Δρ. Χαριτωμένη Βαβούλη: Πόση βιταμίνη D χρειαζόμαστε και πώς θα έχουμε τα ιδανικά επίπεδα

Συνέντευξη στον Θάνο Ξυδόπουλο της Δερματολόγοου-Αφροδισιολόγου, Επιμελήτριας Α’ του νοσοκομείου Συγγρός κας Χαριτωμένη Βαβούλη.

Τελευταία γίνεται μεγάλη συζήτηση για τον ρόλο και τις ευεργετικές επιδράσεις της βιταμίνης D στον οργανισμό. Στους μεσογειακούς πληθυσμούς, παρά την ηλιοφάνεια, παρατηρείται ανεπάρκεια της βιταμίνης D που φαίνεται να είναι υψηλότερη από εκείνη στις βορειότερες ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες δεν έχουν τόσο ήλιο. Σύμφωνα με την κα Βαβούλη, Δερματολόγοου-Αφροδισιολόγου, Επιμελήτριας Α’ του νοσοκομείου Συγγρός, σε γενικές γραμμές τα 10-15 λεπτά έκθεση του προσώπου, άκρων χειρών και αντιβραχίων στο ηλιακό φως, μεταξύ 10 πμ και 2 μμ, τρεις φορές την εβδομάδα μπορούν να παράγουν την απαιτούμενη ποσότητα βιταμίνης D στους περισσότερους ανθρώπους, ωστόσο ένα πιο σκούρο χρώμα δέρματος συνθέτει λιγότερη βιταμίνη. Σε περιπτώσεις που χρειάζεται επιπλέον πρόσληψη βιταμίνης D, αυτό θα πρέπει να γίνεται με λήψη συμπληρωμάτων σύμφωνα με τη σύσταση του θεράποντος ιατρού.

Κυρία Βαβούλη, τί ακριβώς είναι η βιταμίνη D;

Είναι μια λιποδιαλυτή βιταμίνη με δύο μορφές την D3 ή χοληκαλσιφερόλη και την D2 ή εργοκαλσιφερόλη, οι οποίες παράγονται με φωτοχημικό τρόπο στα ζώα και στα φυτά αντίστοιχα. Πιο συγκεκριμένα η D3 παράγεται στο δέρμα με την επίδραση της υπεριώδους ακτινοβολίας UVB. Η παραγωγή βιταμίνης D στο δέρμα αποτελεί τουλάχιστον το 80% της συνολικής ημερήσιας παραγωγής. Το υπόλοιπο προκύπτει από τις τροφές. Οι τροφές μπορεί να περιέχουν την D3 που είναι ζωικής προέλευσης και την D2 που είναι φυτικής προέλευσης. Τα λιπαρά ψάρια περιέχουν κυρίως D3 και οι εμπλουτισμένες τροφές D2. Στην ουσία πρόκειται, ταυτόχρονα, και για μια ορμόνη με πολλαπλές δράσεις σε όργανα όπως το έντερο, τα οστά, τα νεφρά, τους παραθυρεοειδείς αδένες. Βοηθάει στην ενδυνάμωση του μυοσκελετικού συστήματος και μάλιστα υποστηρίζεται ότι μπορεί να συμβάλλει στη μείωση της θνητότητας από κακοήθειες και καρδιαγγειακά συμβάματα, στην ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος, καθώς και στη μείωση του κινδύνου για σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2.

Από ποιους παράγοντες επηρεάζεται η παραγωγή της;

Η σύνθεση βιταμίνης D από το δέρμα είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων. Εξαρτάται από περιβαλλοντικούς παράγοντες όπως ο χρόνος έκθεσης στον ήλιο, το γεωγραφικό πλάτος, το υψόμετρο, η εποχή του έτους, η ώρα της ημέρας, η νέφωση, η ρύπανση της ατμόσφαιρας, κ.λ.π. Επίσης παίζουν ρόλο τα προσωπικά χαρακτηριστικά και ο τρόπος ζωής του ατόμου. Εξαρτάται από το χρώμα του δέρματος, για παράδειγμα η μελανίνη μειώνει την παραγωγή της βιταμίνης D3. Η ηλικία παίζει σημαντικό ρόλο. Ηλικιωμένοι πάνω από 70 ετών, νεογνά-βρέφη έχουν μειωμένη ικανότητα σύνθεσης από το δέρμα. Φαίνεται ότι επηρεάζεται από την ένδυση, δηλαδή την χρήση προστατευτικού ρουχισμού, τη χρήση αντηλιακών και την διατροφή.

Άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν τον μεταβολισμό ή την βιοδιαθεσιμότητα της βιταμίνης D είναι η εγκυμοσύνη, ο θηλασμός, η εμμηνόπαυση και η παχυσαρκία. Σε αυτές τις ειδικές περιπτώσεις σπανίως καλύπτονται οι ανάγκες μόνο από τη διατροφική πρόσληψη και την έκθεση στον ήλιο. Πρόκειται για ειδικές ομάδες του πληθυσμού, ιδιαίτερα υψηλού κινδύνου για ανεπάρκεια και έλλειψη βιταμίνης D με σοβαρές επιπτώσεις στην σκελετική τους υγεία. Επίσης, επηρεάζεται από νοσήματα όπως η οστεοπόρωση, η χρόνια ηπατική και η νεφρική νόσος, ο υπερ-παραθυρεοειδισμός, οι κοκκιωματώδεις νόσοι, τα λεμφώματα, οι διαταραχές δυσαπορρόφησης π.χ. από κοιλιοκάκη, ιδιοπαθείς φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου, εντερεκτομή. Oρισμένα φάρμακα, ριφαμπικίνη, ισονιαζίδη, σπασμολυτικά, χολεστυραμίνη, γλυκοκορτικοειδή, αντιρετροικά, φαίνεται ότι επιδρούν δυσμενώς.
Γενετικοί παράγοντες είναι υπεύθυνοι για περισσότερο από το 50% των διαφορών στα επίπεδα βιταμίνης D που παρατηρούνται μεταξύ του πληθυσμού, με κυριότερο το γονίδιο της Vitamin D-Binding Protein (DBP). Πρόκειται για μια πολυλειτουργική πρωτεΐνη μεταφοράς των μεταβολιτών της βιταμίνης D. Τόσο η VDBP, που είναι το «όχημα» της βιταμίνης D στον οργανισμό, όσο και η ίδια η βιταμίνη D φαίνεται να έχουν σημαντική επίδραση στην υγεία των ανθρώπων.

Ποιες τροφές περιέχουν βιταμίνη D;

Πολύ λίγες τροφές περιέχουν φυσικά βιταμίνη D. Κυρίως τα συκώτια λιπαρών ψαριών και τα λιπαρά ψάρια όπως ο σολομός, ο τόνος, το σκουμπρί. Βρίσκεται στα μανιτάρια πορτομπέλο, τον κρόκο του αυγού, το μουρουνέλαιο. Επίσης, άλλα τρόφιμα που μπορεί να περιέχουν είναι κάποια γαλακτοκομικά, δημητριακά και χυμοί όταν όμως είναι ενισχυμένοι με βιταμίνη D.

Η χρήση αντιηλιακών μειώνει τη σύνθεση της βιταμίνης D;

Μέχρι σήμερα, μελέτες σχετικά με τις ανασταλτικές επιδράσεις των αντιηλιακών στη σύνθεση της D έχουν δώσει αντικρουόμενα αποτελέσματα. Πολλές έχουν σχεδιαστικά ελαττώματα. Αυτές που επικρατούν δείχνουν ότι άτομα που χρησιμοποιούν αντηλιακό καθημερινά μπορούν να διατηρήσουν τα επίπεδα της βιταμίνης D. Αντιηλιακά ευρέος φάσματος με μέτριο δείκτη προστασίας SPF, που εφαρμόζονται σε επαρκές πάχος κατά τη διάρκεια μιας εβδομάδας διακοπών, με πολύ υψηλό UVΑ-PF επιτρέπουν μια σημαντική αύξηση της συγκέντρωσης της βιταμίνης D στον ορό. Υψηλή προστασία από UVA επιτρέπει σημαντικά περισσότερη σύνθεση από ένα προϊόν με χαμηλή προστασία UVA για τον ίδιο δείκτη SPF. Η τυπική και σχολαστική χρήση των αντιηλιακών υψηλού ή πολύ υψηλού δείκτη προστασίας, με τρόπο που πραγματικά επιτυγχάνει τον αναγραφόμενο στη συσκευασία δείκτη SPF, μπορεί να έχει πιθανώς αντίκτυπο στη σύνθεση της βιταμίνης D, αλλά αυτή είναι σπάνια.
Σε αυτό το σημείο να τονίσουμε ότι η παρατεταμένη ή υπερβολική έκθεση στο ηλιακό φως προκαλεί δερματικές βλάβες με τη μορφή ηλιακού εγκαύματος, πρόωρη γήρανση και αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του δέρματος. Επομένως, χρειάζεται πολλή προσοχή στην ηλιοέκθεση και τα αντιηλιακά συστήνονται.

