«Χάρη στις προσπάθειες που καταβάλλονται από την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (ΕFSΑ) και άλλους επιστημονικούς φορείς, αυτή η νομοθεσία σχετικά με τις αρτυματικές ύλες θα βελτιώσει σημαντικά τη διαφάνεια των πληροφοριών τόσο για τους πολίτες, όσο και για τη βιομηχανία. Θα είναι ευκολότερο για όλους τους ενδιαφερομένους να γνωρίζουν ακριβώς ποιες αρτυματικές ύλες μπορούν να χρησιμοποιούνται στα τρόφιμα» δήλωσε ο Τζον Ντάλι, Επίτροπος αρμόδιος για την υγεία και την προστασία των καταναλωτών.
Τα δύο νέα νομοθετήματα αναμένεται ότι θα διασαφηνίσουν και θα εναρμονίσουν τη χρήση των αρτυματικών υλών στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά. Ειδικότερα:
-Ο πρώτος κανονισμός προβλέπει ένα νέο πανευρωπαϊκό κατάλογο των αρτυματικών υλών που μπορούν να χρησιμοποιούνται στα τρόφιμα και θα τεθεί σε εφαρμογή στις 22 Απριλίου 2013, παρέχοντας έτσι στη βιομηχανία τροφίμων αρκετό χρόνο για να προσαρμοστεί στους νέους κανόνες. Όλες οι αρτυματικές ύλες που δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο θα απαγορευτούν μετά την παρέλευση μεταβατικής περιόδου 18 μηνών.
-Ο δεύτερος κανονισμός αφορά μεταβατικά μέτρα για άλλα αρτύματα όπως οι αρτυματικές ύλες που δεν παράγονται από τρόφιμα και θα τεθεί σε εφαρμογή στις 22 Οκτωβρίου 2012.
Ο νέος κατάλογος περιλαμβάνει πάνω από 2 100 εγκεκριμένες αρτυματικές ύλες. Άλλες 400 αρτυματικές ύλες θα παραμείνουν στην αγορά έως ότου η EFSA ολοκληρώσει την αξιολόγησή της. Οι εν λόγω αρτυματικές ύλες χρησιμοποιούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα και έχουν ήδη αξιολογηθεί ως ασφαλείς από άλλους επιστημονικούς φορείς. Μια αρτυματική ύλη μπορεί να εγκριθεί μόνο εάν η χρήση της πληροί τους ακόλουθους όρους:
-βάσει των διαθέσιμων επιστημονικών στοιχείων, δεν παρουσιάζει κίνδυνο για την υγεία των καταναλωτών, στο επίπεδο της προτεινόμενης χρήσης·
-η χρήση της δεν παραπλανά τον καταναλωτή.
Κατά την έγκριση αρτυμάτων μπορούν να λαμβάνονται υπόψη και άλλοι σχετικοί παράγοντες. Σε αυτούς είναι δυνατόν να περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, η δεοντολογία, η παράδοση ή το περιβάλλον.
Τέλος οι εθνικές αρχές επιβολής του νόμου έχουν το καθήκον να εξασφαλίζουν ότι τα τρόφιμα που περιέχουν οποιαδήποτε μη εγκεκριμένη αρτυματική ύλη αποσύρονται από την αγορά. Πρέπει επίσης να ενημερώνουν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη σχετικά με την εν λόγω ύλη μέσω του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές (RASFF).