Τα τεστ για την ανίχνευση του SARS-CoV-2 έχουν μπει πλέον για τα καλά στη ζωή μας και αποτελούν κομμάτι μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης για τον περιορισμό της διασποράς του ιού, μέσω του έγκαιρου εντοπισμού και της απομόνωσης ατόμων που έχουν προσβληθεί από SARS-CoV-2.
Πολλές κατηγορίες τεστ χρησιμοποιούνται για την ανίχνευση του SARS-CoV-2 με τα χαρακτηριστικά απόδοσής τους να ποικίλλουν και πρέπει να είμαστε εξοικειωμένοι με αυτά και με την ερμηνεία των αποτελεσμάτων τους. Ορισμένα τεστ παρέχουν γρήγορα αποτελέσματα (εντός λεπτών), ενώ άλλα απαιτούν χρόνο για επεξεργασία.
Ορισμένα εκτελούνται σε εργαστήριο από εκπαιδευμένο προσωπικό, μερικά μπορούν να εκτελεστούν στο σημείο παροχής φροντίδας και άλλα ακόμα και στο σπίτι (self test).
Ορισμένα είναι πολύ ευαίσθητα (λίγα ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα, δηλαδή λίγα χαμένα περιστατικά), άλλα είναι πολύ ειδικά (λίγα ψευδώς θετικά αποτελέσματα, δηλαδή λίγα τεστ βρίσκονται θετικά, ενώ δεν υπάρχει ιός) και μερικά είναι και ευαίσθητα και ειδικά.
Ορισμένα μπορούν να εκτελούνται συχνά, καθώς είναι λιγότερο ακριβά, ευκολότερα στη χρήση και τα αναλώσιμα τους άμεσα διαθέσιμα.
Η επιλογή και η ερμηνεία των SARS-CoV-2 τεστ πρέπει να βασίζονται στο πλαίσιο στο οποίο χρησιμοποιούνται, συμπεριλαμβανομένου της κυκλοφορίας του SARS-CoV-2 στον υπό εξέταση πληθυσμό και την κατάσταση (συμπτώματα, ύποπτες επαφές) του ατόμου που εξετάζεται.
Έλεγχος για λοίμωξη SARS-CoV-2
Τα μοριακά τεστ (PCR) και οι ταχείες δοκιμασίες αντιγόνου (rapid tests, περιλαμβάνουν και τα self tests) χρησιμοποιούνται για την ανίχνευση λοίμωξης με SARS-CoV-2 και για τον καθορισμό της περαιτέρω φροντίδας ενός ατόμου. Μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν ως εξετάσεις διαλογής για τον περιορισμό της διασποράς του SARS-CoV-2 με τον εντοπισμό μολυσμένων ατόμων που πρέπει να τεθούν σε καραντίνα.
Ο μοριακός έλεγχος (RT-PCR) έχει υψηλή ευαισθησία και ειδικότητα στη διάγνωση του SARS-CoV-2. Θετικά αποτελέσματα υποδηλώνουν τρέχουσα ή πρόσφατη λοίμωξη. Λόγω της παρατεταμένης ανίχνευσης του ιικού RNA, ένα θετικό τεστ δεν υποδηλώνει πάντοτε την παρουσία ιού ικανού να αντιγραφεί ή να μεταδοθεί σε άλλους. Στις περισσότερες περιπτώσεις ο χρόνος έως τα αποτελέσματα μπορεί να φθάνει από 1-3 ημέρες, αν και κάποια δυνατόν να δίνουν αποτελέσματα εντός 1-2 ωρών.
Τα rapid test αντιγόνου ανιχνεύουν την παρουσία ενός συγκεκριμένου ιικού αντιγόνου. Έχουν γενικά παρόμοια ειδικότητα, αλλά είναι λιγότερο ευαίσθητα από τα περισσότερα μοριακά τεστ- έχουν περισσότερα ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα. Διενεργούνται στο σημείο φροντίδας με τα αποτελέσματα διαθέσιμα σε λίγα λεπτά και έτσι μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε προγράμματα διαλογής για γρήγορη αναγνώριση αυτών που είναι πιθανό να μεταδίδουν. Λόγω των χαρακτηριστικών απόδοσης των τεστ αντιγόνου, ορισμένα αποτελέσματα τους κρίνεται απαραίτητο να επιβεβαιώνονται με μοριακό έλεγχο (π.χ. ένα αρνητικό τεστ σε άτομα με συμπτώματα ή ένα θετικό τεστ σε άτομα χωρίς συμπτώματα).
