Η μέτρηση των επιπέδων χοληστερόλης αποτελεί παραδοσιακά εργαλείο αξιολόγησης του καρδιαγγειακού κινδύνου που διατρέχει ένα άτομο.
Μια απλή αιματολογική εξέταση μπορεί να υποδείξει ποια είναι τα επίπεδα της ολικής χοληστερόλης, καθώς και τα επιμέρους επίπεδα των τριών βασικών τύπων χοληστερόλης που επηρεάζουν την υγεία μας, οι οποίοι είναι η λιποπρωτεΐνη υψηλής πυκνότητας (HDL), η λιποπρωτεΐνη χαμηλής πυκνότητας (LDL) και η λιποπρωτεΐνη πολύ χαμηλής πυκνότητας (VLDL).
Η λιποπρωτεΐνη υψηλής πυκνότητας (HDL) είναι ευρύτερα γνωστή ως «καλή» χοληστερόλη, η λιποπρωτεΐνη χαμηλής πυκνότητας (LDL) είναι ευρύτερα γνωστή ως «κακή» χοληστερόλη, ενώ η λιποπρωτεΐνη πολύ χαμηλής πυκνότητας (VLDL) θεωρείται πρόδρομος της LDL χοληστερόλης.
Αναλογία χοληστερόλης ονομάζεται ο αριθμός που προκύπτει όταν διαιρέσουμε την ολική χοληστερόλη (HDL+ LDL+ VLDL) με την HDL χοληστερόλη.
Φυσιολογική θεωρείται η αναλογία χοληστερόλης όταν κυμαίνεται μεταξύ 1 και 3,5. Αναλογία μεγαλύτερη από τα επίπεδα αυτά θεωρείται ενδεικτική για αυξημένο κίνδυνο καρδιοπάθειας. Αν λάβουμε υπόψη ότι η τιμή της ολικής χοληστερόλης δεν πρέπει να ξεπερνά τα 200 mg/dL και ότι για την HDL καλή θεωρείται η τιμή 40-50 mg/dL, ένα άτομο με ολική χοληστερόλη 170 και HDL 50 θα έχει αναλογία χοληστερόλης 3,4.
Με βάση την αναλογία χοληστερόλης προκύπτουν οι παρακάτω βαθμίδες εκτιμώμενου κινδύνου καρδιοπάθειας για άνδρες και γυναίκες.
Άνδρες
5 = μέσος κίνδυνος
3,4 = 50% του μέσου κινδύνου
9,6 = κίνδυνος διπλάσιος του μέσου
Γυναίκες
4,4 = μέσος κίνδυνος
3,3 = 50% του μέσου κινδύνου
7 = κίνδυνος διπλάσιος του μέσου