Πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Heart Rhythm αποκαλύπτει ότι περισσότερο από το 10% των ασθενών που λάμβαναν συγκεκριμένα αντιψυχωσικά φάρμακα, ήρθαν αντιμέτωποι διαταραχές του καρδιακού ρυθμού. Ειδικότερα, η χρήση των φαρμάκων κουετιαπίνη και αλοπεριδόλη έχει συνδεθεί με αυξημένο κίνδυνο κοιλιακών αρρυθμιών και διπλάσιο κίνδυνο αιφνίδιου καρδιακού θανάτου.
Η μελέτη επισημαίνει την ανάγκη για αυστηρή παρακολούθηση των ασθενών που λαμβάνουν τα εν λόγω φάρμακα, δεδομένου ότι η σχέση αντιψυχωσικών και σοβαρών καρδιακών κινδύνων είναι αναγνωρισμένη πάνω από 30 χρόνια. Ορισμένα φάρμακα αποσύρθηκαν ή περιορίστηκε η χρήση τους λόγω υψηλού κινδύνου θανατηφόρων αρρυθμιών, ενώ άλλα παραμένουν διαθέσιμα λόγω της σημαντικής κλινικής αξίας τους.
Η μελέτη βασίστηκε σε μια αναδρομική ανάλυση στοιχείων από ηλεκτρονικά ιατρικά αρχεία στην Ταϊβάν, εξετάζοντας ασθενείς που υποβλήθηκαν σε θεραπεία με κουετιαπίνη ή αλοπεριδόλη. Πάνω από το 10% των ασθενών παρουσίασαν σημαντική παράταση του διαστήματος QT, ενδεικτικό δυνητικών κοιλιακών αρρυθμιών και αυξημένου κινδύνου για αιφνίδιο καρδιακό θάνατο.
Ο καθηγητής Jamie Vandenberg από το Ινστιτούτο Καρδιολογικών Ερευνών Victor Chang στην Αυστραλία, τονίζει την αναγκαιότητα της διενέργειας ηλεκτροκαρδιογραφήματος πριν και μετά την έναρξη χορήγησης αντιψυχωσικών φαρμάκων. Συνιστάται η επιλογή ασφαλέστερων εναλλακτικών, εάν είναι δυνατόν ή η μείωση άλλων παραγόντων κινδύνου σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η επιλογή εναλλακτικού φαρμάκου. «Θα ήταν σώφρον να διενεργείται ηλεκτροκαρδιογράφημα πριν και μετά την έναρξη χορήγησης ενός αντιψυχωσικού φαρμάκου. Εάν υπάρχει η δυνατότητα, θα μπορούσε κάποιος να διακόψει ένα φάρμακο που προκαλεί παράταση του QT και να δοκιμάσει ένα διαφορετικό αντιψυχωσικό. Αλλά αν αυτό δεν είναι πρακτικό, θα πρέπει να δώσει κανείς ιδιαίτερη προσοχή στη μείωση άλλων παραγόντων κινδύνου» καταλήγει ο καθηγητής.