Covid-19: Πόσο κοντά στον έλεγχο της πανδημίας βρίσκεται η επιστήμη;

Σύνταξη-Επιμέλεια: Στέλιος Βασιλούδης

Την εβδομάδα που μας πέρασε υπήρξαν ορισμένες ανακοινώσεις, επιστημονικές και μη, που αλλάζουν προς το καλύτερο το κατά τα άλλα θολό τοπίο του μετώπου της πανδημίας. Είναι πλέον κατανοητό ότι ο έλεγχος της πανδημίας, πέρα από τα μέτρα επιδημιολογικού χαρακτήρα που ήδη λαμβάνονται, θα κριθεί σε δυο μέτωπα. Το πρώτο αφορά στη διάθεση και ευρεία χρήση αποτελεσματικού εμβολίου(ων). Μέχρι να συμβεί αυτό όμως, είναι επιτακτική ανάγκη να οπλιστεί η επιστημονική κοινότητα με θεραπεία(ες), που αν δεν καταφέρνουν να ελέγξουν πλήρως τη νόσο, τουλάχιστον να μετριάζουν τα συμπτώματα της και να την καθιστούν, μη θανατηφόρα.

Θεραπευτικές αγωγές

Στον τομέα της θεραπείας της νόσου, εκτός από τα ήδη χρησιμοποιούμενα φάρμακα, Remdesivir και την κορτικοστεροειδές δεξαμεθαζόνη, υπήρξε μια πολύ ενδιαφέρουσα πρόσφατη επιστημονική ανακοίνωση στο περιοδικό Nature, που αφορά στη δημιουργία ενός ισχυρού κοκτέιλ αντισωμάτων που θα μπορούσε να βοηθήσει στη θεραπεία πασχόντων από τον κορωνοϊό και να προφυλάξει άλλες ευαίσθητες κατηγορίες ασθενών από τη νόσο. Τα αντισώματα συλλέχθηκαν από ασθενείς που νοσηλεύτηκαν σε σοβαρή κατάσταση και θα μπορούσαν να παρασκευαστούν σε κλίμακα από φαρμακευτικές εταιρείες και να χορηγηθούν σε πάσχοντες. Επιστήμονες στο Πανεπιστήμιο Columbia της Νέας Υόρκης εξέτασαν αντισώματα από 40 ασθενείς Covid-19 και εντόπισαν 61 τύπους αντισωμάτων από πέντε άτομα, που εξαφάνισαν αποτελεσματικά τον κορωνοϊό. Μεταξύ αυτών ήταν εννέα που εμφάνισαν «εξαιρετική ισχύ» για εξουδετέρωση του παθογόνου ιού.

Δοκιμές σε κύτταρα έδειξαν ότι τα αντισώματα σκοτώνουν τον ιό, ενώ πειράματα σε χάμστερ αποκάλυψαν ότι η έγχυση ενός από τα πιο ισχυρά αντισώματα προστατεύει τα ζώα. Ο καθηγητής ιατρικής του πανεπιστημίου Columbia της Νέας Υόρκης, David Ho, δήλωσε: «Απενεργοποιήσαμε εντελώς τον μολυσματικό ιό στον πνευμονικό ιστό των χάμστερ. Απομονώσαμε ειδικά, πολύ ισχυρά αντισώματα που μπορούν να παραχθούν μαζικά και στη συνέχεια να χορηγηθούν. Υποθέτουμε, ότι αυτά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την πρόληψη (σε ευαίσθητες ομάδες), ή τη θεραπεία του SARS-COV-2». Ο καθηγητής Sachdev Sidhu στο πανεπιστήμιο του Τορόντο σχεδιάζει επίσης να χρησιμοποιήσει εξουδετερωτικά αντισώματα σε κλινικές δοκιμές, αργότερα φέτος. «Κατά τη γνώμη μου, όσο περισσότερα αντισώματα τόσο το καλύτερο, καθώς η δημιουργία αντισωμάτων, μέσω εμβολίου αν και είναι το ευκταίο στάνταρ, απαιτεί ακόμα χρόνο», είπε. «Η ύπαρξη πολλαπλών επιλογών θα είναι καλή για να διασφαλιστεί ότι όσο το δυνατόν περισσότεροι ασθενείς μπορούν να λάβουν τις θεραπείες». Συνεχίζοντας, συμπλήρωσε ότι «κάθε χώρα που είναι σε θέση να παρασκευάσει θεραπευτικά αντισώματα, οφείλει να το κάνει. Πρέπει να υπάρξει συνεργασία μεταξύ των χωρών ώστε να διασφαλιστεί πως αυτά θα διατεθούν σε όσο το δυνατόν περισσότερους ασθενείς με προσιτό κόστος».

