Ζήσης Ψάλλας
Η Αμερικανική Εταιρεία Καρκίνου (ACS) δημοσίευσε την ετήσια έκθεσή της για τις στατιστικές του καρκίνου. Προβλέπει πάνω από 1,9 εκατομμύρια περιπτώσεις καρκίνου και πάνω από 600.000 θανάτους που σχετίζονται με καρκίνο το 2023. Εκτιμά ότι από το 2019 έως το 2020 το ποσοστό θνησιμότητας από καρκίνο μειώθηκε κατά 1,5%. Και από το 1991 μειώθηκε κατά 33%. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα ποσοστά καρκίνου του προστάτη έχουν αυξηθεί ενώ την τελευταία δεκαετία σημειώθηκε σημαντική πτώση των περιπτώσεων καρκίνου του τραχήλου της μήτρας για τις νεαρές γυναίκες.
Μία από τις μεγαλύτερες ιστορίες επιτυχίας είναι η πτώση των ποσοστών καρκίνου του τραχήλου της μήτρας. Τα ποσοστά αυτά έχουν μειωθεί περίπου 65% τα τελευταία επτά χρόνια των διαθέσιμων δεδομένων, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν εμπόδια για τις ισπανόφωνες γυναίκες, που είδαν τα ποσοστά τους να αυξάνονται στο ίδιο διάστημα. Η μεγάλη πτώση των περιπτώσεων καρκίνου του τραχήλου της μήτρας αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό σε ένα εμβόλιο που δημιουργήθηκε το 2006 και χρησιμοποιείται για την προστασία από τους ιούς HPV-16 και HPV-18, τα δύο στελέχη που προκαλούν την πλειονότητα των περιπτώσεων καρκίνου του τραχήλου της μήτρας. Αυτός είναι ένας καρκίνος που μπορεί να προληφθεί πλήρως. «Το 99% των καρκίνων του τραχήλου της μήτρας σχετίζονται με τον HPV και είναι απογοητευτικό που δεν έχουμε κάνει καλύτερη δουλειά για να τον εξαλείψουμε», ανέφεραν οι ειδικοί.
Κάτι που απασχολεί είναι τα αυξανόμενα ποσοστά καρκίνου του προστάτη. Η έκθεση δείχνει ότι τα ποσοστά της πάθησης αυτής αυξάνονταν κατά 3% ετησίως από το 2014 έως το 2019 και ορισμένες δημογραφικές ομάδες επηρεάστηκαν περισσότερο από άλλες. Οι μαύροι άνδρες διατρέχουν σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο τόσο να νοσήσουν και να πεθάνουν από καρκίνο του προστάτη.
Οι ερευνητές βρήκαν μικρότερη διαφορά στα ποσοστά καρκίνου μεταξύ ανδρών και γυναικών. Διαπίστωσαν όμως ότι η ηλικία εξακολουθεί να είναι ένας σημαντικός παράγοντας στα συνολικά αποτελέσματα της θεραπείας. Τα ποσοστά καρκίνου στις ηλικίες 20 έως 49 ετών είναι πολύ υψηλότερα στις γυναίκες (80%), αλλά αν μεταθέσουμε την ηλικιακή κατηγορία σε άτομα άνω των 75 ετών, οι άνδρες υπερεκπροσωπούνται σε ποσοστό 50% υψηλότερο.