Ζήσης Ψάλλας
Ένας στους τρεις ανθρώπους στο δυτικό κόσμο μπορεί να αναπτύξει μη αλκοολική λιπώδης νόσος του ήπατος, (NAFLD).
Η ασθένεια χαρακτηρίζεται από συσσώρευση λίπους στο ήπαρ. Σε μερικούς ανθρώπους, αυτή η συσσώρευση λίπους μπορεί να οδηγήσει σε φλεγμονή και βλάβη στο ήπαρ π.χ. σε στεατοπαπατίτιδα.
Προηγούμενη έρευνα επικεντρώθηκε σε μεγάλο βαθμό στο συνολικό επίπεδο λίπους στο ήπαρ. Αυτό που οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν ακόμη είναι πώς ρυθμίζονται αυτά τα λιπίδια και εάν διαδραματίζουν ρόλο στην αιτία βλάβης στο ήπαρ. Τα λιπίδια περιλαμβάνουν διάφορες λιπαρές ουσίες.
Μια νέα μελέτη δείχνει ποια γονίδια είναι σημαντικά για τον έλεγχο της ποσότητας του λίπους στο ήπαρ και άρα θα μπορούσαν να ευθύνονται για την ανάπτυξη της νόσου. Επικεφαλής της μελέτης ήταν ο Frode Norheim, αναπληρωτής καθηγητής στο Ινστιτούτο Βασικών Ιατρικών Σπουδών, στο University of California Los Angeles (UCLA).
Οι ερευνητές ήθελαν να εντοπίσουν τις λιπαρές ουσίες που ήταν πιο επιβλαβείς για το συκώτι.
Η βλάβη συμβαίνει, μεταξύ άλλων, ως αποτέλεσμα της αντίστασης στην ινσουλίνη και της φλεγμονής στο ήπαρ.
«Εξετάσαμε αρκετές εκατοντάδες λιπαρές ουσίες στα συκώτια εκατοντάδων διαφορετικών στελεχών ποντικών. Αυτό το μέρος της έρευνας πραγματοποιήθηκε για τρία χρόνια στο UCLA», εξήγησε ο Norheim. «Ένα από τα γονίδια που μελετήσαμε λεπτομερώς αποδείχθηκε σημαντικό για την παχυσαρκία και την αποθήκευση μιας μορφής λίπους που είναι γνωστή ως τριγλυκερίδια, στα ποντίκια. Αυτό το γονίδιο ονομάζεται Map2k6».
Ένα άλλο γονίδιο είχε επίδραση στη συγκέντρωση της λιπαράς ουσίας φωσφατιδυλοχολίνης στο ήπαρ. Αυτό το γονίδιο ονομάζεται Ifi203.
«Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι η ισορροπία μεταξύ των δύο αυτών μορφών λίπους είναι σημαντική στο εάν συμβαίνει ή όχι βλάβη στα λιπαρά συκώτια», ανέφερε ο Frode Norheim.
Τα δύο γονίδια ταυτοποιήθηκαν χρησιμοποιώντας τις λεγόμενες μελέτες συσχέτισης σε ολόκληρο το γονιδίωμα (GWAS). Αυτές είναι μελέτες που διερευνούν την επίδραση των γενετικών παραλλαγών σε μεγάλο αριθμό ανθρώπων ή, στην περίπτωση αυτή, ποντικών.
«Η ελπίδα μας για το μέλλον είναι ότι μπορούμε να συμβάλουμε στην ανάπτυξη φαρμάκων που μπορούν να ρυθμίσουν το επίπεδο των επιβλαβών λιπαρών ουσιών. Θα μπορούσαμε να το επιτύχουμε μέσω ενός φαρμάκου που είναι αποτελεσματικό στα δύο γονίδια».
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Molecular Systems Biology.