Σε εξέλιξη βρίσκονται προσπάθειες για την ανάπτυξη εμβολίων για τον κορωνοϊό, αλλά υπάρχει αβεβαιότητα σχετικά με το πόσο αποτελεσματικά θα είναι και για πόσο καιρό θα μπορεί να διαρκέσει η προστασία που παρέχουν. Οι ανοσολογικές αντιδράσεις τείνουν να είναι πιο αδύναμες στους ηλικιωμένους. Ακόμη και αν τα εμβόλια γίνουν διαθέσιμα σύντομα, η χορήγηση σε αυτές τις ευπαθείς ομάδες, αντισωμάτων που έχουν αναπτυχθεί στο εργαστήριο και προστατεύουν για μήνες κάθε φορά, θα ήταν πολύτιμες. Τα αντισώματα είναι μια από τις κύριες γραμμές άμυνας του οργανισμού έναντι των ιογενών λοιμώξεων.

Η εργασία βρίσκεται σε εξέλιξη για τη δοκιμή όλων των αντισωμάτων σε ζώα. Οι ερευνητές ελπίζουν να συνθέσουν αρκετά για να ξεκινήσουν μια δοκιμή ασφάλειας πρώτης φάσης σε ανθρώπους, τον Οκτώβριο. Εάν διαπιστωθεί ότι οι χορηγήσεις είναι ασφαλείς, οι δοκιμές αποτελεσματικότητας θα μπορούσαν να ξεκινήσουν στις αρχές του επόμενου έτους, δήλωσε ο Ho. Τα αντισώματα μπορούν να παρασκευαστούν έτσι ώστε να παραμένουν στο αίμα για τρεις έως έξι μήνες. Γράφοντας στο περιοδικό Nature, οι επιστήμονες περιγράφουν πώς τα περισσότερα από τα αντισώματα συνδέονται με τις πρωτεΐνες τύπου «spike» που καλύπτουν την επιφάνεια του ιού. Μερικά από τα πιο ισχυρά αντισώματα νίκησαν τον ιό, προσκολλώμενα στην ακίδα πρωτεΐνης με τέτοιο τρόπο ώστε να μην μπορεί πλέον να εισβάλει σε ανθρώπινα κύτταρα.

Οι μεταγγίσεις πλάσματος αίματος που περιέχουν αντισώματα από θεραπευθέντες ασθενείς Covid-19, υποδηλώνουν ότι μπορούν να βοηθήσουν τους ασθενείς όταν χορηγηθούν, πριν ο ιός προκαλέσει καταστροφικές βλάβες. Ωστόσο, τα κοκτέιλ που παρασκευάζονται σε εργαστήρια αναμένεται να είναι πιο αποτελεσματικά, επειδή μπορούν να σχεδιαστούν έτσι ώστε να περιέχουν υψηλά επίπεδα των πιο ισχυρών αντισωμάτων. Το μείγμα των αντισωμάτων είναι τόσο διαφορετικό που οι ερευνητές πιστεύουν ότι θα είναι αποτελεσματικό ακόμη και σε μεταλλαγμένες παραλλαγές του ιού. «Η χρήση ενός κοκτέιλ διαφορετικών αντισωμάτων που απευθύνονται σε διαφορετικές ακίδες του ιού, θα βοηθήσει στην πρόληψη ανάπτυξης ανθεκτικότητας του ιού στην θεραπεία», δήλωσε ο Ho.

Η μόλυνση με SARS-CoV-2 προκαλεί μια σειρά προβλημάτων υγείας, τα πιο κοινά από τα οποία είναι η φλεγμονή των πνευμόνων, με επακόλουθη δυσκολία στη μεταφορά οξυγόνου από τις κυψελίδες στο αίμα, που μερικές φορές αναφέρεται ως αναπνευστική ανεπάρκεια.

Την προηγούμενη εβδομάδα, η Synairgen (μια εταιρεία spin-out του Πανεπιστημίου του Southampton) ανακοίνωσε ότι μια μικρή κλινική δοκιμή εισπνεόμενης ιντερφερόνης βήτα-1α, που βασίστηκε σε 100 ασθενείς, έδειξε ότι αυτή η θεραπεία μπορεί να είναι αποτελεσματική.

