Εδώ και πάρα πολλά χρόνια, επενδύονται τεράστια ποσά στην έρευνα και ανάπτυξη εμβολίων, δημιουργώντας προϊόντα νέας τεχνολογίας, που χρειάζονται λίγες ή μια μόνο δόση και έχουν χαμηλή σχέση κόστους/οφέλους (cost-effectiveness), σε συνάρτηση με τα άμεσα και έμμεσα οφέλη που προσφέρουν από τον εμβολιασμό του γενικού πληθυσμού.
Οι επιτυχημένες στρατηγικές εμβολιασμού στα παιδιά έχουν οδηγήσει σε αξιοσημείωτη μείωση της εμφάνισης πολλών νοσημάτων και των θανάτων που αυτά προκαλούν, όπως για παράδειγμα η παρωτίτιδα που ενώ κάθε χρόνο αποτελούσε την αιτία για 152.209 θανάτους μόνο στις Η.Π.Α, πλέον καταγράφονται μόνο 236.
Αυτό το γεγονός οδηγεί πολλούς να πιστεύουν ότι οι ασθένειες αυτές δεν είναι πια απειλητικές, καθότι δεν γίνονται αντιληπτές όπως συνέβαινε στο παρελθόν, ωστόσο είναι επιτακτική η ανάγκη να συνεχιστεί η πρόληψή τους μέσω του εμβολιασμού τόσο στα παιδιά όσο και στους ενήλικες (π.χ. Γρίπη, Πνευμονιόκοκκος, Ηπατίτιδα, Τέτανος, Ερυθρά κ.α). Δεδομένης μάλιστα της συνεχούς αύξησης του μέσου όρου ηλικίας του γενικού πληθυσμού, ο κίνδυνος για πολλές ασθένειες από αυτές γίνεται ολοένα και μεγαλύτερος.
Αρκετοί ενήλικες δεν γνωρίζουν ότι ο εμβολιασμός συνεχίζεται και στην ενήλικη ζωή.Ο μαζικός εμβολιασμός παιδιών και εφήβων κατά τον 20ο και 21ο αιώνα, συντέλεσε στην εξάλειψη των σοβαρών νοσημάτων. Σε αντίθεση, η πολύ μικρή εμβολιαστική κάλυψη των μεγαλύτερων ενηλίκων οδήγησε στην εμφάνιση νοσημάτων που όφειλαν να έχουν εκλείψει.
Για τους λόγους αυτούς, η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών, στην περιοδική αναθεώρηση του Εθνικού Προγράμματος Εμβολιασμών(Ε.Π.Ε.) και ακολουθώντας τις διεθνείς οδηγίες θεώρησε σκόπιμο να αναθεωρήσει το ήδη υπάρχον Ε.Π.Ε. για τα παιδιά και να καταρτίσει το Πρόγραμμα Εμβολιασμών εφήβων και ενηλίκων και για τη χώρα μας ώστε να υπάρχουν ενιαίοι «πίνακες αναφοράς» για τους γιατρούς όλων των ειδικοτήτων (και γενικά για τους επαγγελματίες Υγείας) και να εφαρμόζεται ένα «ενιαίο πρόγραμμα εμβολιασμών» για τα παιδιά και για τους ενήλικες. Τα εμβόλια που προτείνονται βάσει αυτών αποζημιώνονται 100% από όλα τα ασφαλιστικά ταμεία.
Στη χώρα μας, η εμβολιαστική κάλυψη των βρεφών και των παιδιών στην Ελλάδα κυμαίνεται στον μέσο όρο της Ε.Ε. και είναι αρκετά υψηλή. Σε αντιδιαστολή, λόγω της σημαντικής υστέρησης στον τομέα της Δημόσιας Υγείας και της Πρόληψης, έχουμε ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά εμβολιαστικής κάλυψης ενηλίκων- για όλα τα μέχρι τώρα κυκλοφορούντα εμβόλια -μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ και ταυτόχρονα ένα από τα υψηλότερα ποσοστά έκθεσης σε κρίσιμους παράγοντες κινδύνου, όπως είναι το κάπνισμα, η παχυσαρκία, η έλλειψη φυσικής άσκησης. (μελέτη ΟΟΣΑ, Ι. Τούντας, 2009).
Ιδιαίτερη σημαντική είναι η εμβολιαστική κάλυψη των επαγγελματιών υγείας με στόχο τόσο την ατομική προστασία αλλά και την πρόληψη διασποράς της νόσου στους ασθενείς τους. Ωστόσο, στη χώρα μας το ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης με το εποχικό εμβόλιο της γρίπης αλλά και το πανδημικό ήταν 18,6% και 13,81% αντίστοιχα.
Είναι γνωστό ότι λοιμώξεις, όπως η πνευμονιοκοκκική νόσος. έχουν μεγάλες πιθανότητες να εμφανιστούν σε βρέφη και παιδιά μικρότερα από 5 ετών και σε άτομα άνω των 50 ετών, καθιστώντας έτσι τη συγκεκριμένη νόσο μια από τις μεγαλύτερες απειλές νόσησης αλλά και θνητότητας, ιδιαίτερα μάλιστα σε ηλικίες άνω των 50 ετών.