Πώς εκτιμάται η διαθεσιμότητα της βιταμίνης D στον οργανισμό και ποια είναι τα ιδανικά επίπεδα;

Ως δείκτης αξιολόγησης των επιπέδων βιταμίνης D στον οργανισμό χρησιμοποιείται η συγκέντρωση στον ορό της 25(ΟΗ)D ή καλσιδιόλης. Η μέτρηση της καλσιδιόλης αποτελεί την εξέταση εκλογής, διότι δίνει την δυνατότητα εκτίμησης των αποθεμάτων της βιταμίνης D στον οργανισμό. Το εργαστήριο μετρά την ολική 25(ΟΗ)D, δηλαδή το άθροισμα των συγκεντρώσεων των 25(ΟΗ)D2 και 25(ΟΗ)D3. Δεν υπάρχει ομοφωνία για τα ιδανικά επίπεδα. Δύο απόψεις κυριαρχούν στη διεθνή βιβλιογραφία, οι οποίες βασίζονται στην επίδραση της βιταμίνης D στη σκελετική υγεία. Στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, το Institute of Medicine συστήνει ως κατώτερο φυσιολογικό όριο τα 20 ng/ml. Η Endocrine Society συνιστά ως όριο τα 30 ng/ml. Για τον γενικό πληθυσμό συγκεντρώσεις της 25(ΟΗ)D πάνω από τα 20 ng/ml θεωρούνται φυσιολογικές. Για τους ασθενείς με ειδικούς επιβαρυντικούς παράγοντες ή υπό αγωγή για οστεοπόρωση, προτείνονται συγκεντρώσεις πάνω από τα 30 ng/ml.

Τι εννοούμε με τον όρο «Μεσογειακό παράδοξο» και ποιες είναι οι πιθανές εξηγήσεις;

Εννοούμε την ανεπάρκεια βιταμίνης D στους μεσογειακούς πληθυσμούς, παρόλη την ηλιοφάνεια. Παρατηρείται στους πληθυσμούς της νότιας Ευρώπης όπως την Ελλάδα, την Ιταλία, την Ισπανία, όπου η επίπτωση της ανεπάρκειας της βιταμίνης D φαίνεται να είναι υψηλότερη από εκείνη στις βορειότερες ευρωπαϊκές χώρες, που δεν έχουν τόσο ήλιο. Οι περισσότεροι κάτοικοι της Νότιας Ευρώπης έχουν πιο σκούρο δέρμα, μάλλον με λιγότερο αποδοτική παραγωγή βιταμίνης D. Επίσης, η χρήση προστατευτικών ρούχων, σε περιόδους με αυξημένη ηλιοφάνεια, θα μπορούσε να εξηγήσει το φαινόμενο, και βέβαια η αποφυγή έκθεσης στον ήλιο, είτε λόγω της ζέστης, ειδικά το καλοκαίρι, είτε λόγω της ανησυχίας για την βλαπτική επίδραση της ηλιακής ακτινοβολίας στο δέρμα. Ένας άλλος παράγοντας θα μπορούσε να είναι ο αυξημένος επιπολασμός της παχυσαρκίας στις μέρες μας. Τέλος, ίσως να σχετίζεται με την έλλειψη επαρκούς ενημέρωσης και τον μη ικανοποιητικό εμπλουτισμό των τροφών με βιταμίνη D.