Η ιντερφερόνη βήτα-1α είναι μια ουσία που παράγει ο οργανισμός ως μέρος της ανοσολογικής του αντίδρασης σε ιογενείς λοιμώξεις. Εργαστηριακά δεδομένα που υποδηλώνουν ότι η ιντερφερόνη βήτα μπορεί να βοηθήσει στην προστασία των κυττάρων, όπως εκείνων των πνευμόνων, από μολύνσεις από κορωνοϊούς (όπως MERS και SARS), οδήγησε στο ενδιαφέρον για το εάν θα μπορούσε να είναι αποτελεσματική θεραπεία για τη λοίμωξη Sars-CoV-2. Η Synairgen είχε προηγουμένως αναπτύξει μια εισπνεόμενη μορφή ιντερφερόνης βήτα-1α ως θεραπεία για ασθενείς με άσθμα και χρόνια αποφρακτική νόσο των πνευμόνων (ΧΑΠ), οπότε ήταν σε θέση να πραγματοποιήσει κλινική δοκιμή σε ασθενείς με Covid-19 σχετικά γρήγορα.

Τα αποτελέσματα που ανακοινώθηκαν προέρχονται από μια μελέτη που επιστράτευσε περίπου 100 ασθενείς από εννέα νοσοκομεία στο Ηνωμένο Βασίλειο και στόχευε στο να προσδιορίσει εάν η θεραπεία ήταν καλά ανεκτή και αν μπορούσε να αποτρέψει ή να επιταχύνει την ανάρρωση από αναπνευστική λοίμωξη που προκαλείται από το SARS-CoV-2 . Όλοι οι ασθενείς που συμμετείχαν στη δοκιμή είχαν διαγνωσθεί θετικοί στον ιό και νοσηλευόταν στο νοσοκομείο. Το δελτίο τύπου ισχυρίζεται ότι το ποσοστό των ασθενών με κλινικά σοβαρή συμπτωματολογία που επιδεινώθηκαν στο βαθμό που να απαιτήσουν μηχανικό αερισμό ή πέθαναν εξαιτίας της νόσου, μειώθηκε κατά 79%. Επιπρόσθετα, οι ασθενείς που έλαβαν τη θεραπεία είχαν περισσότερες πιθανότητες να ανακάμψουν κατά τη διάρκεια της περιόδου θεραπείας 14 ημερών, από αυτούς που δεν την έλαβαν.

Βρέθηκε πραγματικά η θεραπεία που αναζητούσαμε; Δεν το γνωρίζουμε. Αυτή η κλινική δοκιμή είναι μικρή (περίπου 50 ασθενείς έλαβαν τη θεραπεία και περίπου άλλοι τόσοι έλαβαν εικονικό φάρμακο – placebo). Σχεδιάστηκε για να εξετάσει αν ήταν ανεκτή από τους ασθενείς και αν θα μπορούσε να είναι αποτελεσματική. Μέχρι στιγμής, έχουμε μόνο ένα δελτίο τύπου που υποδηλώνει πως είναι. Αυτό που πρέπει να δούμε είναι τα πραγματικά ερευνητικά δεδομένα, δημοσιευμένα σε ιατρικό περιοδικό. Ο ισχυρισμός για μείωση κατά 79% του κινδύνου ανάγκης μηχανικού αερισμού ή θανάτου ακούγεται εξαιρετικός. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του Εθνικού Κέντρου Ελέγχου και Έρευνας Εντατικής Θεραπείας, περισσότερα από 7.000 άτομα που εισήχθησαν σε μονάδες εντατικής θεραπείας στο Ηνωμένο Βασίλειο, χρειάστηκαν μηχανικό αερισμό και περισσότερα από 4.000 άτομα έχουν πεθάνει. Επομένως αν τα ανακοινωθέντα αποτελέσματα επιβεβαιωθούν, θα πρόκειται για ένα πολύ μεγάλο βήμα μπροστά. Η θεραπεία με εισπνεόμενη ιντερφερόνη βήτα-1α θα πρέπει στη συνέχεια να δοκιμαστεί σε μεγάλες τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες κλινικές δοκιμές, αν και ορισμένοι προτείνουν την άμεση μεταφορά της θεραπείας σε κλινική πρακτική ρουτίνας, χωρίς περαιτέρω δοκιμές.

