Πολύς ο λόγος, εδώ και πολύ (πια) καιρό για τα εμβόλια που αφορούν την πανδημία. Ο εμβολιασμός του πληθυσμού προχωράει, όχι ίσως με τους ρυθμούς που η έκταση του προβλήματος επιβάλλει, αλλά προχωράει και, μάλιστα, σε αρκετές χώρες προσεγγίζει το ποσοστό εκείνο που εξασφαλίζει τη δημόσια υγεία και την υγεία του κάθε ατόμου, την όσο το δυνατόν πιο άμεση επαναφορά της οικονομίας και την «επιστροφή στην κανονικότητα».
«Ωστόσο, αυτό το ποσοστό που υπολείπεται για να πραγματοποιηθεί η «ανοσία της αγέλης», φαντάζει πιο δύσκολο. Εδώ ακριβώς είναι που χρειάζεται η περισσότερη ενημέρωση, η επιστημονική ενημέρωση που βασίζεται σε γεγονότα», τονίζει ο δρ Πέτρος Κανελλόπουλος, Ειδικός Παθολόγος, Πρόεδρος Επιτροπής COVID-19 του .
Γεγονός 1ο: Η μοναδική εκρίζωση ασθένειας στην ανθρώπινη ιστορία έγινε δια του εμβολιασμού και, μάλιστα, με το πρώτο εμβόλιο στην ιστορία της ιατρικής (αν και χρειάστηκε να δώσει ανάλογες αλλά σαφώς περισσότερες από τις μάχες που σήμερα δίνουν τα αντι-COVID εμβόλια με τους αρνητές τους).
Αυτό ήταν το εμβόλιο κατά της ευλογιάς (δαμαλισμός) που κέρδισε τον «πόλεμο» κατά της νόσου, με αποτέλεσμα την εκρίζωσή της, δηλαδή την πλήρη εξάλειψή της σε όλο τον κόσμο το 1980. Αξίζει να σημειωθεί ότι η λέξη vaccine (εμβόλιο) έρχεται από τη λατινική λέξη vacca (αγελάδα) εξού και ο συγκεκριμένος εμβολιασμός στη χώρα μας επικράτησε με το όνομα δαμαλισμός. Και πώς εμπλέκεται η αγελάδα στην ιστορία; Ο πατέρας αυτού του πρώτου εμβολίου, ο Βρετανός παθολόγος Edward Jenner παρατήρησε ότι οι γυναίκες που άρμεγαν αγελάδες εμφάνιζαν φουσκάλες στα χέρια τους και δεν νοσούσαν από ευλογιά, μια εποχή που η ευλογιά αποτελούσε, κατ’ αναλογίαν, αυτό που σήμερα ονομάζουμε πανδημία. Ο E. Jenner, πήρε υγρό από τις φυσαλίδες και το πρώτο εμβόλιο ήταν γεγονός. Το τέλος του 20ού αιώνα σήμανε και το τέλος της νόσου που μέχρι τότε είχε σκοτώσει το 10% του πληθυσμού τον 19ο αιώνα και 300-500 εκατομμύρια ανθρώπους τον 20ό αιώνα.
Γεγονός 2ο: Το πρώτο εμβόλιο ακολουθήθηκε από πολλά άλλα επιτυχή εμβόλια όπως αυτά κατά της λύσσας, της πανώλης, της διφθερίτιδας, του κοκκύτη, της φυματίωσης, της πολιομυελίτιδας, του τετάνου με αποτέλεσμα, είτε αυτές οι ασθένειες να είναι «άγνωστες λέξεις», είτε να είναι περιορισμένης επίπτωσης και να μην απειλούν την ανθρώπινη ζωή όπως παλιά.
Γεγονός 3ο: Από το πρώτο κιόλας εμβόλιο υπήρχαν αντιδράσεις, οι οποίες αν και δεν είχαν τη «βοήθεια» της παγκοσμιότητας της πληροφορίας ήταν ισχυρές και υπολογίσιμες. Παρ’ όλα αυτά, τα εμβόλια επικράτησαν χάρη στην αποτελεσματικότητά τους. Σήμερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, προλαβαίνουν 100.000.000 νοσήσεις σε όλο τον κόσμο, αποτρέπουν 2.500.000 θανάτους, προσφέρουν μακροχρόνια προστασία από πολλές, πάρα πολλές ασθένειες, και βοηθούν τα συστήματα υγείας ανά τον κόσμο να έχουν επαρκείς πόρους για την αντιμετώπιση των ασθενειών για τις οποίες δεν υπάρχουν εμβόλια (και όλα αυτά χωρίς να προσμετρούνται τα νούμερα του εμβολιασμού έναντι του SARS-CoV-2 και της COVID-19.
Γεγονός 4ο: Από την εποχή του πρώτου εμβολίου πολλά άλλαξαν. Νέες νόσοι εμφανίστηκαν, παλιές νόσοι έγιναν πιο επικίνδυνες, παθήσεις απειλητικές για τη ζωή πολλαπλασιάστηκαν, ιοί μεταλλάχθηκαν και ανέπτυξαν πιο ανθεκτικά στελέχη, μικρόβια ανέπτυξαν αντοχή στα αντιβιοτικά. Η θετική εμπειρία των εμβολιασμών έδειξε ότι τα εμβόλια θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη λύση και για νόσους όπως το AIDS, ο καρκίνος, η ελονοσία ή ακόμα να δώσουν καλύτερες λύσεις από αυτές που μέχρι τώρα έχουν δώσει για νόσους όπως π.χ. η φυματίωση. Αυτή η αντίληψη δημιούργησε το ευνοϊκό ερευνητικό και χρηματοδοτικό πλαίσιο το οποίο οδηγεί μαθηματικά στις μεγάλες επιστημονικές επιτυχίες.
