Γιατί ο εγκέφαλός μας προτιμά τις λίστες

0F41D01C35545D1DCF5DF36743280897.jpg

  Κάθε φορά που ερχόμαστε αντιμέτωποι με νέες πληροφορίες, ο εγκέφαλός μας προσπαθεί αμέσως να καταλάβει τι είναι αυτό που έχει μπροστά του και να βγάλει κάποιο συμπέρασμα, έτσι ώστε να αποφασίσει –δηλαδή εμείς- αν είναι κάτι που έχει ενδιαφέρον, ή αν θα πρέπει να… προχωρήσουμε παρακάτω.

Όλα γίνονται αυτόματα και στιγμιαία. Δεν συνειδητοποιούμε καν ότι έχουμε κάνει μια επιλογή, ότι έχουμε ήδη πάρει μια απόφαση μέσα στο μυαλό μας και ότι έχουμε επιλέξει τον έναν ή τον άλλο δρόμο.

Το βλέμμα μας για παράδειγμα είτε σταματά κάπου, είτε συνεχίζει να «σκανάρει» στο οπτικό του πεδίου.

Κάθε φορά που χαζεύουμε το περιβάλλον γύρω μας, το οπτικό μας σύστημα «ξεχωρίζει» κάποια πράγματα που δε «μας ταιριάζουν», κάποια χαρακτηριστικά που ξαφνικά για κάποιο λόγο είτε αλλάζουν, είτε ξεχωρίζουν από μόνα τους στο φόντο.

Φανταστείτε ένα τίτλο εφημερίδας, που με τη βοήθεια γραφικών, προσπαθεί να «πιάσει» το μάτι του αναγνώστη, μέσα σε ένα περιβάλλον όπου κυριαρχούν δεκάδες άλλοι τίτλοι και ιστορίες, που προσπαθούν να πετύχουν τον ίδιο στόχο.
Αναρωτηθείτε για τα κείμενα ή τις φράσεις που είναι πιο πιθανό να τραβήξουν την προσοχή σας, είτε πρόκειται για το εξώφυλλο μιας εφημερίδας, είτε για μια δημοσίευση στο Twitter ή το Facebook.

Τα περισσότερα από αυτά που βλέπουμε είναι λέξεις και εικόνες.

Μόλις κάτι μας τραβήξει την προσοχή, μένουμε σε αυτό, όμως και πάλι θα πρέπει να είναι αρκετά ενδιαφέρον για να μας κάνει να παραμείνουμε και να διαβάσουμε ολόκληρη την ιστορία.

Το 2009, όπως αναφέρει η ιστοσελίδα newyorker.com, ερευνητές από το πανεπιστήμιο της Αθήνας, μελέτησαν τις αντιδράσεις αναγνωστών στους τίτλους αγγλόφωνων εφημερίδων στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, που περιείχαν από «βαριές» ειδήσεις, μέχρι κίτρινες φυλλάδες. Αυτό που διαπίστωσαν ήταν ότι οι άνθρωποι προτιμούσαν τους τίτλους που ήταν δημιουργικοί και «μη-πληροφοριακοί», για παράδειγμα: «Η οσμή της διαφθοράς, η μυρωδιά της αλήθειας».

Όχι μόνο τους αξιολόγησαν ως πιο ενδιαφέροντες γενικότερα, αλλά ανέφεραν ότι ήταν πιο πιθανό να διαβάσουν και ολόκληρη την ιστορία που συνόδευαν.

Οι τίτλοι και τα πρωτοσέλιδα «λίστας», παρέχουν την ιδανική ισορροπία πληροφορίας και αμφιθυμίας, προκαλώντας μας αρκετά έτσι ώστε να κάνουμε «κλικ» επάνω σε ένα δημοσίευμα, που θα θεωρήσουμε σχετικό με τα ενδιαφέροντά μας ή συναρπαστικό ως θέμα από μόνο του.

Οι λίστες αξιοποιούν σε υποσυνείδητο επίπεδο τον τρόπο που προτιμούμε να λαμβάνουμε και να οργανώνουμε τις πληροφορίες που δεχόμαστε.

Για παράδειγμα, είναι δύσκολο να απομνημονεύσουμε τα ψώνια που χρειάζεται να κάνουμε για ολόκληρη την εβδομάδα. Η διαδικασία γίνεται πιο εύκολη αν καθίσουμε και γράψουμε μια λίστα με τα πράγματα που χρειαζόμαστε. Ακόμη κι αν ξεχάσουμε το χαρτάκι στο σπίτι, είναι πιο εύκολο να θυμηθούμε μετά τι είχαμε γράψει, προσθέτει το δημοσίευμα.