Εμβόλια

Καθώς ο κόσμος περιμένει με ανυπομονησία το εμβόλιο κατά του κορωνοΐού, περισσότερα από 100 υποψήφια σκευάσματα έχουν αναπτυχθεί αυτή τη στιγμή από ομάδες σε όλο τον κόσμο, με περισσότερα από 20 να υποβάλλονται σε κλινική αξιολόγηση, πράγμα που σημαίνει ότι δοκιμάζονται σε ανθρώπους.

Στις 20 Ιουλίου, δύο ερευνητικές ομάδες, προχώρησαν σε δημοσίευση (προκαταρκτική έκθεση) στο περιοδικό Lancet, που αναφέρονται στα αποτελέσματα από τις δοκιμές φάσης 1 και 2. Ανακοίνωσαν ότι προκάλεσαν ανοσοαπόκριση χωρίς σημαντικές παρενέργειες για την υγεία του ασθενούς, σηματοδοτώντας ένα θετικό βήμα μπροστά. Η πρόκληση ανοσοαπόκρισης όμως, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι το εμβόλιο θα προστατεύσει αποτελεσματικά τους ανθρώπους από τον κορωνοϊό. Μόνο μια δοκιμή φάσης 3, η οποία περιλαμβάνει τη χορήγηση του εμβολίου σε ένα μεγάλο αριθμό ανθρώπων και παρακολούθηση της πορείας τους, μπορεί να οδηγήσει στην εξαγωγή χρήσιμων σχετικών συμπερασμάτων.

Τα υποψήφια εμβόλια που βρίσκονται σε εξέλιξη, κάνουν χρήση μιας σειράς διαφορετικών πλατφορμών τεχνολογίας, μερικές από τις οποίες έχουν ήδη δοκιμαστεί στο παρελθόν καθώς και κάποιες άλλες που είναι πραγματικά πρωτοποριακές. Ενώ ορισμένα πρώτα αποτελέσματα έχουν αρχίσει να δημοσιεύονται, δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθούν άμεσες συγκρίσεις, καθώς τα εργαστήρια που συμμετέχουν, συχνά δοκιμάζουν διαφορετικές δόσεις και πληθυσμούς και χρησιμοποιούν διαφορετικούς προσδιορισμούς για τη μέτρηση της ανοσολογικής απόκρισης. «Επομένως, το ερώτημα ποιο είναι το καλύτερο εμβόλιο δεν μπορεί να απαντηθεί αυτή τη στιγμή», λέει ο Beate Kampmann, διευθυντής του Κέντρου Εμβολίων στο London School of Hygiene and Tropical Medicine.

Έχοντας αυτά τα δεδομένα υπόψη, τα μέχρι στιγμής υποψήφια εμβόλια που βρίσκονται σήμερα στα πιο προχωρημένα στάδια ανάπτυξης είναι:

Οξφόρδη / Astra Zeneca

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, έχουν ακουστεί πολλά για το εμβόλιο που αναπτύσσεται στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Η κυβέρνηση έχει ήδη παραγγείλει 100 εκατομμύρια δόσεις του εμβολίου, το οποίο αναπτύσσεται σε συνεργασία με το πανεπιστήμιο και τη φαρμακευτική εταιρεία Astra Zeneca. Αυτή τη στιγμή η ομάδα της Οξφόρδης βρίσκεται στην πρωτοπορία, έχοντας ήδη ξεκινήσει τη φάση 3 της μελέτης σε μεγάλες ομάδες πληθυσμών πασχόντων στο Ην. Βασίλειο, Ην. Πολιτείες, Βραζιλία και Νότια Αφρική, ενώ ήδη επιστρατεύει εθελοντές που αφού λάβουν το εμβόλιο θα μολυνθούν (επί τούτου), από τον ιό, προκειμένου να διαπιστωθεί αν θα νοσήσουν και πόσο σοβαρά. Υπάρχουν βάσιμες ελπίδες πως το εμβόλιο θα είναι διαθέσιμο για ευρεία χρήση, πριν το τέλος του έτους.

