Εξαιτίας της κρίσης στον τομέα της υγείας, οι ασθενείς στη χώρα μας συναντούν σοβαρά εμπόδια τα τελευταία χρόνια, τόσο στη διάγνωση όσο και στην πρόσβαση στη θεραπεία της ωχράς κηλίδας την ίδια ώρα που καταγράφεται μείωση ποσοστού τυφλότητας από το 2007 στη Δανία από παθήσεις της ωχράς κηλίδας, με τη χρήση νέων φαρμάκων.
Οι ασφαλιστικοί φορείς έχουν σταματήσει να αποζημιώνουν σημαντικές διαγνωστικές εξετάσεις, όπως η οπτική τομογραφία συνοχής (OCT), ενώ ταυτόχρονα επιβαρύνουν τον ασθενή με καταχρηστικές χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες ελέγχου. Το αποτέλεσμα είναι να καθυστερεί η άμεση αντιμετώπιση της νόσου, να υπονομεύεται το θεραπευτικό αποτέλεσμα και να οδηγούνται όλο και περισσότεροι ασθενείς στην τύφλωση.
Οι παραπάνω επισημάνσεις, σύμφωνα με το ΑΜΠΕ, έγιναν από τον πρόεδρο της Ελληνικής Οφθαλμολογικής Εταιρείας και επίκουρο καθηγητή Οφθαλμολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Δημήτριο Παπακωνσταντίνου, τον διευθυντή του Τμήματος Αμφιβληστροειδούς του Ιατρικού Ινστιτούτου Οφθαλμολογίας Athens Vision, Αλέξανδρο Χαρώνη, και τον καθηγητή Οικονομικών της Υγείας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Ιωάννη Υφαντόπουλο, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Όρασης.
Η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας έχει αρνητική επίδραση στην ποιότητα ζωής του ασθενή, αφού δεν μπορεί να εκτελεί αυτόνομα απλές και καθημερινές δραστηριότητες. Η αδυναμία αυτή αποτελεί και την κύρια αιτία εμφάνισης ψυχικών διαταραχών με κυριότερη την κατάθλιψη.
Ωστόσο, σήμερα υπάρχουν τα κατάλληλα διαγνωστικά εργαλεία τα οποία επιτρέπουν την έγκαιρη και ακριβή διάγνωση της νόσου, καθώς και εξειδικευμένες εγκεκριμένες θεραπείες, οι οποίες μπορούν να επιβραδύνουν ή ακόμα και να αναστρέψουν την επιδείνωση της οπτικής οξύτητας. Οι ειδικοί επιστήμονες προειδοποιούν ότι, αν η νόσος αφεθεί χωρίς θεραπεία και προσεγγίσει το τελικό κλινικό της σημείο, δηλαδή την τύφλωση, οι οικονομικές συνέπειες είναι δυσβάσταχτες τόσο για τον ίδιο τον πάσχοντα και την οικογένειά του, όσο και για το σύστημα υγείας.