Όμως επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Οσάκα, στην Ιαπωνία, ανακοίνωσαν ότι η ταχύτητα με την οποία τρώμε παίζει σημαντικό ρόλο και στην διατήρηση του σωματικού βάρους σε φυσιολογικά επίπεδα.
Όπως εξηγούν στο επιστημονικό περιοδικό «Journal of the American Dietetic Association», μελετώντας τις διατροφικές συνήθειες 3.000 ανδρών και γυναικών, κατέληξαν στο συμπέρασμα πως όσοι έτρωγαν γρήγορα είχαν κατά 84% περισσότερες πιθανότητες να είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι. Ειδικά στις γυναίκες, ο κίνδυνος να αποκτήσουν περιττά κιλά διπλασιαζόταν όταν κατάπιναν σχεδόν αμάσητο το φαγητό τους.
«Το γρήγορο φαγητό παρακάμπτει τους μηχανισμούς του οργανισμού που ενεργοποιούν το αίσθημα κορεσμού της πείνας στον εγκέφαλο», εξηγεί ο δρ Ίαν ΜακΝτόναλντ, καθηγητής Μεταβολικής Φυσιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Νότιγχαμ.
Οι μηχανισμοί αυτοί εντοπίζονται στο στομάχι. Ο ένας αφορά τα νεύρα του, τα οποία στέλνουν μήνυμα στον εγκέφαλο ότι το στομάχι έχει αρχίσει να διογκώνεται, επειδή γεμίζει με φαγητό. Ένας άλλος μηχανισμός είναι η παραγωγή μιας ορμόνης που λέγεται γκρελίνη και παράγεται όταν το στομάχι είναι άδειο, για να ενημερώσει τον εγκέφαλο ότι πεινάμε.
Όταν τρώμε, η παραγωγή της γκρελίνης αρχίζει να καταστέλλεται, αλλά χρειάζονται 20 λεπτά έως ότου φτάσει στον εγκέφαλο το σήμα ότι η πείνα έχει πια κορεστεί. Αν λοιπόν τρώει κανείς πολύ γρήγορα, δεν προλαβαίνει να συνειδητοποιήσει ότι χόρτασε και έτσι τρώει πολύ.
Παράλληλα, το γρήγορο φαγητό αυξάνει τον κίνδυνο μίας πεπτικής διαταραχής που προκαλεί καούρες. Επιστήμονες από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Νότιας Καρολίνας διαπίστωσαν πως όταν ένα γεύμα των 690 θερμίδων καταναλώνεται σε 5 λεπτά, προκαλούνται κατά 50% περισσότερα περιστατικά παλινδρόμησης απ’ ό,τι όταν καταναλώνεται σε 30 λεπτά.
Καλό είναι λοιπόν να αφιερώνουμε τουλάχιστον 20 λεπτά στο φαγητό μας… κάνει καλό στην υγεία μας.