Το εμβόλιο της Οξφόρδης είναι ένα εμβόλιο ιικού φορέα: βασίζεται σε έναν αδενοϊό του χιμπαντζή (έναν ιό που προκαλεί ασθένεια όπως το κοινό κρυολόγημα στους χιμπαντζήδες), το οποίο έχει τροποποιηθεί ώστε να περιέχει γενετική αλληλουχία της «πρωτεΐνης ακίδα» του κορωνοϊού. Η ακίδα αυτή θεωρείται πως διαδραματίζει σημαντικότατο ρόλο στη μόλυνση των κυττάρων. Η έκθεση του ανθρώπου στην ακίδα-πρωτεΐνη, προκαλεί την αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος και την παραγωγή αντισωμάτων κατά της πρωτεΐνης και άρα ανοσοπροφύλαξη σε ενδεχόμενη μόλυνση από τον ιό. «Ο αδενοϊός χιμπαντζή είναι ένα είδος δούρειου ίππου που φέρνει τις πληροφορίες της πρωτεΐνης Covid στο ανοσοποιητικό σύστημα», εξηγεί ο Kampmann. Εάν μετέπειτα το ανοσοποιητικό σύστημα έρθει σε επαφή με τον πραγματικό κορωνοϊό, είναι έτοιμο να αντιδράσει.

Στην προαναφερθείσα δημοσίευση, οι ερευνητές αναφέρουν ότι προκάλεσαν ανοσοαπόκριση χωρίς σημαντικές παρενέργειες και αυτή η διαπίστωση άνοιξε τον δρόμο για τη φάση 3 της μελέτης. Σύμφωνα με τους ειδικούς, η ανοσοαπόκριση που φαίνεται στα δεδομένα της Οξφόρδης είναι πολλά υποσχόμενη και τονίζει τη σημασία της ενεργοποίησης των Τ κυττάρων καθώς και των αντισωμάτων. Τα Τ κύτταρα είναι ένας τύπος λευκών αιμοσφαιρίων που βοηθούν τα Β κύτταρα να δημιουργούν αντισώματα και να εξολοθρεύουν τα μολυσμένα κύτταρα – σταματώντας την εξάπλωση της λοίμωξης. «Για οποιαδήποτε καλή ανταπόκριση από ένα εμβόλιο, χρειάζονται και τα δύο», σχολιάζει ο Danny Altmann, διακεκριμένος καθηγητής λοιμωξιολογίας στο Imperial College του Λονδίνου. Συμπληρώνει ότι «όλα τα στοιχεία που έχω δει, φαίνονται καλά και για τα δυο εμβόλια που εισέρχονται στη φάση 3, αν και πιστεύω ότι τα δεδομένα της ανταπόκρισης των Τ-λεμφοκυττάρων της Οξφόρδης, είναι πραγματικά εντυπωσιακά».

CanSino

Η CanSino Biologics της Κίνας δημοσίευσε αποτελέσματα από τις δοκιμές της δεύτερης φάσης στο Lancet, η οποίες διεξήχθησαν στο Γιουχάν, την ίδια ημέρα με την ομάδα της Οξφόρδης. Επιβεβαίωσε ότι το εμβόλιο βρέθηκε ασφαλές και προκάλεσε σημαντική ανοσοαπόκριση.

Το εμβόλιο CanSino, το οποίο έχει αναπτυχθεί στο Ινστιτούτο Βιοτεχνολογίας του Πεκίνου, χρησιμοποιεί έναν αδενοϊό ως ιικό φορέα για να μεταφέρει την ακίδα του κορωνοϊού, αλλά σε αυτήν την περίπτωση είναι ένας κοινός ιός κρυολογήματος. Ένα πιθανό μειονέκτημα σε αυτό, λέει ο Kampmann, είναι ότι, καθώς ο κοινός αυτός ιός κυκλοφορεί σε ανθρώπινους πληθυσμούς, ορισμένοι άνθρωποι μπορεί να έχουν ήδη αναπτύξει αντισώματα έναντι αυτού, τα οποία θα μπορούσαν να επηρεάσουν την ανοσολογική απόκριση. «Είναι ενδεχόμενο, τα άτομα με προϋπάρχοντα αντισώματα εναντίον αυτού του αδενοϊού να μην έχουν τόσο μεγάλη ανοσοαπόκριση στο εμβόλιο του αδενοϊού Covid», δήλωσε.

Το εμβόλιο, πάντως, έχει εγκριθεί για χρήση από τον κινεζικό στρατό.