Η σωστή ερμηνεία των αποτελεσμάτων, τόσο των τεστ αντιγόνου, όσο και των επιβεβαιωτικών μοριακών τεστ, όταν ενδείκνυνται, είναι σημαντική.
- Το θετικό αποτέλεσμα επιτρέπει τον εντοπισμό και την απομόνωση του μολυσμένου ατόμου, καθώς και τον εντοπισμό και την ειδοποίηση των στενών επαφών του για την έκθεση και την ανάγκη καραντίνας.
- Το αρνητικό αποτέλεσμα σε άτομο με γνωστή έκθεση στο SARS-CoV-2 υποδηλώνει την απουσία δεδομένων που να στοιχειοθετούν λοίμωξη τη δεδομένη στιγμή. Αποτελεί φωτογραφία της στιγμής γύρω από τη συλλογή του δείγματος και δυνατόν να μεταβληθεί, εάν το ίδιο τεστ επαναληφθεί μετά από μία ή περισσότερες ημέρες. Τα άτομα που δεν έχουν εμβολιαστεί και εμφανίζουν αρνητικό αποτέλεσμα θα πρέπει να συνεχίσουν να παραμένουν σε καραντίνα για 14 ημέρες. Πλήρως εμβολιασμένα άτομα (14 ημέρες μετά τη δεύτερη δόση εμβολίου ή 14 ημέρες μετά το μονοδοσικό εμβόλιο της J&J), που δεν παρουσιάζουν συμπτώματα συμβατά με COVID, δεν χρειάζεται να τεθούν σε καραντίνα ή να υποβληθούν σε τεστ μετά από έκθεση σε κάποιον με υποψία ή επιβεβαιωμένο COVID-19, καθώς ο κίνδυνος μόλυνσης είναι χαμηλός.
- Αρνητικό αποτέλεσμα σε άτομο χωρίς συμπτώματα και καμία γνωστή έκθεση υποδηλώνουν απουσία λοίμωξης.
Τα τεστ- αντισωμάτων χρησιμοποιούνται για την ανίχνευση παλιότερης λοίμωξης με SARS-CoV-2 και μπορούν να βοηθήσουν στη διάγνωση του Πολυσυστηματικού Φλεγμονώδους Συνδρόμου σε παιδιά και σε ενήλικες. Δεν συνιστάται η χρήση τους για τη διάγνωση τρέχουσας λοίμωξης. Ανάλογα με το χρόνο που κάποιος μολύνθηκε, το τεστ ενδέχεται να μην ανιχνεύει αντισώματα σε κάποιον με τρέχουσα λοίμωξη. Επιπλέον, δεν είναι προς το παρόν γνωστό εάν ένα θετικό αποτέλεσμα υποδεικνύει ανοσία έναντι του SARS-CoV-2 και ως εκ τούτου δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται για να προσδιοριστεί εάν ένα άτομο έχει ανοσία έναντι επαναμόλυνσης.
Εμβολιασμός και SARS-CoV-2 τεστ
Προηγούμενος εμβολιασμός έναντι της COVID-19, ανεξαρτήτως εμβολίου που χρησιμοποιήθηκε, δεν επηρεάζει τα αποτελέσματα τόσο των rapid – τεστ αντιγόνου, όσο και των μοριακών τεστ (PCR).
Αντίθετα, καθώς τα εμβόλια έναντι της COVID-19 χρησιμοποιούν την πρωτεΐνη ακίδα του SARS-CoV-2 για τη δημιουργία ανοσοαπόκρισης, ένα θετικό τεστ αντισωμάτων για την πρωτεΐνη ακίδα του ιού θα μπορούσε να υποδηλώνει είτε προηγούμενη μόλυνση, είτε εμβολιασμό. Τεστ αντισωμάτων δεν συνιστώνται προς το παρόν για να εκτιμηθεί η ανοσία που έχει επιτευχθεί μετά τον εμβολιασμό ή για να εκτιμηθεί η ανάγκη εμβολιασμού σε μη εμβολιασμένο άτομο. Για να στοιχειοθετηθεί προηγούμενη μόλυνση σε ένα άτομο με ιστορικό εμβολιασμού, θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί τεστ αντισωμάτων που αξιολογεί ειδικά τα αντισώματα έναντι άλλης πρωτεΐνης του ιού, του νουκλεοκαψιδίου.
