Μεταξύ αυτών, ο Νεόφυτος Παπανεοφύτου, σύμβουλος ψυχικής υγείας, λέκτορας ψυχολογίας και υποψήφιος διδάκτορας κλινικής ψυχολογίας, διερεύνησε τις δυνατότητες που υπάρχουν στον τομέα της έρευνας, τις οργανωτικές δομές και τις δυνατότητες παροχής εκπαίδευσης, καθώς επίσης και τη διασύνδεση αλλά και σύναψη συνεργασιών με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Μετά από πρωτοβουλίες της ομάδας που ανέλαβε να φέρει εις πέρας αυτό το εγχείρημα, εξασφαλίστηκε ο χώρος στον οποίο θα δημιουργηθεί το κέντρο, ο οποίος βρίσκεται έξω από τη Λευκωσία, μαζί με δεσμεύσεις για επενδύσεις σχεδόν 1 εκατ. δολαρίων.
Τα μέλη της ομάδας οραματίζονται τη δημιουργία ενός διεθνούς πολυπολιτισμικού κέντρου με δύο βασικές λειτουργίες.
Πρώτον, θα λειτουργεί ως κέντρο διάγνωσης και αντιμετώπισης των προβλημάτων που προκύπτουν στο φάσμα του αυτισμού, μέσω ιατρικών υπηρεσιών, εκπαίδευσης και φροντίδας, που θα βασίζονται στις τελευταίες διεθνώς καθιερωμένες πρακτικές.
Το Κέντρο θα βοηθά κάθε παιδί στο να φτάνει στο μεγαλύτερο δυνατό επίπεδο των δυνατοτήτων του, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές του/της ικανότητες, προκειμένου να επιτρέψει την ανεξαρτησία και την καλύτερη ενσωμάτωση στο σπίτι, στο εκπαιδευτικό πλαίσιο και την απασχόληση.
Δεύτερον, θα αποτελέσει έναν διεθνή κόμβο έρευνας, όπου επίσης, ερευνητές, κλινικοί ιατροί, γενετιστές και άλλοι επαγγελματίες θα συμμετέχουν σε ετήσιες συνεδριακές διαδικασίες στο διεθνή συνεδριακό χώρο του Κέντρου, προκειμένου να μοιράζονται τα τελευταία αποτελέσματα των ερευνών, να ενσωματώνουν τις καλύτερες πρακτικές και να ενισχύουν τη διεθνή συνεργασία σε αυτό τον τομέα.
Κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης μετά την ίδρυσή του, στις αρχές του 2014 μαζί με το συνεδριακό χώρο, το κέντρο θα εξυπηρετεί τοπικό πληθυσμό και από τις δύο πλευρές της Κύπρου, ενώ στη δεύτερη φάση, θα μπορεί να φιλοξενήσει και πάσχοντες/οικογένειες εκτός Κύπρου, από γειτονικές χώρες.
Βασική αποστολή του και στόχος του θα είναι να παράσχει πρώιμη διάγνωση και οδηγείς για πρώιμη ποιοτική παρέμβαση, διαγνώσεις και μεθόδους που θα βελτιώνουν τις λειτουργίες των παιδιών που έχουν διαγνωστεί ότι πάσχουν από αυτισμό και θα τους επιτρέπουν να απολαμβάνουν μία βελτιωμένη ποιότητα ζωής τόσο τώρα (ως παιδιά), όσο και αργότερα στη ζωή τους (ως ενήλικες).