ακούνε οι άλλοι», συνεχίζει η κ. Κουγιούφα.
Στην πρώτη χορογραφία που παρουσίασαν πριν από πολλά χρόνια, ύστερα από διάφορους πειραματισμούς, τα άτομα με νοητική υστέρηση μπήκαν στον ψυχισμό ζώων που τους ενδυνάμωναν, όπως π.χ. του αλόγου ή του λιονταριού.
«Άρχιζαν κι έπαιρναν ενέργεια για τον ίδιο τους τον εαυτό. Αυτό μετά εξελίχθηκε. Χαρακτηριστικά, θέλω να πω ότι το τραγούδι που έγινε το πρώτο μας σουξέ ήταν το ‘Δυνατά, δυνατά’ της Αρβανιτάκη, που έχει και έναν συμβολισμό, γιατί έγιναν δυνατά τ΄ αδύνατα ή αδύναμα ή αυτά που δεν μπορούσαν να γίνουν. Αυτό ήταν επιλογή δική τους. Ενώ στην αρχή δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα, ύστερα από μερικά χρόνια, τα ίδια άτομα ζήτησαν να κάνουν μια παράσταση με λόγο. Έφτασαν σε ένα τέτοιο στάδιο αυτοπεποίθησης, που παρότι πολλά παιδιά δεν ήξεραν να διαβάζουν, ζήτησαν σενάριο και βρήκαν τρόπους να το μάθουν. Δεν ξέρω πώς, αλλά έρχονταν και ήξεραν τα λόγια. Το σημαντικό είναι ότι, στην παράσταση, τα άτομα αυτά στέκονταν μπροστά σε κόσμο που συνήθως μπορεί να ήταν είτε αρνητικός, επικριτικός, επιφυλακτικός ή να ένιωθε οίκτο ή πολλά και διάφορα συναισθήματα. Και, ξαφνικά, έβλεπαν ότι όλος αυτός ο κόσμος τους καμάρωνε, τους χειροκροτούσε, τους θαύμαζε. Για μένα, αυτό είναι το κομμάτι που μεταμορφώνει μέσα από την παράσταση γιατί η ίδια η παράσταση πηγάζει μέσα από την ικανότητα του ίδιου του ατόμου. Αυτό βοηθάει στην κοινωνικοποίηση από τη στιγμή που θα αρχίσει κάποιος να νιώθει καλύτερα με αυτό που είναι, θα μπορέσει να συνδιαλλαγεί και με τον διπλανό του καλύτερα και να επιβιώσει λίγο καλύτερα στην καθημερινότητα που είναι πολύ δύσκολη για πολλά από αυτά τα άτομα», καταλήγει η κ. Κουγιούφα.