COVID- test σε ασθενείς με συμπτώματα συμβατά με COVID-19
Το θετικό αποτέλεσμα ενός COVID τεστ, είτε αυτό είναι μοριακό, είτε είναι rapid – test αντιγόνου (συπεριλαμβανομένου του self-test), σε άτομα με συμπτώματα συμβατά με COVID-19 δείχνουν ότι το άτομο έχει COVID-19, ανεξάρτητα αν το άτομο αυτό είναι εμβολιασμένο ή όχι.
Αντίθετα ένα αρνητικό rapid-test αντιγόνου, σε άτομα με συμπτώματα συμβατά με COVID-19 δεν αρκεί για αποκλεισμό της νόσου και θα πρέπει να επιβεβαιωθεί με PCR, ένα πιο ευαίσθητο τεστ.
Όλα τα άτομα (ανεξαρτήτως κατάστασης εμβολιασμού) με θετικά αποτελέσματα θα πρέπει να απομονωθούν στο σπίτι.
COVID-test σε ασθενείς χωρίς συμπτώματα και χωρίς γνωστή έκθεση στο COVID-19 στα πλαίσια διαλογής
Άτομα με ασυμπτωματική λοίμωξη ή που βρίσκονται στην προσυμπτωματική φάση συχνά συμβάλλουν σημαντικά στην διασπορά του SARS-CoV-2 στην κοινότητα. Οι εκτεταμένοι εργαστηριακοί έλεγχοι, ανεξάρτητα από την ύπαρξη συμπτωμάτων, αποτελούν βασικό συστατικό μιας πολυεπίπεδης προσέγγισης για την πρόληψη της διασποράς του SARS-CoV-2. Οι έλεγχοι αυτοί επιτρέπουν την έγκαιρη ταυτοποίηση και απομόνωση ατόμων που είναι ασυμπτωματικά, προσυμπτωματικά, ή έχουν μόνο ήπια συμπτώματα και που αν παρέμεναν αδιάγνωστα ενδέχεται να μετεδίδαν ακούσια τον ιό. Οι έλεγχοι αυτοί μπορεί να είναι ιδιαίτερα χρήσιμοι σε ορισμένους πληθυσμούς (πχ σε σχολεία, σε εργασιακούς χώρους, κλπ), ειδικά όταν γίνονται με επαναληψιμότητα και σε περιοχές με σημαντικά ή υψηλά επίπεδα διασποράς στην κοινότητα.
Η χρήση rapid test αντιγόνου για διαλογή μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο ως στρατηγική πρόληψης λόγω του μικρού χρόνου αναμονής – της τάξης των 15 λεπτών- για τα αποτελέσματα. Τα τεστ αντιγόνου είναι πιο ευαίσθητα στα πρώτα στάδια της λοίμωξης, όταν τα ιικά φορτία είναι υψηλά και έχουν μειωμένη ευαισθησία, καθώς η ασθένεια εξελίσσεται οπότε και η μετάδοση είναι λιγότερο πιθανή. Η μειωμένη ευαισθησία τους μπορεί να αντισταθμιστεί με τη συχνότερη επανάληψη τους (τουλάχιστον εβδομαδιαίως). Έτσι, κατά τον έλεγχο μιας μεγάλης, καλά καθορισμένης ομάδας ατόμων χωρίς γνωστή έκθεση σε SARS-CoV-2, η ευαισθησία του τεστ μπορεί να είναι λιγότερο κρίσιμη από τη δυνατότητα η δοκιμή να μπορεί να εκτελείται συχνότερα και να παρέχει ταχέα αποτελέσματα με άμεση απομόνωση των μολυσμένων ατόμων. Ακόμη και ένα τεστ αντιγόνου με υψηλή ειδικότητα μπορεί να έχει κακή θετική προγνωστική αξία (δηλαδή υψηλό αριθμό ψευδώς θετικών), όταν χρησιμοποιείται σε μια κοινότητα όπου ο επιπολασμός της μόλυνσης είναι χαμηλός. Εάν ένα ασυμπτωματικό άτομο βρεθεί θετικό σε τεστ αντιγόνου στα πλαίσια διαλογής, πρέπει να παραπεμφθεί για μοριακό τεστ για επιβεβαίωση του θετικού και θα πρέπει να τεθεί σε καραντίνα έως ότου λάβει τα αποτελέσματα του.
Όλα τα άτομα που εξετάζονται, ανεξαρτήτως αποτελεσμάτων, θα πρέπει να λαμβάνουν συμβουλές σχετικά με τη συνέχιση των συμπεριφορών μείωσης του κινδύνου που βοηθούν στην αποτροπή της μετάδοσης του SARS-CoV-2 (χρήση μασκών, τήρηση αποστάσεων, αποφυγή συνωστισμών και κακώς αεριζόμενων χώρων).