Moderna

Η αμερικανική εταιρεία Moderna διαθέτει μία από τις πολλές ερευνητικές ομάδες που εργάζονται σε ένα εμβόλιο RNA, ένα νέο τύπο εμβολίου που περιλαμβάνει τη δημιουργία μιας συνθετικής έκδοσης του RNA της πρωτεΐνης -ακίδας του κορωνοϊού-  μεταφέροντας γενετικές οδηγίες στα κύτταρα προκειμένου να φτιάξουν την πρωτεΐνη-ακίδα, παραπλανώντας κατά κάποιο τρόπο, τον ανθρώπινο οργανισμό. Η παρουσία αυτής της πρωτεΐνης διεγείρει το ανοσοποιητικό σύστημα και προκαλεί την παραγωγή αντισωμάτων.

Στις 14 Ιουλίου, προκαταρκτικά αποτελέσματα από τη δοκιμή φάσης 2 του εμβολίου Moderna δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό New England Journal of Medicine και δείχνουν ότι το εμβόλιο προκάλεσε ανοσοαπόκριση χωρίς σοβαρές παρενέργειες. Η Moderna σχεδιάζει να ξεκινήσει σύντομα τις δοκιμές της τρίτης φάσης.
Το πλεονέκτημα της προσέγγισης RNA είναι ότι δεν χρειάζεται να χρησιμοποιηθούν μεγάλες ποσότητες υλικού, καθώς ο οργανισμός που εμβολιάζεται δημιουργεί ουσιαστικά το ίδιο το εμβόλιο. Αυτό θα μπορούσε να διευκολύνει σημαντικά την παραγωγή σε κλίμακα και να εγγυηθεί φθηνότερη παραγωγή. Ωστόσο, είναι μια σχετικά νέα εξέλιξη στον κόσμο της τεχνολογίας εμβολίων και μέχρι στιγμής κανένα εμβόλιο RNA δεν έχει  λάβει άδεια.

Άλλες ομάδες που ασχολούνται με εμβόλια RNA περιλαμβάνουν το Imperial College London και τη Γερμανική εταιρεία BioNTec. Η τελευταία συνεργάζεται με τον φαρμακευτικό γίγαντα Pfizer και ήδη έχει συμφωνήσει με την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου για την παροχή 30 εκατομμυρίων δόσεων εμβολίου.

Φυσικά, υπάρχουν πολλά άλλα εμβόλια (περίπου 140), που δοκιμάζονται αυτή τη στιγμή. «Στην πραγματικότητα, δεν πρόκειται για ένα γρήγορο σπριντ, αλλά για μαραθώνιο», λέει ο Kampmann. Το να είσαι πρώτος δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είσαι καλύτερος και υπάρχουν πολλά ζητήματα που πρέπει να λυθούν πέρα από την παραγωγή ενός εμβολίου. Θα χρειαστεί να παρασκευαστεί και να διανεμηθεί σε μεγάλη κλίμακα και δεν θα ξέρουμε, άμεσα, για πόσο καιρό μπορεί να προστατεύσει ένα άτομο από τον ιό. Ένα εμβόλιο που χρειάζεται περισσότερο χρόνο για να αναπτυχθεί μπορεί να αποδειχθεί πιο αποτελεσματικό, πιο μακροχρόνιο, φθηνότερο ή ευκολότερο να παραχθεί σε μεγάλη κλίμακα. Επίσης, διαφορετικά εμβόλια μπορεί να αποδειχθούν πιο αποτελεσματικά σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές ή σε διαφορετικές ηλικιακές ομάδες. «Ίσως να υπάρχουν περισσότερα από ένα εμβόλια»,λέει ο Kampmann. «Θα με εξέπληττε αν υπήρχε μόνο ένα διαθέσιμο εμβόλιο». Προς το παρόν, λέει ο Altmann, «είναι σημαντικό να επενδύσουμε σε πολλές διαφορετικές πλατφόρμες και υποψήφια εμβόλια αντί να βιαστούμε να βάζουμε όλα τα αυγά μας σε ένα καλάθι βιαστικά και να περιμένουμε έναν μόνο νικητή».

Σε οποιαδήποτε περίπτωση, φαίνεται ότι θα μπορούσαμε να αρχίσουμε να αισιοδοξούμε, πως το τέλος της πανδημίας δεν θα πρέπει να είναι πολύ μακριά.

Διαβάστε ακόμη...