Το κάπνισμα είναι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες κινδύνου εκδήλωσης στεφανιαίας νόσου. Ο κύριος λόγος που οι καπνιστές δυσκολεύονται να κόψουν το κάπνισμα είναι η ισχυρή σωματική και κυρίως ψυχολογική εξάρτηση από τη νικοτίνη που περιέχει ο καπνός. Δεύτερος σημαντικός λόγος για τη μεγάλη διάδοση του καπνίσματος είναι ότι οι βλαβερές του συνέπειες δεν εκδηλώνονται αμέσως, αλλά ύστερα από αρκετά χρόνια.
Τα παραπάνω αναφέρονται σε μελέτη, με τίτλο «Κάπνισμα και Στεφανιαία Σύνδρομα- Η χρήση του καπνού πριν και μετά το Οξύ Στεφανιαίο Σύμβαμα- Παθητικό κάπνισμα», που πραγματοποίησαν οι Β. Βασιλακόπουλος, Π. Ροδίτης, Σ. Θεοδωρίδου, Γ. Παπαγόρας, Χρ. Τσουμής, Ε. Κυπιρτίδου και Στ. Λαμπρόπουλος από την Καρδιολογική Κλινική του νοσοκομείου Κοζάνης.
Μελετήθηκαν οι επιδράσεις του καπνίσματος σε 95 ασθενείς (67 ενεργοί καπνιστές και 28 παθητικοί), εκ των οποίων οι 71 άνδρες και οι 24 γυναίκες που νοσηλεύτηκαν στην Καρδιολογική Κλινική του νοσοκομείου Κοζάνης με Οξύ Στεφανιαίο Σύμβαμα (ΟΣΣ), καθώς και οι καπνιστικές τους συνήθειες μετά το εξιτήριο, όπως και η σχέση του παθητικού καπνίσματος και του ΟΣΣ.
Η μελέτη βασίστηκε σε ερωτηματολόγιο που συμπλήρωσαν οι ασθενείς στη διάρκεια της νοσηλείας. Η καπνιστική τους συνήθεια αξιολογήθηκε τηλεφωνικώς ύστερα από 3 και 6 μήνες και ο βαθμός εξάρτησης από τη νικοτίνη μετρήθηκε με το fagerstrom τεστ εξάρτησης από τη νικοτίνη t. Ο μέσος όρος ηλικίας των ασθενών ήταν τα 64 έτη, ενώ ο μέσος όρος ηλικίας έναρξης καπνίσματος τα 19±7 έτη. Το 82,3% των ασθενών δήλωσε ότι διέκοψε το κάπνισμα στους 3 μήνες, ενώ το 29,9% ότι το ξανάρχισε στους 6 μήνες. Το 76% τρεφόταν με λιπαρές τροφές, το 49,4% δεν ασκούταν, το 59,3% είχε υπέρταση, το 32,5% είχε παχυσαρκία , το 40% έπασχε από σακχαρώδη διαβήτη και το 51,2% από υπερλιπιδιαιμία. Το 57,5 % των ασθενών είχε μεγάλο βαθμό εξάρτησης από την νικοτίνη και απουσία ελέγχου στο κάπνισμα. Οι ασθενείς που διέκοψαν το κάπνισμα στους 6 μήνες είχαν χαμηλό σκορ στο fagerstrom τεστ εξάρτησης από τη νικοτίνη σε σχέση με αυτούς που το διέκοψαν στους 3 μήνες και το ξανάρχισαν. Οι 28 παθητικοί καπνιστές με ΟΣΣ είχαν μέση ηλικία 67 έτη και το 75,6% δήλωσε ότι σύχναζε σε δημόσιους χώρους όπου κάπνιζαν άλλοι.
Η μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι: «Η ηλικία δεν φάνηκε να συσχετίζεται με την υποτροπή στο κάπνισμα. Οι παράγοντες που σχετίζονται άμεσα με την υποτροπή είναι ο αριθμός των τσιγάρων που κάπνισαν οι ασθενείς πριν την είσοδό τους στο νοσοκομείο και ο εθισμός τους στην νικοτίνη».
Τα αποτελέσματα της μελέτης θα παρουσιαστούν αύριο στο 4ο Πανελλήνιο Συνέδριο Νοσημάτων Θώρακος που διοργανώνει τη Εταιρεία Νοσημάτων Θώρακος Ελλάδος στη Θεσσαλονίκη.