Πρέπει τελικά να τρώμε το πρωί σαν βασιλιάδες και το βράδυ σαν ζητιάνοι, όπως λέει η λαϊκή ρήση, για να διατηρήσουμε ή και να μειώσουμε το σωματικό μας βάρος; Και επιπλέον πόσα σνακ «επιτρέπονται» την ημέρα για να αποφύγουμε τα περιττά κιλά;
Την απάντηση σε αυτά τα συχνά ερωτήματα έρχεται να δώσει μια εκτενής επιστημονική μελέτη που πραγματοποιήθηκε από ερευνητές στις ΗΠΑ σε συνεργασία με συναδέλφους τους από την Τσεχία.
Κεντρικό θέμα της μελέτης ήταν το πώς επηρεάζει το βάρος η συχνότητα αλλά και το μέγεθος των γευμάτων. Προκειμένου να μελετήσουν τις παραμέτρους αυτές, οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία που αφορούσαν 50.660 άτομα ηλικίας 30 ετών και άνω, τα οποία κάλυπταν κατά μέσο όρο διάστημα 7 ετών.
Τα βασικά ευρήματα
Η κύρια διαπίστωση των ερευνητών ήταν ότι τα άτομα που τρώνε συστηματικά μόλις ένα με δύο γεύματα την ημέρα τείνουν να έχουν χαμηλότερο δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ), οποίος υπολογίζεται λαμβάνοντας υπόψη τα κιλά και το ύψος. Αντιθέτως, όσοι τρώνε περισσότερα από τρία γεύματα την ημέρα –συμπεριλαμβανομένων των σνακ– παρουσιάζουν σταδιακή αύξηση του ΔΜΣ τους και φυσικά όσο αυξάνονται τα γεύματα τόσο μεγαλύτερη είναι και η αύξηση του βάρους.
Οι ερευνητές παρατήρησαν επίσης ότι τα άτομα που τρώνε σχεδόν πάντα πρωινό ήταν πιο πιθανό να χάσουν βάρος σε σύγκριση με όσους παραλείπουν το πρώτο γεύμα της ημέρας. Ταυτόχρονα, όσοι επιλέγουν να καταναλώσουν το μεγαλύτερο γεύμα της ημέρας το πρωί παρουσιάζουν συχνά μείωση του ΔΜΣ τους σε σύγκριση με όσους τρώνε περισσότερο το μεσημέρι ή το βράδυ. Η παράλειψη του βραδινού (18-19 ώρες νηστείας) φάνηκε επίσης να συμβάλει στην απώλεια κιλών.
Άλλες πρακτικές που διευκολύνουν την απώλεια κιλών είναι η χρονική απόσταση μεταξύ πρωινού και μεσημεριανού (5-6 ώρες) και η παράλειψη των σνακ κατά τη διάρκεια της ημέρας, αναφέρει η μελέτη στην επιθεώρηση The Journal of Nutrition.