Γεγονός 5ο: Το ευνοϊκό για τα εμβόλια ερευνητικό και χρηματοδοτικό πλαίσιο έδωσε στους επιστήμονες τη δυνατότητα να σχεδιάσουν και να δοκιμάσουν στο εργαστήριο νέους τύπους εμβολίων, ανάμεσα δε σε αυτούς τους τύπους ήταν τα εμβόλια γονιδιώματος (εμβόλια DNA, εμβόλια mRNA) και εμβόλια ανασυνδυασμένου φορέα. Κάθε ένα από αυτά τα εμβόλια ήταν «καλό στη θεωρία» αλλά στην πράξη είχε να αντιμετωπίσει διάφορα προβλήματα που έπρεπε να λυθούν πριν μπορέσει να δοκιμαστεί σε ανθρώπους.
Γεγονός 6ο: Η «κεντρική ιδέα» όλων των εμβολίων (κλασικών και γονιδιώματος), ο «μηχανισμός» τους, είναι η εισαγωγή πρωτεΐνης του ιού ή του βακτηρίου στον οργανισμό του ανθρώπου με σκοπό την «εκπαίδευση» του ανοσιακού μας συστήματος, την «καταγραφή» της από αυτό και τη δημιουργία αντισωμάτων τα οποία λειτουργούν ως ασπίδα σε περίπτωση μόλυνσης από το μικρόβιο (ιό ή βακτήριο) έναντι του οποίου ζητείται η προστασία. Αποτέλεσμα: η σημαντικότατη μείωση της πιθανότητας νόσησης (πολλά άτομα δεν νοσούν) ή η ελαφρύτερη νόσος (κάποια άτομα θα νοσήσουν αλλά πολύ ελαφρύτερα).
Γεγονός 7ο: Τα εμβόλια mRNA, για τα οποία η πρώτη δημοσίευση έγινε το μακρινό 1990 στο έγκυρο επιστημονικό περιοδικό Science πριν φτάσουν να αποτελούν τα εμβόλια επιλογής έναντι του κορωνοϊού, είχαν να λύσουν μια σειρά από προβλήματα που ήταν από βιολογικά (αποτελεσματική εισαγωγή του mRNA στο κύτταρο του λήπτη) μέχρι τεχνικά (συντήρηση του «εύθραυστου» mRNA). Τα προβλήματα αυτά λύθηκαν προοδευτικά, με αποτέλεσμα τα εργαστήρια να είναι πια έτοιμα το 2020 να αντιμετωπίσουν την πρώτη «πρόκληση».
Γεγονός 8ο: Τα εμβόλια mRNA ΔΕΝ εισάγουν στον οργανισμό ούτε τον ιό SARS-CoV-2 ούτε τμήμα του. ΔΕΝ μεταδίδουν λοιμώδες νόσημα και ΔΕΝ προσδένονται στο γονιδίωμα του λήπτη. Εισάγουν μια κωδικοποιημένη «οδηγία» δημιουργίας μιας πρωτεΐνης σαν αυτήν που διαθέτει η ακίδα του ιού, το εργαλείο δηλαδή που τον βοηθάει να προσκολληθεί στο κύτταρο. Αυτή η «τεχνητή» ακίδα γίνεται το αντιγόνο, η ουσία που προκαλεί τη δημιουργία αντισωμάτων, τα οποία είναι κάποια από τα μόρια «φονιάδες» του οργανισμού. Όταν ο πραγματικός ιός μολύνει τον οργανισμό μας, αυτά τα μόρια θα είναι πλέον εκεί για να αποτρέψουν τη νόσηση. Όσο για τον «αγγελιοφόρο», την κωδικοποιημένη οδηγία; Αυτή γίνεται το πρώτο θύμα της διαδικασίας που πυροδοτεί. Καταστρέφεται.
Γεγονός 9ο: Τα εμβόλια mRNA ευνοήθηκαν και από την τεράστια πρόοδο της υπολογιστικής τεχνολογίας. Ήταν αυτή η τεχνολογία που «έκοψε δρόμο», «έκοψε χρόνο» και έδωσε στην επιστήμη τα απαραίτητα δεδομένα, αυτά που της επέτρεψαν να συνδυάσει τα συμπεράσματα ενός πολύ μεγάλου αριθμού κλινικών μελετών από όλο τον κόσμο και να τα εφαρμόσει. Ήταν αυτή η τεχνολογία που ανέλυσε και γνωστοποίησε το γονιδίωμα του SARS-CoV-2, επιτρέποντας στην επιστήμη να επιδείξει τα γρήγορα αντανακλαστικά που απαιτούσε η πανδημία: Μία εβδομάδα μετά τη γνωστοποίηση του γονιδιώματος του ιού είχε παραχθεί πρωτότυπο εμβολίου και σε έναν μήνα είχαν αρχίσει οι κλινικές δοκιμές.