Ποια είναι η συνιστώμενη δόση πρόσληψης της βιταμίνης από τη διατροφή;

Υπάρχει έλλειψη σαφών και τεκμηριωμένων οδηγιών για την πρόσληψη βιταμίνης D. Συνήθης η συνιστώμενη ημερήσια δόση για τους ενήλικες είναι 600 – 800 Διεθνείς Μοάνδες (IU). Σε περίπτωση υπερκατανάλωσης συμπληρωμάτων μπορεί να προκληθεί αύξηση του ασβεστίου στο αίμα, λιθίαση των νεφρών, διαταραχές στον σκελετό. Προσοχή χρειάζεται όμως και στην ταυτόχρονη λήψη πολλών εμπλουτισμένων τροφών. Τα βρέφη, τα άτομα με αναπηρία και οι ηλικιωμένοι μπορεί να έχουν ανεπαρκή έκθεση στον ήλιο, ενώ το δέρμα όσων είναι άνω των 70 ετών επίσης δεν μετατρέπει αποτελεσματικά τη βιταμίνη D. Τα νεογνά και τα βρέφη πρέπει να λαμβάνουν συμπλήρωμα, διότι σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας πρέπει να αποφεύγεται η ηλιακή έκθεση σε αυτές τις ηλικίες. Εξάλλου, ειδικά για τα βρέφη που θηλάζουν, τα επίπεδα της βιταμίνης D στο μητρικό γάλα είναι χαμηλά ενώ υπάρχουν αυξημένες ανάγκες λόγω ταχείας ανάπτυξης. Η προτεινόμενη ημερήσια πρόσληψη ποικίλει από 400 έως 800 IU. Η ραχίτιδα ήταν ενδημική σε πολλές χώρες έως τις αρχές του 20ου αιώνα και εξαλείφθηκε σε μεγάλο βαθμό λόγω έναρξης χορήγησης συμπληρωμάτων βιταμίνης D.

Το σύστημα Δέρμα – Ήλιος πώς βοηθάει στη σύνθεση της Βιταμίνης D;

Το δέρμα διαδραματίζει ενεργό ρόλο στη σύνθεση της Βιταμίνης D, υπό την επίδραση της υπεριώδους ακτινοβολίας του ηλίου. Αυτό το σύστημα είναι εξαιρετικά αποτελεσματικό. Ο χρόνος έκθεσης στην ηλιακή ακτινοβολία που απαιτείται για τη σύνθεση των απαραίτητων ποσοτήτων βιταμίνης D εξαρτάται από διάφορους παράγοντες. Ωστόσο, η διάρκεια της ημερήσιας έκθεσης στο ηλιακό φως που απαιτείται για την απόκτηση του ισοδύναμου από του στόματος συμπληρώματος βιταμίνης D είναι δύσκολο να υπολογιστεί για το κάθε άτομο και ποικίλλει ανάλογα.

Το μέγεθος της εκτεθειμένης περιοχής του δέρματος, η δόση της υπεριώδους ακτινοβολίας UVB, το ερύθημα του δέρματος και ο δείκτης μάζας σώματος είναι παράγοντες που επηρεάζουν τα επίπεδα της βιταμίνης D3 που συντίθεται στο δέρμα. Η έκθεση των χεριών και του προσώπου προκαλεί μικρότερη παραγωγή σε σύγκριση με την έκθεση σε μεγαλύτερες περιοχές του δέρματος. Ενδεικτικά θα λέγαμε ότι έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία UVB με μαγιό μπορεί να ισοδυναμεί με 20.000 IU βιταμίνη D3.Η υπερβολική έκθεση δε θα οδηγήσει σε δηλητηρίαση. Να τονίσουμε, όμως, ότι η παρατεταμένη έκθεση ή οι τεχνητές πηγές μαυρίσματος πρέπει να αποφεύγονται, λόγω καρκινογόνου δράσης στο δέρμα και τα μάτια. Επιπλέον, το ηλιακό φως προκαλεί την παραγωγή μελανίνης, η οποία μειώνει την παραγωγή βιταμίνης D3 στο δέρμα. Η συνήθης σύσταση είναι, ανάλογα βέβαια και με το χρώμα του δέρματος, 10-15 λεπτά έκθεση του προσώπου, άκρων χειρών και αντιβραχίων στο ηλιακό φως, μεταξύ 10 πμ και 2 μμ, τρεις φορές την εβδομάδα. Το χρονικό αυτό διάστημα θεωρείται ικανό για να παράσχει στον οργανισμό την απαιτούμενη ποσότητα βιταμίνης D. Σε περιπτώσεις που χρειάζεται επιπλέον πρόσληψη βιταμίνης D, αυτό θα πρέπει να γίνεται με λήψη συμπληρωμάτων σύμφωνα πάντα με τη σύσταση του θεράποντος ιατρού.

Διαβάστε ακόμη...