Ακόμα περισσότερο μάλιστα, όταν συνυπάρχουν υποκείμενα νοσήματα, όπως η συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, το βρογχικό άσθμα, ο σακχαρώδης διαβήτης, ο χρόνιος αλκοολισμός και το κάπνισμα. Δεν αποτελεί έκπληξη το εύρημα της μελέτης της Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρίας, ότι το κόστος της πνευμονίας, τόσο άμεσο (νοσοκομειακή περίθαλψη, φάρμακα) όσο και έμμεσο (χαμένες μέρες εργασίας κλπ) ανέρχεται σε 10 δις ευρώ/έτος μόνο στην Ευρώπη! Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με Ελληνική φαρμακοοικονομική μελέτη ο εμβολιασμός με το 13δύναμο συζευγμένο πνευμονιοκοκκικό εμβόλιο οδηγεί σε εξοικονόμηση, μεγαλύτερη από 4 εκατομμύρια ευρώ, ετησίως.
Ο εμβολιασμός είναι αποδεδειγμένα ένα από τα περισσότερα οικονομικώς αποδοτικά επιστημονικά επιτεύγματα της σύγχρονης εποχής για τη δημόσια υγεία. Είναι μία από τις ελάχιστες υπηρεσίες υγείας που κοστίζει πολύ λίγο συγκριτικά με τα τεράστια οφέλη που προσφέρει στην υγεία και την ευημερία των πληθυσμών.
Τα εμβόλια οδηγούν σε σημαντικό και ευρύτερο οικονομικό όφελος, καθώς προστατεύουν και από τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις των μεταδοτικών ασθενειών στη σωματική και πνευματική ευημερία ενός ατόμου, και κατά συνέπεια στην ικανότητά του να ολοκληρώσει την εκπαίδευσή του και να εργαστεί.
Υπολογίζεται ότι μόνο στις Η.Π.Α εξοικονομούνται ετησίως 2 δισ. δολάρια από την υλοποίηση του προγράμματος εμβολιασμού ενώ για κάθε δολάριο που επενδύεται σε προγράμματα ανοσοποίησης παιδιών υπολογίζεται ότι εξοικονομούνται 31 – 108 δολάρια, σε σχέση με τη στρατηγική του μη εμβολιασμού.
Από την άλλη, η μείωση του ποσοστού της εμβολιαστικής κάλυψης ενός πληθυσμού μπορεί να οδηγήσει στην επανεμφάνιση και εξάπλωση μεταδοτικών νοσημάτων, όπως η ιλαρά, ο κοκκύτης, η διφθερίτιδα ή ακόμα και η πολιομυελίτιδα. Με αφορμή λοιπόν την Ευρωπαϊκή Εβδομάδα Εμβολιασμού, είναι εκ των ων ουκ άνευ να υπενθυμίσουμε ότι ο εμβολιασμός είναι από τις πιο αποτελεσματικές παρεμβάσεις δημόσιας υγείας.
Δυστυχώς, κυκλοφορεί η φοβία ότι τα εμβόλια μπορεί να προκαλέσουν σοβαρές παρενέργειες ενώ η λανθασμένη και ελλιπής πληροφόρηση είναι η αιτία για τη δημιουργία μιας επικίνδυνης αντί-εμβολιαστικής κουλτούρας. Τα εμβόλια είναι εξαιρετικά ασφαλή γιατί για να χρησιμοποιηθούν εξασφαλίζεται ότι πληρούν αυστηρές προϋποθέσεις, τις οποίες ορίζουν οι αρμόδιοι διεθνείς οργανισμοί (π.χ. ΕΟΦ, EMA, FDA).
Τα σωστά δομημένα εθνικά προγράμματα εμβολιασμών μπορούν να διασφαλίσουν ότι κάθε παιδί και ενήλικας λαμβάνει το σωστό εμβόλιο, στο σωστό μέρος, την κατάλληλη στιγμή. Η επένδυση ανθρώπινων, υλικοτεχνικών και οικονομικών πόρων στα προγράμματα εμβολιασμών βελτιώνει τις υπηρεσίες παροχής πρωτοβάθμιας περίθαλψης και διασφαλίζει ότι η ζωή παιδιών και ενηλίκων δεν τίθεται σε κίνδυνο από νόσημα που μπορεί να προληφθεί μέσω του εμβολιασμού. Παγκοσμίως, η πνευμονιοκοκκική νόσος αποτελεί τη νούμερο 1 προλαμβανόμενη με εμβολιασμό αιτία θανάτου.
Στην προσπάθεια για βελτίωση της εμβολιαστικής κάλυψης σε παιδιά και ενήλικες, ο ρόλος και η ευθύνη των αρχών υγείας αλλά και της επιστημονικής κοινότητας είναι σημαντικοί παράγοντες καθώς εκείνοι Καθοδηγούν, Εκπαιδεύουν & Επηρεάζουν τον πληθυσμό μιας χώρας προς την αλλαγή της νοοτροπίας τους υπέρ της πρόληψης.