Οι λίστες «ταιριάζουν» με τη γενικότερη τάση που έχει ο άνθρωπος να κατηγοριοποιεί πράγματα. Στην πραγματικότητα, είναι πολύ δύσκολο να μην κατηγοριοποιήσουμε κάτι ακριβώς τη στιγμή που το αντικρίζουμε.
Αυτός ο τρόπος οργάνωσης των πληροφοριών που δεχόμαστε, μας διευκολύνει τόσο στην άμεση κατανόηση αυτού που έχουμε μπροστά μας, όσο και στο να το θυμηθούμε αργότερα, όπως είχε επισημάνει από το 1968 ο νευροεπιστήμονας Walter Kintsch.

Μας είναι πιο εύκολο να επεξεργαστούμε τις πληροφορίες, όταν τις έχουμε μπροστά μας σε μορφή λίστας, παρά όταν είναι συγκεντρωμένες, όπως για παράδειγμα σε μια μεγάλη παράγραφο.

Το 2011 οι ψυχολόγοι Claude Messner και Michaela Wänke ερεύνησαν τι θα μπορούσε (αν υπήρχε κάτι) να απαλύνει το λεγόμενο «παράδοξο της επιλογής» -το φαινόμενο κατά το οποίο, όσο πιο πολλές πληροφορίες και επιλογές έχει κανείς, τόσο χειρότερα αισθάνεται.

Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο άνθρωπος νιώθει καλύτερα όταν η ποσότητα συνειδητής εργασίας που έχει να κάνει, προκειμένου να επεξεργαστεί κάτι, μειώνεται: όσο πιο γρήγορα πάρουμε μια απόφαση για κάτι –είτε για το τι θα φάμε, είτε για το τι θα διαβάσουμε- τόσο πιο ευτυχισμένοι είμαστε.

Σε ό,τι αφορά, λοιπόν, το περιεχόμενο μιας ιστοσελίδας ή τις δημοσιεύσεις στο Facebook, ανάμεσα στις ποικίλες επιλογές που υπάρχουν, οι πληροφορίες που μας δίνονται με τη μορφή λίστας είναι οι πιο «εύκολες» και «δυνητικά επιτυχείς», καθώς υπόσχονται ένα συγκεκριμένο τέλος. Νομίζουμε πως ξέρουμε για ποιο λόγο την έχουμε επιλέξει, και αυτή η βεβαιότητα είναι εξίσου δελεαστική, όσο και καθησυχαστική.

Όσο περισσότερα γνωρίζουμε για κάτι –συμπεριλαμβανομένου του πόσο χρόνο θα μας πάρει για να το καταναλώσουμε- τόσο πιο πολλές πιθανότητες υπάρχουν για να το επιλέξουμε.

Η διαδικασία είναι αυτοτροφοδοτούμενη: θυμόμαστε με ευχαρίστηση ότι ήμασταν σε θέση να ολοκληρώσουμε ένα καθήκον (να διαβάσουμε ένα άρθρο), αντί να το αφήσουμε ατελείωτο, και αυτή η ικανοποίηση κάνει πιο πιθανό να επιλέξουμε ανάλογα άρθρα με τη μορφή λίστας ξανά, ακόμη κι αν δε μας αρέσει το θέμα που διαπραγματεύονται.

Ο κοινωνικός ψυχολόγος, Robert Zajonc, που μελέτησε τη σύνδεση μεταξύ του συναισθήματος και της γνωστικής λειτουργίας, υποστήριξε ότι το θετικό συναίσθημα της ολοκλήρωσης από μόνο του είναι αρκετό για να καθορίσει τις μελλοντικές αποφάσεις ενός ατόμου.

Στο σημερινό περιβάλλον των μέσων ενημέρωσης, τα άρθρα-λίστες είναι τέλεια σχεδιασμένα για τον εγκέφαλό μας.

Μας «τραβούν» διαισθητικά, τις επεξεργαζόμαστε πιο αποτελεσματικά και μπορούμε να θυμηθούμε το περιεχόμενό τους καταβάλλοντας λιγότερη προσπάθεια. Βέβαια, καταλήγει το δημοσίευμα, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι αναγκαστικά το περιεχόμενό τους είναι απίθανο να περιέχει εις βάθος ανάλυση, όπως τα παραδοσιακά άρθρα που βασίζονται στις παραγράφους και όχι στα… σημεία.

Διαβάστε ακόμη...

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *