H μη επαρκής πρόσληψη ασβεστίου είναι ένα παράγοντας που μπορεί να οδηγήσει σε γρηγορότερη αποδόμηση των οστών και σε εμφάνιση οστεοπόρωσης, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι η επαρκής πρόσληψη ασβεστίου μπορεί από μόνη της να αποτρέψει την εμφάνιση οστεοπόρωσης.
Πρόσφατες έρευνες σε ενήλικες και γυναίκες που βρίσκονται στην εμμηνόπαυση έδειξαν ότι η κατανάλωση υψηλής ποσότητας γαλακτοκομικών προϊόντων και γιαουρτιού μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών παθήσεων, σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και καρκίνου του παχέος εντέρου. Η πρόσληψη συμπληρωμάτων ασβεστίου και βιταμίνης D από εμμηνοπαυσιακές γυναίκες βρέθηκε ότι μπορεί να μειώσει σημαντικά τον κίνδυνο ανάπτυξης πολλών τύπων καρκίνου (συμπεριλαμβανομένου του καρκίνου του δέρματος), του καρκίνου του μαστού (κατά 14%-20%) και του καρκίνου του παχέως εντέρου (κατά 17%).
Επίσης, έχει βρεθεί ότι η πρόσληψη υψηλής ποσότητας ασβεστίου (περίπου 1000 mg ημερησίως) μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του σωματικού λίπους και καλύτερη διαχείριση του σωματικού βάρους.
Το σώμα μας μπορεί να πάρει το ασβέστιο που του χρειάζεται για να σχηματιστεί ο σκελετός μας μόνο από το ασβέστιο της τροφής. Δεν μπορεί δηλαδή να παραχθεί ασβέστιο εσωτερικά, από τον ίδιο τον οργανισμό. Ο οργανισμός αποθηκεύει ασβέστιο στα οστά μέχρι την ηλικία των 30 ετών περίπου και στη συνέχεια τα οστά αρχίζουν να αποδομούνται σταδιακά με την πάροδο των χρόνων. Επομένως επειδή το 60% περίπου των οστών δομείται από μέταλλα με σημαντικότερο το φωσφορικό ασβέστιο, καταλαβαίνουμε ότι η επαρκής πρόσληψη ασβεστίου από τη διατροφή είναι πολύ σημαντική κατά τη διάρκεια της παιδικής και εφηβικής ηλικίας, έως και την τρίτη δεκαετία της ζωής μας, ώστε να έχουμε σωστή σκελετική ανάπτυξη και να δημιουργήσουμε καλές αποθήκες ασβεστίου. Από ποια τρόφιμα όμως μπορούμε να πάρουμε το ασβέστιο που χρειαζόμαστε καθημερινά και σε τι ποσότητες πρέπει να τα καταναλώνουμε;
Οι σημαντικότερες διαιτητικές πηγές ασβεστίου είναι τα γαλακτοκομικά προϊόντα (γάλα, γιαούρτι, τυρί) γιατί περιέχουν αρκετή ποσότητα ασβεστίου το οποίο απορροφάται σε αρκετά μεγάλο ποσοστό από τον οργανισμό. Άλλες πηγές ασβεστίου είναι οι σαρδέλες και τα μικρά ψάρια που καταναλώνονται με το κόκκαλο, το μπρόκολο, το κουνουπίδι, τα στρείδια, τα μύδια. Απορροφήσιμο ασβέστιο μπορούμε να πάρουμε και από το μεταλλικό νερό (>150 mg/λίτρο). Η απορρόφηση του ασβεστίου μπορεί να αυξηθεί με παράλληλη κατανάλωση βιταμίνης D, η οποία βοηθάει στην απορρόφηση του ασβεστίου από το έντερο. Η βιταμίνη D παράγεται στο σώμα μας κατά την έκθεσή μας στον ήλιο και μπορούμε να την προσλάβουμε και από εμπλουτισμένα σε βιταμίνη D γαλακτοκομικά προϊόντα.
Η καφεΐνη και η υψηλή πρόσληψη αλατιού έχει βρεθεί ότι αυξάνουν την απώλεια ασβεστίου στα ούρα, εμποδίζοντας έτσι την απορρόφησή του, οπότε καλό είναι να αποφεύγoυμε την υπερβολική κατανάλωσή τους. Επιπλέον το οξαλικό οξύ, που βρίσκεται σε πολλά λαχανικά (σπανάκι, μπάμιες, χορταρικά κ.ά.) και στις γλυκοπατάτες, και το φυτικό οξύ και το μαγνήσιο, που υπάρχουν στα δημητριακά και τα όσπρια, μειώνουν την πρόσληψη του ασβεστίου που υπάρχει στα τρόφιμα αυτά. Για αυτόν τον λόγο, παρόλο που πολλά φυτικά τρόφιμα περιέχουν ασβέστιο, αυτό απορροφάται ελάχιστα από το έντερό μας, σε αντίθεση με τα γαλακτοκομικά προϊόντα.
Η συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη ασβεστίου που έχει οριστεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση για το γενικό πληθυσμό είναι τα 800 mg ανά ήμέρα. Πιο αναλυτικά οι συστάσεις για τις διάφορες ομάδες είναι οι εξής:
* Βρέφη: 200-260 mg
* Παιδιά (1-8 ετών): 700-1000 mg
* Έφηβοι (9-18 ετών): 1200 mg
* Ενήλικες: 800-1300 -Έγκυες
* Θηλάζουσες: 1000-1300 mg
Ένας ενήλικας, για να καλύψει τις ανάγκες του σε ασβέστιο αρκεί να καταναλώνει 2-3 μερίδες γαλακτοκομικών προϊόντων την ημέρα (γάλα, τυρί, γιαούρτι). Συμπληρωματικά, μπορεί να εντάξει στο διαιτολόγιό του 1-2 φορές την εβδομάδα μικρά ψάρια (π.χ. σαρδέλες, γαύρο), που τρώγονται με το κόκκαλο. Συστήνεται επίσης η κατανάλωση γαλακτοκομικών προϊόντων εμπλουτισμένων σε βιταμίνη D, η οποία όπως αναφέρθηκε αυξάνει σημαντικά την απορρόφηση του ασβεστίου. Πρέπει να προτιμώνται γαλακτοκομικά προϊόντα χαμηλά σε λιπαρά, καθώς τα πλήρη περιέχουν αρκετή ποσότητα κορεσμένων λιπαρών οξέων, που είναι επιβλαβή για την καρδιαγγειακή μας υγεία.
Πηγή: mednutrition